Thursday, July 26, 2007

+

Βγήκα από το μπάνιο, σκουπίστηκα προσεκτικά για να μη γεμίσω νερά και κρέμασα την πετσέτα στη θέση της αφού φόρεσα τα ρούχα μου. Έπειτα πήγα και ρύθμισα τα δύο ξυπνητήρια της για να σηκωθεί το πρωί με μια συντονισμένη παύλα κυκλωτική ενέργεια που περιλάμβανε τηλεφώνημα στο σταθερό και το διπλό χτύπημα του κινητού της. Οκτώ παρά είκοσι πέντε τηλεφώνημα με παράκληση από την άλλη άκρη για ξύπνημα στις οκτώ ακριβώς. Παρά τέταρτο χτύπημα του κινητού απ’ το επαναλαμβανόμενο ξυπνητήρι, ενώ παρά πέντε σειρά του απλού. Ακριβώς ήρθε ξανά και η σειρά μου. Διαπιστώνω πως ακόμη και στο ξύπνημα είμαι η αρχή και το τέλος αλλά θα συνεχίσω με την ιστορία μου. Εξόν λοιπόν από τα ξυπνητήρια, πήγα να της βάλω ένα ποτήρι νερό να έχει στο κομοδίνο της, το ασύρματο σταθερό για να μην το ψάχνει και φορτιστής για το κινητό αφού η μπαταρία ομολογουμένως δε βρίσκεται στα χάι της ακόμη κι όταν είναι πλάι της. Τελικά, αφού ύστερα από πολλά χάδια κατάφερε να ανοίξει τα μάτια της για να με χαιρετίσει, την έβαλα για ένα μπανάκι και της έστρωσα το κρεβάτι, κάτι που γενικά είχα να κάνω από τότε που είχα πάει στρατό κι αυτό δηλαδή τις πρώτες μέρες μόνο γιατί μετά το θεώρησα ως κάτι περιττό άρα και ως μη γενόμενο. Θυμάμαι πάντως πως είχε πλάκα να φτιάχνουμε τον περιβόητο φάκελο και δράττομαι της ευκαιρίας για να αναφερθώ στο φάκελο που έλαβα σήμερα και βρήκα τοποθετημένο στο γραφείο μου με σαφείς οδηγίες όμως στο να μην διαβάσω το περιεχόμενο του, παρά μόνο υπό ειδικές συνθήκες τις οποίες φρόντισα και τήρησα άμεσα. Μιλώντας όμως, πάλι για το χθες, η λέξη που μπορεί να χρησιμοποιήσει κανείς είναι η περιποίηση. Ε σαν τη δική της καμία. Μα καμία όμως. Τέτοια αφοσίωση δε βρίσκει κανείς, δεν είναι λίγες οι φορές που απλά σκέφτομαι στιγμές μας και ανατριχιάζω. Κι όσο διώχνουμε μακριά όλα αυτά τα μικροπροβλήματα της καθημερινότητας, τις ανασφάλειες, τις γουρουνιές, κ.λ.π. τόσο ανθίζει από μέσα ο καρπός. Κι αυτό το βλέμμα, το κρατώ σαν φυλαχτό, όρκοι, υποσχέσεις, γέλια, δάκρυα, πειράγματα, τσακωμοί, μα το βλέμμα ένα. Αυτό ποτέ δεν αλλάζει, σταθερό, αμετακίνητο, ευθύ. Είτε με μάτια λαμπερά, είτε με μάτια κουρασμένα, είτε με μάτια γελαστά, είτε με μάτια δακρυσμένα, το βλέμμα αυτό δεν αλλάζει. Ο δρόμος ένας, αλλάζει δύσκολα, περπατιέται εύκολα, ανάλαφρα, σε ξεκουράζει, είναι Σειρήνα που σου δείχνει το μονοπάτι της Αρετής. Είναι εκείνη.

Wednesday, July 25, 2007

Τσουνάμι


...καιρός να γίνει της καρακαριόλας.

