Saturday, March 31, 2007

How Far?

13 λεπτά
9 χιλιόμετρα
2,5 οργασμοί
2 κράμπες
23 αναπάντητες
2 αφιερώσεις
1 λαμπάδα

Ανάσταση

Thursday, March 29, 2007

Αγνωμοσύνη

Με Άλφα κεφαλαίο.

Ακατάλληλη σκηνή

Είναι Δευτέρα βράδυ κι έρχεται μια φίλη από το σπίτι για να της κατεβάσω κάτι αιτήσεις από το ιντερνετ που θέλει, να της κάνω και τις σχετικές εκτυπώσεις και ως ανταπόδοση μου προτείνει να πάμε για ένα ποτό. Αν και δε διψούσα, επειδή πρόσφατα είχα απορρίψει μία πρόταση για μπύρα, δε θεώρησα σώφρων να πω όχι διότι σκέφτηκα ότι το κακό δε θ’ αργούσε να τριτώσει και ποιος ξέρει τι τραγικά αποτελέσματα θα είχαμε μετά. Φοράω κάτι πρόχειρο και ξεκινάμε για το ζου στο Χαλάνδρι με προοπτική να καταλήξουμε τελικά στην καντίνα του Γιάννη. Πράγματι ήπιαμε από δύο ποτά και ξεκινήσαμε για τη μάσα. Το ένα βρώμικο ήταν αρκετό για να δημιουργηθεί μεταξύ μας ένα κάπως ιδιαίτερο κλίμα. Δίχως πολλά λόγια μπήκαμε στο αυτοκίνητο της για να με επιστρέψει σπίτι. Καβαλάει το πεζοδρόμιο και τραβάει χειρόφρενο. Σβήνει φώτα μηχανή μα δεν κατεβαίνει ο επικεφαλής. Δεν ήταν τόσο το κρεμμύδι που με έριξε όσο η ματ κίνηση της με την πλάτη του καθίσματος. Με την ηλιοροφή κλειστή μόνο τον ουρανό του αυτοκινήτου μπορούσα να δω και αυτόν όχι για πολύ αφού λίγα δευτερόλεπτα μετά συνέβη μια διπλή ολική έκλειψη ηλίου όπου τα δύο έκκεντρα φεγγάρια κάλυψαν από ένα μάτι. Η παράδοση μου ήταν άνευ όρων. Τα χέρια μου χανόταν στο σώμα της, απ’ τα μαλλιά μέχρι όπου μπορούσα να φτάσω, κάποιες φορές και με τη βοήθεια της χειρολαβής. Οι αναρτήσεις του αυτοκινήτου σίγουρα χαλάρωσαν κάπως ενώ και οι βίδες του καθίσματος μάλλον χρειάζονται σφίξιμο. Και αφού το κούνημα του αυτοκινήτου ολοκληρώθηκε κουλουριασμένη σε ζόρικη στάση άρχισε τα μεθεόρτια για την παγκόσμια ημέρα της 14ης Μαρτίου. Η μουσική που ως τότε δε μας είχε απασχολήσει ιδιαίτερα έγινε αφορμή για ένα νευρικό γέλιο μέχρι δακρύων αφού ο στίχος έλεγε «Σαν κύμα φτάνω στο λαιμό σου / εγώ σ’ ευχαριστώ / και ας πνιγώ για το καλό σου». Το μόνο που τελικά με προβληματίζει είναι πως είδα σε κάποιο μπαλκόνι της γειτονιάς μια αντρική φιγούρα να καπνίζει. Καλά λένε λοιπόν πως χρειάζεται μετά το σεξ.

Wednesday, March 28, 2007

Συμπαράσταση

Μία φίλη αποφάσισε να ξεκινήσει δίαιτα γιατί πραγματικά το έχει παρακάνει και χωρίς υπερβολή εξαφανίζει ότι φαγώσιμο μπορεί να βρεθεί μπροστά της εκτός ίσως από το αρνάκι το σουβλιστό. Η cyber στάνη πάντα κοντά στις ανθρώπινες ανάγκες και αδυναμίες πρωτοπορεί και συμπαραστέκεται στην προσπάθεια αυτή την οποία να τονίσουμε επίσης ότι επιβραβεύει και με το παραπάνω. Δυο τραγουδάκια λοιπόν ν'ακούς φανατική θαυμάστρια του μπλογκ αυτού για να ξέρεις ότι εκεί έξω υπάρχουν και άνθρωποι που ενώ τσακίζουν παϊδάκια σκέφτονται ότι εσύ πεινάς και τρώνε με βαρύ το αίσθημα της ευθύνης. Άντε αφιερωμένα στα περιττά κιλά σου :-)

