Ναι το παραδέχομαι. Σταμάτησα να έχω προσδοκίες από ανθρώπους που κάποτε θεωρούσα ικανούς αλλά με λύπη διαπιστώνω πως ένα και μόνο τραγούδι του Steely Dan, μπορεί (και θα) να γίνει μόνιμη απάντηση στα λόγια τους. Only A Fool Would Say That. Αυτή τη φορά η απάντηση έρχεται στην παρακάτω φράση «Δεν πετάς έτσι εύκολα τέσσερα χρόνια». Θα μπορούσα να πω ότι πετάς πιο εύκολα τη ζωή σου, ή ξανασκέψου το και διάφορα άλλα τέτοια αλλά πλέον μόνο χρόνο μπορώ να χάσω λέγοντας κάτι τέτοιο. Ας αρκεστώ λοιπόν στο τραγουδάκι το οποίο με καλύπτει πλήρως. Τέσσερα ολόκληρα χρόνια. Και τα υπόλοιπα 44; Αυτά πως τα πετάς; Ας μη σας κρατάω όμως άλλο σε αγωνία. Εκλεκτός φίλος από αυτούς που μοιράζεσαι αγωνίες, προβληματισμούς και όνειρα έχει βγει να διασκεδάσει σε απαγορευμένο μέρος (λέγε με ελληνάδικο) για να τιμήσει νεαρά κορασίδα που το πέρασμα των χρόνων δεν την πτοεί και θέλει να γιορτάσει ακόμη μία στροφή γύρω από τον ήλιο. Εκεί ακόμη νεαρότερη κορασίδα τον παρασύρει σε χορό κάνοντας αυτή το πρώτο βήμα προς την καταστροφή. Που μπορεί βεβαίως να μην ήταν εμφανής εκείνο το μοιραίο βράδυ αλλά δε χωρά αμφιβολία ότι εκδηλώθηκε με το πέρασμα του χρόνου. Τα σύννεφα στη σχέση τους εμφανίστηκαν από την πρώτη στιγμή. Εκείνη σχολείο, εκείνος να πηγαίνει για να δικαιολογεί τις απουσίες, να ρωτάει πως τα πηγαίνει στα μαθήματα και να περιμένει καρτερικά κάποια Σάββατα για να χαρεί τον έρωτα του. Ραντεβουδάκια έξω από το φροντιστήριο, στα Goody’s μετά την παρέλαση, βόλτα για ψώνια στο Toy’s Academy και στο Ζαχαριά ή στο Μουστάκα γιατί το Τζάμπο Μπε-Μπε μας έπεφτε μακριά. Ευτυχισμένες μέρες δηλαδή, γιατί τι άλλο θέλει ένας άνδρας από τη ζωή του; Σε ‘μένα τουλάχιστον τα πρώτα σημάδια που πραγματικά με ανησύχησαν ήταν εκείνα που αφορούσαν τη μουσική. Όταν τα cd των Led Zeppelin άρχισαν να πιάνουν σκόνη, όταν οι νέες κυκλοφορίες δεν έφταναν καν στ’αυτιά του, όταν ξεκίνησε ν’αγοράζει Τόλη Βοσκόπουλο, Ρένα Κουμιώτη, Γιάννη Πάριο, Δημήτρη Μητροπάνο και Μιχάλη Βιολάρη. Ακολουθεί ο παρακάτω αληθινός (100% τ’ορκίζομαι) διάλογος:
-Έλα ρε τι γίνεται;
-Καλά μωρέ, εσύ;
-Μια χαρά κι εγώ, τι λες, πάμε πουθενά το βράδυ;
-Ε χμμ, φίλε χλωμό, υποσχέθηκα να μείνω μέσα σήμερα.
-Καλά πάμε αύριο αν είναι.
-Καλά, θα δούμε, πωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωω.
(Εκείνη τη στιγμή νόμισα ότι πέρασε η Σκλεναρίκοβα έξω από το σπίτι του)
-Τι έγινε ρε;
-Έβαλε Μαρινέλλα το ράδιο.