Tuesday, July 17, 2007

I'm Finding It Harder To Be A Gentleman

Well I'm finding it harder
to be a gentleman every day
all the manners that I've been taught
have slowly died away
but if I held the door open for you
It would make your day

You think that I care
about me and only me
when every single girl needs help
climbing up a tree
well I know it don't take much
to satisfy me

Maybe it's whatever's in my mind
that's distracting me
but if i could find emotion
to stimulate devotion
well then you'd see

Well I'm finding it hard to say
that I need you twenty times a day
I feel comfortable so baby why
don't you feel the same?
have a doctor come and visit us
and tell us which one is sane

Well I never said I wouldn't
Throw my jacket in the mud for you
but my father gave it to me so
maybe I should carry you
then you said
"You almost dropped me"
so then I did
and I got mud on my shoes

Wednesday, July 11, 2007

Γελλάς - Τι θα γίνει φίλε μου μ' εμάς!


Στην αρχή ήταν απλά μια φήμη στη μπλογκόσφαιρα. Ήταν αρκετή όμως για να συνταράξει την πολιτική και επιχειρηματική ηγεσία του τόπου, που όπως ξέρουμε δεν ιδρώνει το αυτί της με τίποτα. Τα μεγαλοστελέχη της χώρας τηλεφωνιόντουσαν πανικόβλητοι «Είναι αλήθεια αυτό που λέγεται στους διαδρόμους?». Οι απαντήσεις κατάφεραν μόνο να θολώσουν το τοπίο, που ήδη μετά την υπόθεση των ομολόγων δε βλέπεις ούτε τη μύτη σου.

Τελικά ο κυβερνητικός εκπρόσωπος αναγκάστηκε να προβεί σε δηλώσεις, γιατί έπρεπε να φύγει και για διακοπές.
- Πράγματι κυρίες και κύριοι, στις 15 Ιουλίου θα κυκλοφορήσει μια εφημερίδα που γράφεται αποκλειστικά από μπλόγκερς!

Ταραταντάν! Τέτοιο σούσουρο στην αίθουσα είχαμε να δούμε από την παραίτηση Τσιτουρίδη.
- Αληθεύει ότι θα σατιρίζει τους πάντες και τα πάντα? ρώτησε δημοσιογράφος μεγάλης εφημερίδας, ενώ έτρωγε πασατέμπο και τα νύχια του.
- Ακόμα και τους εαυτούς τους και με αυτό σίγουρα δεν μπορούμε να τα βάλουμε, έκανε ο Τεό με σκυμμένο το κεφάλι..

Δεν επέτρεψε άλλες ερωτήσεις. Πήρε αργά το βήμα του και βγήκε από την αίθουσα, γιατί τον περίμενε ο Κώστας στο Μαξίμου για ούζα και αν αργούσε θα τέλειωνε πάλι όλους τους μεζέδες.

Saturday, July 07, 2007

Πότε θα φύγει επιτέλους ο πούστης;

Έχουμε και πρωινό ξύπνημα.

Friday, July 06, 2007

Για σένα...