Κάτω απ’ το πουκάμισο μου
Η κοιλιά μου κλείνει
Κι αν το βράδυ γουργουρίζει
Δείξε καλοσύνη

Φάγαμε ψητά ωραία
Έχουμε αποδείξεις
Τα κιλά μας τα περίσσια
Άντε να τα σβήσεις

Τα παράνομα σουβλάκια
Τα ‘χω κόψει σ’ το ‘χω πει
Βγάζω τα μισά απ’ το πιάτο
Και τα τρώει το σκυλί

Κάτω απ’ το πουκάμισο μου
Η κοιλιά μου κλείνει
Κι αν το βράδυ γουργουρίζει
Δείξε καλοσύνη

Πρώτη μου βραδιά στην πείνα
Μα όχι τελευταία
Τα πετάω όλα εκείνα
Που έφαγα λαθραία

Να παχαίνω είναι κρίμα
Δεν αντέχω άλλο
Να φοράω παντελόνια
Και να μη χοράω

Τα παράνομα σουβλάκια
Τα ‘χω κόψει σ’ το ‘χω πει
Βγάζω τα μισά απ’ το πιάτο
Και τα τρώει το σκυλί

Κάτω απ’ το πουκάμισο μου
Η κοιλιά μου κλείνει
Κι αν το βράδυ γουργουρίζει
Δείξε καλοσύνη

Πάμε και για το 2ο:

Το τελευταίο βρώμικο
Απόψε θα το φάω
Και όσοι χόρτασαν πολύ
Τώρα που φεύγω απ’ το φαί
Δίαιτα θα τους κάνω

Όλα είναι μια θερμίδα
Μια μπριζόλα, λίγη σως
Σαν αρνάκι μες στη σούβλα
Θα γυρνάμε τη λαμπρή.

Εγώ όταν τρώω δε χωρά
Δεύτερος στο τραπέζι
Οι πίτσες κι όλα τα ψητά
Κάθονται πάντα χαμηλά
Και γίνονται ψωμάκια

Όλα είναι μια θερμίδα
Μια μπριζόλα, λίγη σως
Σαν αρνάκι μες στη σούβλα
Θα γυρνάμε τη λαμπρή.

Δύο μερίδες έφαγα,
Ήπια πολύ και έσκασα
Ένα ζαντάκ πήγα να βρω
Μα χρειάστηκα ένα γιατρό
Τσάκισα κι ένα παγωτό

Όλα είναι μια θερμίδα
Μια μπριζόλα, λίγη σως
Σαν αρνάκι μες στη σούβλα
Θα γυρνάμε τη λαμπρή.

Sunday, March 25, 2007

Το λάβαρο

Βλέποντας γι’ άλλη μία φορά το ελληνικό Braveheart, τους Σουλιώτες και ντιπάροντας κρακεράκια και φέτες μπακαλιάρου μέσα στη σκορδαλιά δε θα ήταν δυνατόν να μην ξυπνήσει το επαναστατικό πνεύμα μέσα μου και να μη φωνάξω «Γιούρια – Γιούρια στον ντορβά με τα κουλούρια», φράση που μεγάλωσε γενιές και γενιές όπως ακριβώς έκανε και το Γάλα Βλάχας ή ο Έλβις Πρίσλει. Δε ξέρω αν ένα ποτό θα επιβαρύνει ή θα σώσει την κατάσταση πάντως εγώ το χρειάζομαι τώρα και προσπαθώ να σκεφτώ τι θα ήθελα να συνδυάσω με μια γκαζόζα ΕΨΑ που έχω ανοίξει ήδη και είναι αμαρτία να την πιω σκέτη. Είναι οι ώρα αυτή που οι πνιχτές ανάσες, τα προδομένα φιλιά, οι τύψεις κι οι αμφιβολίες γίνονται ένα πάνω σ’ ένα κρεβάτι κάτω από κόκκινα φώτα, σχεδόν τόσο κόκκινα όσο το αίμα που όμως δεν εμπόδιζε αυτήν την ιερή στιγμή διότι μη ξεχνάμε είναι και ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου κι αυτό οπωσδήποτε έντυνε με το μανδύα του αυτό το απόγευμα, το πρώτο μεγαλύτερο αυτής της άνοιξης κι ας μένουν μόνο είκοσι λεπτά μέχρι το τέλος. Ή μήπως περισσότερα; Ο χρόνος ήταν πάντα ύπουλος και σίγουρα επαγγελματίας παίκτης στο μπλακ τζακ. Στην Κόρινθο αδερφές μου, στην Κόρινθο.