Έχετε να πείτε κάτι; Η κυριαρχία της μικράς υπήρξε καθ’ολοκληρίαν. Κάπως έτσι ξέκοψε από την τάδε που έμενε στην Ιταλία γιατί η μικρά φοβόταν ότι θα της φάει τον άντρα. Και οι μήνες κυλούσαν. Και η καταπίεση μεγάλωνε. Αρχές Απρίλη και οι πανελλήνιες πλησίαζαν. Ο φίλος έπρεπε να μένει σπίτι για συμπαράσταση. Τολμήσαμε να βγούμε για ένα ποτό σε μπαρ. Τελικά είμαι μεγάλος διαφθορέας. Ο φίλος της στέλνει μήνυμα ότι θα πάμε για ποτό. Εκείνη απαντά «Δεν είναι δυνατόν εγώ να διαβάζω κι εσύ να διασκεδάζεις». Την παίρνει τηλέφωνο για να της εξηγήσει (άραγε τι;) κι εκείνη του λέει «Δύο άντρες δεν πάνε σ’ένα μπαρ για να τα πούνε, πάνε επειδή ψάχνονται». Του το κλείνει στη μούρη και το κλείνει γενικά γιατί έφριξε με όσα άκουσε η κοπέλα, αναστατώθηκε και θέλησε να ηρεμήσει. Ακους εκεί το γαιδούρι. Να πάει για ποτό με τον καλύτερο του φίλο ενώ αυτή διαβάζει επειδή σε δύο μήνες δίνει πανελλήνιες! Που ακούστηκε! Ακολούθησαν διάφορα τέτοια ασήμαντα περιστατικά εξαιτίας των παράλογων απαιτήσεων του φίλου μου αλλά νομίζω ότι όλα συνοψίζονται στο παρακάτω:
Ένας θεσμός ο οποίος καταφέρνει και επιβιώνει μέχρι σήμερα είναι και αυτός του γάμου. Όποιος παντρεύεται θα πρέπει να έχει έναν κουμπάρο. Ο κουμπάρος έχει διάφορες υποχρεώσεις. Σε κάποιες περιοχές το μπάτσελορ το κανονίζει ο γαμπρός και σε κάποιες άλλες ο κουμπάρος με τους φίλους του γαμπρού. Εγώ για να πω την αλήθεια ήξερα μόνο την πρώτη εκδοχή αλλά στο γάμο που κουμπάρος ήταν ο φίλος μου ο γαμπρός τα ήξερε αλλιώς κι έτσι πέταξε το μπαλάκι στον κουμπάρο. Κι εδώ γεννάται το πρόβλημα. Είστε όλοι τόσο κολλημένοι που πιστεύετε ότι επειδή ο κουμπάρος οργανώνει το μπάτσελορ πρέπει να παρευρεθεί κιόλας ε; Αμ δε! Αυτά είναι σκοταδιστικές και μεσαιωνικές αντιλήψεις. Ο κουμπάρος ο σωστός δεν πηγαίνει στο μπάτσελορ αλλά έχει την υποχρέωση να πάει να πάρει τη νεαρά από το αντίστοιχο μπάτσελορ της νύφης. Ναι μάλιστα έτσι είναι. Διότι η μικρά δεν σηκώνει και πολλά πολλά κι αν ο κουμπάρος εμφανιζόταν στο μπάτσελορ θα του έδινε τα παπούτσια στο χέρι. Κι εκεί που πιστεύεις ότι το ποτήρι θα ξεχειλίσει αυτό μόλις και μετα βίας διατηρεί μερικές σταγόνες στον πάτο. Ο καιρός τα έφερε έτσι ώστε ο Αύγουστος έπειτα από διάφορους μικροχωρισμούς μες στο χειμώνα να σημάνει το οριστικό τέλος. Κάθε πράγμα στον καιρό του κι ο κολλιός τον Αύγουστο που λέει και η παροιμία και οι περισσότεροι φίλοι του ζευγαριού ανακουφιστήκαμε σαν να είχαμε φάει All Bran με γάλα μαγνησίας, ακτινίδια και δαμάσκηνα. Και χθες έμαθα ότι όνειρο ήταν και πάει. Θυμάμαι το φίλο (ή μήπως πρέπει να τον αποκαλώ πλέον ακατανόμαστο) να μου λέει «Κάθε εβδομάδα τσακωνόμαστε και για κάτι». Και τώρα δε μπορεί να πετάξει εύκολα τέσσερα χρόνια. Λες και τέσσερα χρόνια τώρα δεν τα μάδαγε μέρα τη μέρα...
-Έλα ρε τι γίνεται;
-Καλά μωρέ, εσύ;
-Μια χαρά κι εγώ, τι λες, πάμε πουθενά το βράδυ;
-Ε χμμ, φίλε χλωμό, υποσχέθηκα να μείνω μέσα σήμερα.
-Καλά πάμε αύριο αν είναι.
-Καλά, θα δούμε, πωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωωω.
(Εκείνη τη στιγμή νόμισα ότι πέρασε η Σκλεναρίκοβα έξω από το σπίτι του)
-Τι έγινε ρε;
-Έβαλε Μαρινέλλα το ράδιο.