Οι Ολυμπιακές Αερογραμμές σας καλωσορίζουν στην πτήση 940 Αθήνα - Αλεξανδρούπολη και σας εύχονται καλά ξυπνητούρια διότι τι άλλο να ευχηθείς σε έναν άνθρωπο που χάρη σ’ εκείνη και την καλή της μνήμη, την οποία εδώ που τα λέμε δεν την έχει πάντα αλλά ευτυχώς που σήμερα την είχε και τώρα εγώ τρέχω και δε φτάνω. Να πάρω τηλέφωνο στη δουλειά, να βρω το τηλέφωνο του οδηγού και να του πω ότι η πτήση μου δεν είναι 7:30 αλλά 5:30 οπότε και το ραντεβού μας μετατίθεται για δύο ώρες αργότερα. Τώρα πως είναι δυνατόν, ένας άνθρωπος που δεν θυμάται τι ακριβώς λέγατε επί δύο σχεδόν ώρες (βλέπε και σχετική φώτο) αλλά θυμάται κάτι με το οποίο επίσης δεν έχει και την καλύτερη σχέση (βλέπε πρωινό ξύπνημα) είναι ένα μυστήριο. Αλλά επιτρέψτε μου να σας μιλήσω λίγο για τον άνθρωπο αυτό με τα μαργαριτάρια και δεν αναφέρομαι στα γλωσσικά σαρδάμ που ενίοτε κάνει. Και με τη συνοδεία των Snow Patrol « Light up, light up / As if you have a choice / Even if you cannot hear my voice / I'll be right beside you dear» για ν’ ακούει και να μη φοβάται. Και δεν εννοώ την πτήση. Ξέρει εκείνη. Με θέα το Καβούρι και τον ήχο της θάλασσας, με απροσδόκητες επισκέψεις από ζώα του δάσους και με εμφάνιση αεροσυνοδού αφού είχε προηγηθεί ένα ποτό στα γρήγορα στο Γκάζι και με τα πολλά χιλιόμετρα στο γυρισμό να φέρνουν στο νου της παλιές συνήθειες, καινούριες ομοιότητες μα πάντα την ίδια βάση, την αγάπη της. Ξαπλωμένος δίπλα της, για πρώτη φορά χωρίς βιασύνες, χωρίς να πρέπει να φύγω σαν τον κλέφτη μες στη νύχτα, χωρίς να μείνει με το παράπονο ότι θα ξυπνήσει και δε θα με βρει δίπλα της, χωρίς να ροχαλίζει, μόνο με κεριά να φωτίζουν το χώρο κι ένα ράδιο να παίζει σε χαμηλή ένταση όλο το βράδυ, τραγούδια που στην πλειονότητα τους ακούμε και λέμε ότι έχουν γραφεί όχι απλά για εμάς αλλά και για εκείνη τη στιγμή που ζούμε όταν τ’ ακούμε. Και το ξύπνημα μοναδικό, το καλύτερο όλων, με περιποίηση που περιελάμβανε από ντύσιμο μέχρι πλύσιμο, μοναδική αφοσίωση, μοναδική εμπειρία για μένα, υπόσχεση για τα επόμενα μαζί με πρωινά που δε θα έχουν μόνο χυμό και κορν φλέικς. Αυτά τα πρωινά λοιπόν είναι το φυλαχτό της κι η ανάσα της για τις μέρες που έρχονται. Και που θα περάσουν πιο γρήγορα απ’ όσο φαντάζεσαι.

Δεκαπέντε χρόνια πριν

Άκουσα αυτόν εδώ τον τύπο τότε, για πρώτη φορά και είχα συγκλονιστεί από το ταλέντο του. Απίστευτη μουσική από έναν μάλλον άγνωστο μουσικό στην Ελλάδα εκείνα τα χρόνια. Θυμάμαι τον Οκτώβρη που της είχα αφιερώσει ένα τραγούδι του και δάκρυσε. Η αγάπη της είναι πιο οικουμενική κι από τη μουσική. Τώρα που φεύγω θα έχω μαζί μου όλα τα cd του, για να μου τη θυμίζουν.

Thursday, July 05, 2007

National Road

Ήταν ένα από εκείνα τα μαγαζιά που κάθε χρόνο αλλάζουν όνομα και σχήμα, μα η πελατεία μένει πάντα σταθερή. Εγώ το γνώρισα ως «caramela live» και από τότε δεν επέτρεψα στον εαυτό μου να ξαναπάει. Η παρέα ήταν κάπως άκυρη, ένα ζευγάρι πρόσφατα αρραβωνιασμένο, ο ξάδερφος της κοπέλας κι εγώ σ’ ένα τραπέζι που για να το κλείσουμε χρειάστηκε η μεσολάβηση διάσημου γιατρού της πόλης. Η πρώτη τραγουδίστρια που εμφανίστηκε ήταν μια μετριότητα, τόσο από εμφάνιση, όσο και από φωνή. Ξανθό μαλλί, βυζί τούμπανο σιλικονάτο και άχαρη κίνηση.