Υ.Γ.: Πόσες φορές θ'αλλάξεις τ' όνομα σου σε Πέτρος;

Saturday, March 24, 2007

Five to One

“Your ballroom days are over, baby / Night is drawing near” έλεγαν στο ομώνυμο τραγούδι οι Ντορς αν κι εγώ πάντα ήθελα ένα πιο ζόρικο ντουέτο, Ζώρζ Πιλαλί μαζί με Ρίτα Σακελλαρίου και να πάρει φωτιά το παλκοσένικο. Είχα ανοίξει τα παράθυρα στο αυτοκίνητο κι έμπαινε όλος ο ήλιος μέσα, μ’έκαιγε σχεδόν κι όμως αν κοίταζες το ημερολόγιο θα έλεγες ότι είναι χειμώνας ακόμη. Κανείς δε μπορούσε όμως να καταλάβει ότι ήταν χειμώνας. Έξω υπήρχε ο ήλιος, μέσα αυτή η σκληρή κρούστα που είχα αφήσει να σκεπάσει τις αισθήσεις και τις αλήθειες μου. Οδηγούσα αφηρημένος, κοίταζα τον ήλιο και πονούσαν τα μάτια μου, το λευκό το χρώμα έσβηνε το τοπίο μπροστά μου κι ύστερα σιγά σιγά το άσπρο γινότανε θαμπό και το θαμπό άνθρωποι, αυτοκίνητα και κτίρια. Σε μια τέτοια εναλλαγή άφησα το γκάζι και πάτησα απότομα το φρένο, τα λάστιχα άρχισαν να μυρίζουν και μια φωνή ακούστηκε μα δε μπόρεσα να καταλάβω τι είπε. Βγήκα έξω και την είδα να κλαίει καθισμένη στην άσφαλτο. Τη βοήθησα να σηκωθεί και την πήγα μέχρι το αυτοκίνητο. Μάζεψα τα πράγματα που της έπεσαν και τα έβαλα στα πίσω καθίσματα. Δε σταματούσε να κλαίει, πήγα να βρω περίπτερο για νερό και χαρτομάντιλα. Όταν γύρισα έκλαιγε ακόμη, τη σκούπισα και της έδωσα λίγο νερό. Την πονούσε ο αστράγαλος κι έβγαλε τις γόβες της. Μου ζήτησε συγγνώμη και γέλασα. Έφευγε από τη δουλειά της και πέρασε από το σούπερ μάρκετ που ήταν εκεί δίπλα να πάρει κάτι πραγματάκια. Επειδή δεν ήθελε να κουβαλάει πολλές σακούλες τα στρίμωξε όλα σε δύο και η μία κόπηκε την ώρα που περνούσε το δρόμο. Έσκυψε να τα μαζέψει κι όταν με είδε να πηγαίνω καταπάνω της έπεσε κάτω απ’ την τρομάρα της σίγουρη ότι θα πεθάνει. Είχα προλάβει να σταματήσω σχεδόν ένα μέτρο πριν το σώμα της κι όταν τη σήκωσα εκείνη νόμιζε ότι είχα ήδη περάσει από πάνω της. «Έχω γενέθλια αύριο, αυτή ήταν η πρώτη μου σκέψη. Ότι δε θα προλάβω να κλείσω τα 32». Την πήγα σπίτι της και με κάλεσε για καφέ. Ανεβήκαμε και αφού τακτοποίησε τα πράγματα στα ντουλάπια μου ζήτησε δέκα λεπτά για να κάνει ένα ντους. Προσφέρθηκα να φτιάξω τους καφέδες όσο εκείνη θα ήταν στο μπάνιο και μου έδειξε τα σύνεργα. Σέρβιρα στο τραπέζι της κουζίνας και πήγα μπροστά στη βιβλιοθήκη να χαζέψω ταινίες, σιντί και βιβλία. Ήρθε πίσω μου αθόρυβα καθώς διάβαζα