Έχετε να πείτε κάτι; Η κυριαρχία της μικράς υπήρξε καθ’ολοκληρίαν. Κάπως έτσι ξέκοψε από την τάδε που έμενε στην Ιταλία γιατί η μικρά φοβόταν ότι θα της φάει τον άντρα. Και οι μήνες κυλούσαν. Και η καταπίεση μεγάλωνε. Αρχές Απρίλη και οι πανελλήνιες πλησίαζαν. Ο φίλος έπρεπε να μένει σπίτι για συμπαράσταση. Τολμήσαμε να βγούμε για ένα ποτό σε μπαρ. Τελικά είμαι μεγάλος διαφθορέας. Ο φίλος της στέλνει μήνυμα ότι θα πάμε για ποτό. Εκείνη απαντά «Δεν είναι δυνατόν εγώ να διαβάζω κι εσύ να διασκεδάζεις». Την παίρνει τηλέφωνο για να της εξηγήσει (άραγε τι;) κι εκείνη του λέει «Δύο άντρες δεν πάνε σ’ένα μπαρ για να τα πούνε, πάνε επειδή ψάχνονται». Του το κλείνει στη μούρη και το κλείνει γενικά γιατί έφριξε με όσα άκουσε η κοπέλα, αναστατώθηκε και θέλησε να ηρεμήσει. Ακους εκεί το γαιδούρι. Να πάει για ποτό με τον καλύτερο του φίλο ενώ αυτή διαβάζει επειδή σε δύο μήνες δίνει πανελλήνιες! Που ακούστηκε! Ακολούθησαν διάφορα τέτοια ασήμαντα περιστατικά εξαιτίας των παράλογων απαιτήσεων του φίλου μου αλλά νομίζω ότι όλα συνοψίζονται στο παρακάτω:
Ένας θεσμός ο οποίος καταφέρνει και επιβιώνει μέχρι σήμερα είναι και αυτός του γάμου. Όποιος παντρεύεται θα πρέπει να έχει έναν κουμπάρο. Ο κουμπάρος έχει διάφορες υποχρεώσεις. Σε κάποιες περιοχές το μπάτσελορ το κανονίζει ο γαμπρός και σε κάποιες άλλες ο κουμπάρος με τους φίλους του γαμπρού. Εγώ για να πω την αλήθεια ήξερα μόνο την πρώτη εκδοχή αλλά στο γάμο που κουμπάρος ήταν ο φίλος μου ο γαμπρός τα ήξερε αλλιώς κι έτσι πέταξε το μπαλάκι στον κουμπάρο. Κι εδώ γεννάται το πρόβλημα. Είστε όλοι τόσο κολλημένοι που πιστεύετε ότι επειδή ο κουμπάρος οργανώνει το μπάτσελορ πρέπει να παρευρεθεί κιόλας ε; Αμ δε! Αυτά είναι σκοταδιστικές και μεσαιωνικές αντιλήψεις. Ο κουμπάρος ο σωστός δεν πηγαίνει στο μπάτσελορ αλλά έχει την υποχρέωση να πάει να πάρει τη νεαρά από το αντίστοιχο μπάτσελορ της νύφης. Ναι μάλιστα έτσι είναι. Διότι η μικρά δεν σηκώνει και πολλά πολλά κι αν ο κουμπάρος εμφανιζόταν στο μπάτσελορ θα του έδινε τα παπούτσια στο χέρι. Κι εκεί που πιστεύεις ότι το ποτήρι θα ξεχειλίσει αυτό μόλις και μετα βίας διατηρεί μερικές σταγόνες στον πάτο. Ο καιρός τα έφερε έτσι ώστε ο Αύγουστος έπειτα από διάφορους μικροχωρισμούς μες στο χειμώνα να σημάνει το οριστικό τέλος. Κάθε πράγμα στον καιρό του κι ο κολλιός τον Αύγουστο που λέει και η παροιμία και οι περισσότεροι φίλοι του ζευγαριού ανακουφιστήκαμε σαν να είχαμε φάει All Bran με γάλα μαγνησίας, ακτινίδια και δαμάσκηνα. Και χθες έμαθα ότι όνειρο ήταν και πάει. Θυμάμαι το φίλο (ή μήπως πρέπει να τον αποκαλώ πλέον ακατανόμαστο) να μου λέει «Κάθε εβδομάδα τσακωνόμαστε και για κάτι». Και τώρα δε μπορεί να πετάξει εύκολα τέσσερα χρόνια. Λες και τέσσερα χρόνια τώρα δεν τα μάδαγε μέρα τη μέρα...