Μόλις όμως βγήκε η δεύτερη χρειάστηκε να κατεβάσω μια γενναία γουλιά από το ουίσκι μου. Πράσινα μάτια που έβρισκαν στόχο με τη μία, μαύρα μαλλιά, ψηλή και με πολύ στητό στήθος μετρίου μεγέθους του οποίου τις ρώγες άρχισα να φαντάζομαι στο στόμα μου αυτόματα μόλις την είδα. Παρήγγειλα αμέσως δέκα πανέρια με λουλούδια και της τα έριξα. Μου χαμογέλασε και μου επέστρεψε μερικά. Αν ήμουν στο Φάληρο, ήξερα ότι θα μπορούσα να σπάσω και μερικά πιάτα, αλλά αυτή η επιλογή στο μαγαζί που ήμουν δεν υπήρχε κι έτσι μόνο με πανέρια μπορούσα να εκτονωθώ. Στη συνέχεια βγήκε το μεγάλο όνομα το μαγαζιού αλλά εμένα ο νους μου ήταν αλλού. Περίμενα τη δεύτερη εμφάνιση της και φανταζόμουν πως θα’ ναι το φόρεμα της.

Μαύρο όπως το περίμενα, μ’ ένα θανατερό σκίσιμο, η θέα από τα μπούτια της μέσα απ’ τις μαύρες κάλτσες με τρέλαινε όσο τίποτα άλλο. Όταν έφυγε απ’ την πίστα περίμενα πέντε λεπτά και πήγα να τη βρω στο καμαρίνι της. Πήρα από το μπαρ μια σαμπάνια και δύο ποτήρια και μπήκα χωρίς να περιμένω ν’ ακούσω τα καθιερωμένα ύστερα από ένα χτύπημα πόρτας. Φορούσε μόνο τις κάλτσες της, τις ψηλοτάκουνες γόβες της κι ένα στραπλες σουτιέν. Είχε βγάλει το φόρεμα και γύρισε τρομαγμένη να δει ποιος μπήκε χωρίς να προλάβει να κρύψει το κοντοκουρεμένο μουνάκι της. Άνοιξα τη σαμπάνια και σερβίρισα, ενώ εκείνη φόρεσε ένα κοντό και άνετα φορεματάκι που το είχε μάλλον για τα ενδιάμεσα του προγράμματος.

Με ευχαρίστησε για τα πολλά λουλούδια και κόλλησα τα χείλη μου στα δικά της. Δεν την άφηνα να πάρει ανάσα κι έτσι εκείνη άφησε το ποτήρι με τη σαμπάνια να πέσει κι άρχισε να μου χτυπάει τους ώμους με τις γροθιές της ενώ εγώ την έσφιγγα με το ένα χέρι από τη μέση πάνω μου και το άλλο της κρατούσε σταθερά το κεφάλι. Χαλάρωσα την πίεση κι έφερε τα χέρια της γύρω από το λαιμό μου χαϊδεύοντας τα μαλλιά μου κι άρχισα να τη ρουφάω στο λαιμό. Έριξα την τιράντα από το φόρεμα της και η γλώσσα μου πήγε από το λαιμό στους ώμους της για να κατέβει ως το στήθος της που είχα προηγουμένως απελευθερώσει από τα δεσμά του σουτιέν. Οι ρώγες της σκλήρυναν κι εγώ τις πήρα αμέσως στο στόμα μου, δεν τις χόρταινα, τις ρουφούσα, τις έγλειφα, τις πιπιλούσα, τις δάγκωνα ενώ με τα χέρια μου πίεζα το στήθος της.

Το χέρι της διέτρεξε όλη την πλάτη μου και τελικά το έφερε μπροστά για να μου πιάσει τον πούτσο. Πάντα με το ένα χέρι μου κατέβασε το φερμουάρ και τον έβγαλε έξω. Άφησα τις ρώγες της κι εκείνη γλίστρησε προς τα κάτω και τον πήρε στο στόμα της. Τον έγλειφε με φρενήρη ρυθμό ενώ εγώ της έλεγα πως είναι η καλύτερη πουτάνα. Τη σήκωσα και την έβαλα πάνω στην τουαλέτα σπρώχνοντας τα καλλυντικά της. Έμπαινα γρήγορα και βίαια μέσα της ενώ εκείνη άφηνε τα σημάδια της στην πλάτη μου χρησιμοποιώντας τα νύχια της. Την χαστούκιζα στο πρόσωπο κι εκείνη προσπαθούσε να με δαγκώσει.