όρθιος ένα μικρό και φθαρμένο βιβλιαράκι. «Ας καθίσουμε στο σαλόνι, είναι πιο άνετα», είπε και πιάσαμε από έναν καναπέ. Εγώ καθόμουν με το αριστερό μου χέρι στο μπράτσο ελαφρά γερμένος κι εκείνη σχεδόν ξαπλωμένη με μια μαξιλάρα στην πλάτη της και τα πόδια της ν’ακουμπούν στο μπράτσο του άλλου καναπέ. Τα μάτια μου δε μπορούσαν να ξεκολλήσουν από τα κατακόκκινα νύχια της όσο εκείνη μου μιλούσε για τα περσινά της γενέθλια και τις ετοιμασίες που σκοπεύει να κάνει φέτος. Πήρα στα χέρια μου το δεξί της πόδι και πριν προλάβει να μιλήσει το έφερα στο στόμα μου κι άρχισα να γλείφω τα δάχτυλα της. Ακούμπησε το άλλο της πόδι στον ώμο μου κι έκλεισε τα μάτια της. Τράβηξα τη φόρμα της, δε φορούσε εσώρουχο, η γλώσσα μου πήγε πίσω απ’ τη γάμπα της κι ανέβηκε προς τα πάνω. Τα χέρια της πίεζαν τον πρόσωπο μου όταν κι οι δυο πεταχτήκαμε απότομα από το χτύπημα του κουδουνιού. Φόρεσε όπως όπως ξανά τη φόρμα της κι έτρεξε να δει πως είναι. Εγώ άρχισα τις βαθιές ανάσες και ξαναπήγα μπροστά στη βιβλιοθήκη. Είχε ξεχάσει ότι θα ερχόταν μια φίλη της να τη βοηθήσει με το σπίτι. Της διηγήθηκε την ιστορία και την τρομάρα που πήρε ενώ εγώ έγραφα το τηλέφωνο μου μ’ ένα μολύβι για τα μάτια που είχα βρει πρόχειρο, στο πρώτο βιβλίο που είχα ανοίξει. Την επόμενη το μεσημέρι μου τηλεφώνησε για να με καλέσει σπίτι της το βράδυ στο μικρό πάρτι που ετοίμαζε. Είχε champion’s league αλλά δέχτηκα και βγήκα το απόγευμα στα μαγαζιά για να της πάρω κάποιο δώρο. Σκέφτηκα ότι ένα κόσμημα θα ήταν ότι πρέπει για την περίσταση κι έτσι μπήκα στο πρώτο φαρμακείο που βρήκα για ν’αγοράσω το δαχτυλίδι της Durex. Αποφάσισα να της πάρω και μια ταινία και πήρα το «The French Connection» δίνοντας στον υπάλληλο και το κουτάκι με το δαχτυλίδι για να το τυλίξει στη συσκευασία του δώρου. Η βραδιά κύλησε ευχάριστα κι αισθανόμουν λες και είχα πάει σε συγκέντρωση με πρόσωπα οικεία από καιρό. Φεύγοντας μου έδωσε ένα πεταχτό φιλί στο μάγουλο και με το σημάδι απ’ το κραγιόν οδηγούσα μεθυσμένος απ’ το άρωμα και τη θύμηση της. Δεν είχα απομακρυνθεί πολύ όταν έφτασε ένα μήνυμα στο κινητό μου. «Τρύπωσες στη ζωή μου επικίνδυνα. Ήσουν ο αρουραίος που με τρόμαξες και γίνεσαι το χάμστερ που...
Τα φώτα από απέναντι με τρόμαξαν, πέταξα το τηλέφωνο και πάτησα την κόρνα μαζί με το φρένο. Κόκκινο πια στο μάγουλο μου δεν ήταν μόνο το σημάδι απ’ τα χείλη της.

Οι λέξεις που είχα απ' την τσέρι ήταν φαρμακείο, αρουραίος, γενέθλια, μολύβι ώμος και ακολούθησα την τακτική της για τη συγγραφή αυτού του κειμένου. Τα παιχνίδια άλλωστε πρέπει να παίζονται επί ίσοις όροις.

Mute

Βγήκα στο μπαλκόνι και χάρηκα τον αέρα. Σκέφτηκα ότι θα με χτυπήσει στο πρόσωπο, φόρεσα το μπουφάν και κατέβηκα με τις σκάλες γρήγορα. Ανέβηκα και ξεκίνησα, η ώρα ήταν 8:30 κι εγώ έπρεπε να είμαι στις 11 στο Γαλαξία. Πέρασα τα διόδια και τα μάτια μου είχαν αρχίσει ήδη να δακρύζουν. Έφτασα κι έμεινα να κοιτάζω τη θάλασσα. Δε σάλευε. Ήταν σχεδόν νεκρή. Δύο ώρες αργότερα νιώθω κάτι να με γαργαλάει στο μπούτι. Συνειδητοποιώ ότι είναι η δόνηση από το τηλέφωνο. Έχω αργήσει. Ευτυχώς που δεν σταματάμε σε αυτά τα διόδια σκέφτομαι και ξεκινάω. Δεν καταλαβαίνω τι γίνεται γύρω μου, τα δάκρυα κυλάνε στα μάγουλα κι ούτε κλεφτές ματιές στο ρολόι δεν προλαβαίνω να ρίξω. Είμαι πλέον σε γνώριμα φώτα, στα φώτα της πόλης κι αισθάνομαι βέβαιος ότι θα προλάβω ώσπου στο φαινομενικά άδειο στενάκι κάποιος αποφασίζει να ξεπαρκάρει χωρίς να έχει ανάψει φώτα και ακόμα χειρότερα χωρίς να κοιτάξει. Ο αγκώνας μου βρίσκει στην κολόνα του. Ανοίγει το παράθυρο και βριζόμαστε για λίγο. Φεύγω και ξέρω ότι έχω αργήσει. Μπαίνουμε στην αίθουσα με δύο λεπτά καθυστέρηση. Τελικά είχε δοκιμάσει κόκα κόλα όπως σωστά υπέθεσα.

Thursday, March 22, 2007

Ναυάγια

Πέταξαν τη σχεδία τους στον ωκεανό και πορευτήκανε. Η ελπίδα δε φαινότανε στα μάτια τους μα οι συνθήκες υπήρξαν τέτοιες που επέβαλλαν να ξεκινήσει τούτο το ταξίδι. «Κίτρινα φοράς και μαύρα μες στις ομορφιές» ακουγόταν μέσα από τ’ακουστικά μέχρι που οι μπαταρίες τους πρόδωσαν κι αυτές. Ξελιγωμένες δεν άρχισαν καν να παραμορφώνουν τη φωνή όπως γινόταν παλιά με τις κασέτες. Βουβαμάρα. Πάλευαν κάθε βράδυ κάτω από κόκκινα φώτα. Ο καθένας με τον εαυτό του και οι δυο μαζί. Χαμένοι έτσι κι αλλιώς απ’ την αρχή, η ισορροπία ποτέ δε βρέθηκε ανάμεσα στα κύματα.

Απρίλη Ψεύτη

Εκείνη θα πήγαινε για πρώτη φορά στη ζωή της. Εκδρομή με μια φίλη, Θέλμα και Λουίζ.

Εκείνος (φτυστός ο Μπραντ Πητ) θα πήγαινε με τη δουλειά του.

Η σύμπτωση παραήταν σατανική.

Ο φόνος αναπόφευκτος.

Wednesday, March 21, 2007

Επόμενη Στάση: Αμπελόκηποι

Φεύγοντας μου άφησες δύο πράγματα: Κάτι για το στόμα και κάτι για την ψυχή. Τ' άνοιξα και τα δύο αμέσως. Έφευγες όταν μου είπες ότι δεν έχεις κάτι να κρατήσεις, ότι δε σου άφησα τίποτα. Κι όμως υπάρχουν τέσσερις χάντρες δώρο από τον τόπο με τους αέρηδες που τη δική σου ψυχούλα γαληνεύουν. Ουρές από αυτοκίνητα, ανυπόφορες διαδρομές, γέλια, κλάμματα, πρόσωπα να ξεχωρίζουν μέσα στο χάος της πόλης. Έξω δεν έβρεξε πολύ, μέσα πέρασε η καταιγίδα.