Την έβαλα να καθίσει στα τέσσερα σε μια πολυθρόνα που υπήρχε εκεί και μ’ ένα φουλάρι που είχε της έδεσα τα μάτια. Πήρα και μια λεπτή κόκκινη ζώνη που ήταν κρεμασμένη σ’ έναν καλόγερο και άρχισα να τη μαστιγώνω. Τινάχτηκε στην αρχή κι έτσι αναγκάστηκα να της δέσω και το στόμα μ’ ένα δεύτερο φουλάρι για να μην μπορεί να ουρλιάξει και ν’ ακούγονται μόνο τα βογκητά της. Το σώμα της γυάλιζε από τον ιδρώτα, άφησα τη ζώνη και τα χέρια μου πήγαν ξανά στο στήθος της. Τσιμπούσα και έτριβα τις ρώγες της και είχα έρθει τόσο κοντά της που ο πούτσος μου άγγιζε το μουνί της αλλά δεν της τον έβαζα.

Προσπαθούσε να μιλήσει αλλά το φουλάρι την εμπόδιζε, της χτυπούσα τα κωλομάγουλα και έβγαζε αναστεναγμούς ευχαρίστησης, της είπα ότι θα τη γαμήσω μόνο από κώλο έτσι στεγνά και πάλι κάτι προσπάθησε να πει αλλά η προσπάθεια της ήταν μάταιη. Τον ακούμπησα στον κώλο της κι άρχισε να κουνιέται προσπαθώντας ν’ αποφύγει το μοιραίο. Ξαναπήρα τη ζώνη στα χέρια μου και της έδωσα να καταλάβει ότι δεν πρόκειται να τ’ αποφύγει γι’ αυτό θα ήταν καλύτερα να σταματήσει ν’ αντιστέκεται. Ελευθέρωσα το στόμα της και τα πρώτα της λόγια ήταν «γάμησε με σε παρακαλώ, χώσ’ τον μου αμέσως, σε ικετεύω». Έβαλα το χέρι μου στο μουνί της, έκαιγε, κι έσκυψα για να το γλείψω. Η κλειτορίδα της είχε πρηστεί και η γλώσσα μου έπαιρνε όλα τα υγρά της. Πήρα το φουλάρι και την σκούπισα κι ύστερα σηκώθηκα όρθιος και μπήκα απότομα μέσα της έτσι όπως ήταν σχεδόν στεγνή. Της τράβαγα τα μαλλιά και τη σφυροκοπούσα χωρίς οίκτο, χωρίς να με νοιάζει αν πονάει μέχρι που δεν κρατήθηκε άλλο κι έχυσε απανωτά δύο φορές.

Τότε, με τον πούτσο λουσμένο απ’ τα υγρά της και χωρίς να το σκεφτώ δεύτερη φορά τον κάρφωσα στον κώλο της και με το χέρι μου της έκλεισα το στόμα. Με δάγκωσε τόσο δυνατά που νόμισα ότι θα μου έχει κόψει τα μισά δάχτυλα. Με το χέρι μου πάντα μέσα στο στόμα της την εκθείαζα για τον κώλο της κι εκείνη τον κούναγε για να με φτιάξει περισσότερο. Έχυσα μέσα της αλλά δεν την άφησα να σηκωθεί γιατί ήθελα να κοιτάζω τα χύσια μου να στάζουνε και να κυλάν σιγά σιγά προς τα έξω. Τα πήρε με τα δάχτυλα της και τα έγλειψε. Στη συνέχεια κάθισα εγώ στην πολυθρόνα κι εκείνη γονατιστή ξεκίνησε να με γλείφει από τα πόδια μέχρι τον πούτσο. Την έβαλα να ξαπλώσει στο πάτωμα και ν’ αυνανιστεί. Με το ένα χέρι έτριβε την κλειτορίδα της και με το άλλο εναλλάξ τις ρώγες της. Μόλις έχυσε, μπήκα μέσα της και έσφιξε τα πόδια της γύρω από τη μέση μου. Τα τακούνια της με κάρφωναν αλλά αυτό μ’ έκανε να τη γαμάω πιο δυνατά και να τη βάζω να μου λέει πόσο καριόλα είναι και πόσο πολύ γουστάρει να πηδιέται.