Tuesday, March 20, 2007

Die-αρι

Κυριακή πρωί

Το στόμα στυφό απ’ το κρασί και τον καπνό που μπόλιασαν αρμονικά για το βράδυ του Σαββάτου μα η μελωδία τους χάθηκε με το πρώτο βλέμμα στο κομοδίνο. Όσες γαργάρες και να κάνω με το στοματικό διάλυμα το τσαρούχι πάνω στη γλώσσα μου δε φεύγει.

Δευτέρα μεσημέρι

Χέρια ψηλά να καλύπτουν το πρόσωπο, γροθιές στον αόρατο εχθρό. Χέρια πάντα ψηλά κι αυτή τη φορά κλοτσιές στον αόρατο εχθρό. All together now. Γροθιές, κλοτσιές, γονατιές πάντα σε τέσσερις χρόνους, μία κίνηση τη φορά. Ένα τράβηγμα στον ώμο το έπαθλο ετούτη τη φορά.

Τρίτη βράδυ

Η αναμονή της αυριανής ανίας σκοτώνει, το επιχειρησιακό σχέδιο περιλαμβάνει καθρέφτη για την απόπειρα φωτογράφισης των χειρότερων παπουτσιών της τύπισσας στην Καλλιθέα ενώ για πρώτη φορά απορρίπτω πρόσκληση σε μπιραρία.

Η πράσινη κουκκίδα πήρε τη θέση του κενού. Βάζω πρώτη και ξεκινώ. Φρένα απότομα. Κενό ξανά. Το ουράνιο τόξο βγαίνει πριν καν αρχίσει να βρέχει. Ο αέρας δυνατός γεμάτος θύμησες. Το κόκκινο σαν το αίμα της κρασί χάνει τη θέση του από ένα ενήλικο ουίσκι. Απ’ την ορχήστρα ακούγεται μόνο το πρώτο βιολί. Μάγουλα που καίνε, μάτια που κλαίνε. Όλα μια γιορτή.

Οι περιπέτειες ενός γύφτου vol I

Με αφορμή το προηγούμενο ποστ είπα να εγκαινιάσω μια νέα σειρά με το γενικό τίτλο “Οι περιπέτειες ενός γύφτου” ενώ παράλληλα σκέφτομαι τη χρηματοδότηση σχετικής προτομής.

Για τη σημερινή μας ιστορία θα χρειαστεί να γυρίσουμε το ημερολόγιο πίσω στο 1998 όπου ζήτησα στον γύφτο να μου κάνει κάποιες εκτυπώσεις. Το σύνολο των σελίδων ήταν σαράντα (40) και μιλάμε μόνο για κείμενο χωρίς απαιτήσεις για ποιότητα στην εκτύπωση, τίποτα το εξεζητημένο δηλαδή. Αυτές τις εκτυπώσεις τις έχω κρατήσει μέχρι σήμερα αφού μου κόστισαν κομματάκι ακριβά.

Έρχεται λοιπόν μια μέρα ο φίλος γύφτος και μου λέει ότι θα αλλάξει μελάνια στον εκτυπωτή του (έγχρωμο + μαύρο) και εγώ του χρωστούσα τρεις χιλιάδες δραχμές (3000 δρχ) για τη χρήση που είχα κάνει. Το σοκαριστικό δεν είναι τόσο ότι μου ζήτησε χρήματα αλλά ότι είχε υπολογίσει ακριβώς και το ποσό που μου αναλογούσε.

Όταν κάποια στιγμή μου ζήτησε να του φτιάξω κάτι στον υπολογιστή σκέφτηκα πως είναι μια άριστη περίπτωση για να πάρω εκδίκηση αλλά τελικά δεν τον χρέωσα.

Sunday, March 18, 2007

Ο ορισμός του γύφτου

Έχουμε μαζευτεί με μια παρέα για να μπούμε σ'ένα πρωταθληματάκι 7 x 7, να τρέχουμε λίγο να ξεσκουριάζουμε και πέφτει η ιδέα για δημιουργία εμφάνισης. Πράγματι ένα παιδί που έχει έναν γνωστό προθυμοποιείται να αναλάβει αυτήν την επικίνδυνη αποστολή και φέρνει ένα δείγμα στον φίλο που οργανώνει τα του πρωταθλήματος. Αυτός ο φίλος όμως είναι εξαιρετικά ανεύθυνος. Τόλμησε (άκουσον, άκουσον) να αφήσει την εμφάνιση στο αυτοκίνητο του. Και σα να μην έφτανε η παραπάνω ανήκουστη πράξη βγήκε και για καφέ με την εμφάνιση πάντα στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου. Ξέρω έχετε ήδη φρίξει με όσα ακούτε. Και που να διαβάσετε τη συνέχεια. Αυτός ο αλητάμπουρας λοιπόν, το αρχίδι, το μουνόπανο ποιος ξέρει που του ήρθε να παρκάρει το αυτοκίνητο του το οποίο να μη ξεχνάμε είχε πάντα την εμφάνιση μέσα. Ε και ναι όπως πολύ σωστά καταλάβατε του το ανοίξαν το αυτοκίνητο και έκλεψαν μέχρι και την εμφάνιση. Ω συμφορά, η εμφάνιση έκανε φτερά (αυτό το λέει ο χορός). Κι έρχεται που λέτε το άλλο το παιδί που προμήθευσε την μία και μοναδική αυτή εμφάνιση για να ζητήσει τα χρήματα του πίσω. Ω ναι, μα τον Δία το έκανε! Και μάλιστα επιμόνως. Ξόδεψε συνολικά δέκα sms εκ των οποίων τα τέσσερα τα έστειλε την προηγούμενη Κυριακή που θα συναντιόταν με αυτό το φίλο που έκανε ότι ήταν ανθρωπίνως δυνατό για να χαθεί η πολύτιμη αυτή εμφάνιση αξίας 25 ολάκερων ευρώ. Και μη βιαστείτε να πείτε μπορεί να τα έχει ανάγκη, με μισθό 2000 ευρώ το μήνα και ζώντας με τους γονείς σου δε μπορεί να θεωρηθεί ότι είσαι στα όρια της ανέχειας. Βέβαια τι να περιμένει κανείς από έναν άνθρωπο που έχει ζητήσει πίσω ένα φοιτητικό εισιτήριο.

Saturday, March 17, 2007

Φώτα, Κάμερα - Πάμε!

Μια βλάχα βλαχοπούλα μου πέταξε το μπαλάκι για τις αγαπημένες ταινίες μόνο που ο αριθμός πέντε εξαντλείται απίστευτα γρήγορα. Θα προσπαθήσω πάντως να φανώ εγκρατής. Η σειρά είναι τυχαία:

  • Ο Νονός Ι, ΙΙ και ΙΙΙ
  • Στη φωλιά του Κούκου
  • Ο ταξιτζής
  • Τρέξε Λόλα, Τρέξε
  • Ο άνθρωπος ελέφαντας
  • Πολίτης Κέην
  • Πι
  • Ο Σημαδεμένος
  • Τελευταία Έξοδος: Ρίτα Χαίηγουορθ
  • Λεον
Το έκανα δεκάδα τελικά, πέντε επί δύο, αν και η λίστα χωράει πολλούς τίτλους ακόμη. Κι επειδή το παιχνίδι έχει γνωρίσει ήδη μεγάλη επιτυχία όποιος θέλει να βρει μια αφορμή για να γράψει περισσότερες ταινίες ας θεωρήσει πως την έχει :-)