Ήρθε από πάνω μου και κουνούσε τη μέση της δαιμονισμένα. Η ευλυγισία και η ταχύτητα της ήταν κάτι που δεν είχα ξαναδεί σε όλη τη ζωή μου, ανεβοκατέβαινε απίστευτα γρήγορα ή κουνιόταν κυκλικά ενώ εγώ έπαιζα με το στήθος της ή την χαστούκιζα στον κώλο. Τα υγρά της δεν άργησαν να με πλημμυρίσουν. Έπεσε σχεδόν ξέπνοη πάνω μου και οδήγησα το κεφάλι της στον πούτσο μου. Τον ρούφηξε χωρίς δισταγμό και τη στιγμή που είχε στο στόμα της τ’ αρχίδια μου την έχυνα στο πρόσωπο κι εκείνη με κοίταζε με το πιο καυλιάρικο βλέμμα που είχα δει ποτέ. Έφυγα από την πίσω πόρτα του μαγαζιού έχοντας ως λάφυρο στην τσέπη μου τις κάλτσες της.

Tuesday, July 03, 2007

Στο γάμο του Καραγκιόζη

Όσο θέλεις βρόντα

Monday, July 02, 2007

Διαδρομές

- Φεύγεις για Αλεξανδρούπολη.
- Πότε;
- Το Σάββατο.
- Για πόσο;
- Όσο χρειαστεί να τους στρώσεις. Κλείσε εσύ ξενοδοχείο και αυτοκίνητο, θα πας απροειδοποίητα.
- Να φύγω Κυριακή τότε;
- Γιατί;
- Γιορτάζει η μάνα μου το Σάββατο.
- Θα της ευχηθείς το πρωί, πρέπει το Σάββατο να είσαι εκεί.

Μη με φιμώνεις

Είναι ο μόνος τρόπος για ν' ακούσεις όσα δεν πρόκειται να πω.

Sunday, July 01, 2007

givin' yourself to me can never be wrong If the love is true

Έτσι μου σιγοτραγούδησε εκείνο το πρωινό που με δυσκολία μπορούσα ν’ ανοίξω τα μάτια μου ενώ για να σηκωθώ ούτε λόγος. Ήρθε πλάι μου, με γύρισε μπρούμυτα κι άρχισε να με τρίβει. Είχα αρχίσει να χαλαρώνω κάπως και με γύρισε ανάσκελα για να με ντύσει. Έκανε όλες τις κινήσεις μόνη της, χωρίς την παραμικρή βοήθεια από εμένα και σε χρόνο ρεκόρ βρέθηκα με παντελόνι, μπλουζάκι και παπούτσια. Με βοήθησε να σηκωθώ και πήγαμε στο μπάνιο. Μου έπλυνε τα δόντια και με χτένισε. Πήγαμε στην κουζίνα και μου έφτιαξε πρωινό, το έφαγα βιαστικά και με πήγε ως το αυτοκίνητο. Όλη αυτήν την ώρα τα φιλιά και τα γλυκά της λόγια δεν είχαν σταματήσει. Μπήκα μέσα, κατέβασα το παράθυρο με φίλησε και ξεκίνησα. Το αεράκι που με χτυπούσε έφερνε το άρωμα της παντού κι εγώ θα έφτανα στο γραφείο ευδιάθετος, παρόλο που εκεί με περίμεναν ένα σωρό σκοτούρες.

Έτσι γίνεται κάθε φορά, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, για τη μία ή την άλλη περίσταση. Κάθε φορά το απόλυτο δόσιμο, κάθε φορά να νιώθω ότι δε γίνεται περισσότερο κι όμως να με περιμένει μια ευχάριστη έκπληξη την επόμενη φορά. Το κοίταγμα, το άγγιγμα της, η λατρεία της. Υποταγμένο το εγώ και τα θέλω της μπροστά στα δικά μου, ακόμη κι όταν είναι άρρωστη ρωτάει τι θέλω να μου φτιάξει, είναι έτοιμη ενώ δε μπορεί να σηκωθεί από το κρεβάτι να φτάσει οπουδήποτε για να φέρει αυτό που θα της ζητήσω. Σαν τον Οβελίξ κι εγώ, έπεσα στο τσουκάλι της αγάπης της.