Άτιτλον

Και αυτό όχι επειδή δε μπορώ να βρω τίτλο αλλά γιατί δε μπορώ να διαλέξω ανάμεσα στους τουλάχιστον 250 που έχω σκεφτεί από τη στιγμή που μου σφηνώθηκε στο μυαλό η ιδέα γι’ αυτό το ποστ. Κι ήταν το κορίτσι με τα εκφραστικά μάτια που συναντούσε τον ώμο μου για να κλάψει με τρόπο διακριτικό. Της είπα να σκουπίσει τα δάκρυα στο μακό που φορούσα κι έβγαλα τα μπουφάν μου για να βολεύεται καλύτερα. Τρανταζόταν ολάκερη πάνω μου με κρυμμένο το πρόσωπο της να μην την βλέπει ο κόσμος και μιλούσε ο ένας στο αυτί του άλλου ενδιάμεσα από αλμυρά φιλιά. Κι είδα κάποια στιγμή ν’ανεβαίνει στη σκηνή ο παππούς μου. Ανατρίχιασα. Να παίζει μπλουζ και να γουστάρει κι εγώ να μην καταλαβαίνω τι γίνεται. Κι ένα πρωινό με καφέ και Θανάση Παπακωνσταντίνου σε κάποιο λάιβ να γαληνεύει τη ψυχή.

Thursday, March 15, 2007

Δηλητήριο

Τώρα τελευταία που το 7 x 7 πρωταθληματάκι έχει πάρει φωτιά δε θα μπορούσα παρά να δεχθώ την πάσα της πολύ καλής Deadend-Mind για μία ιστορία με πέντε λέξεις της επιλογής της. Συγκεκριμένα πήρα λίγο αίμα, ένα κρεβάτι κι έναν πίνακα, μια προδοσία και ένα τραπεζομάντιλο και έγραψα το παρακάτω:

Πήγε και την πήρε από το σπίτι της για να μη χάσουνε χρόνο. Όταν εκείνος έφτανε εκείνη έβγαινε από το μπάνιο και στο σινιάλο της αναπάντητης του ανταποκρίθηκε μ’ένα σημάδι που αρχικά θεώρησε ότι ήταν της νίκης αλλά γρήγορα πείστηκε πως εννοούσε «έρχομαι σε δύο λεπτά». Εννοείται πως περίμενε περισσότερα αλλά δεν μπορούσε να κάνει και αλλιώς. Η πρόταση του είχε μάλλον πέσει στο κενό και τελικά οι διαβουλεύσεις τους οδήγησαν σε κάποιο μπαράκι κοντά στο σπίτι του όπου κόσμος πήγαινε κι ερχόταν αλλά κυρίως έφευγε κι έτσι λίγο πριν τις τρεις έφυγαν αφήνοντας μία ή δύο παρέες ακόμη να τραβήξουν το κουπί. Στο δρόμο την πήρε ο ύπνος ενώ εκείνος είχε διάθεση για βόλτα κι έτσι χάθηκε στους δρόμους της Αθήνας δείχνοντας της μέρη που είχαν μια κάποια σχέση με τη ζωή του και ήταν σα να τα διηγούνταν στον εαυτό του ενώ συχνά πυκνά με το ένα του χέρι προσπαθούσε να τη βάλει σωστά στο κάθισμα του συνοδηγού γιατί είχε αφεθεί τόσο που ούτε η ζώνη δε μπορούσε να τη συγκρατήσει κι έπεφτε συνέχεια μπροστά του. Όποιος τους έβλεπε από τα διπλανά αυτοκίνητα θα μπορούσε να συμπεράνει ότι του παίρνει πίπα όμως αυτή ήταν ένα στάδιο πριν το ροχαλητό. Δε χρειάστηκε να την κουβαλήσει μέχρι το σπίτι, την έσυρε απλά σε μια διαδρομή που δε γράφτηκε ποτέ στη μνήμη της και την πήγε στο κρεβάτι που θα ξάπλωναν. Άρχισε να τον δαγκώνει. Με το δεξί της άστραψε ένα χαστούκι λέγοντας της «Γαμώ την παναγία μου, κοιμάται ο άλλος δίπλα σου λέω» κι έτσι κοιμήθηκαν πλάτη με πλάτη σε εμβρυακή στάση μέχρι το πρωί. Πέρασαν σχεδόν όλο το πρωί στο κρεβάτι όπου πηδήχτηκαν όσο και όπως μπορούσαν έχοντας μαζί τους μια κάμερα να έχει γίνει μάρτυρας της τελευταίας ερωτικής τους σκηνής. Η’ για την ακρίβεια της προτελευταίας αφού λίγο πριν φύγει πηδήχτηκαν και στον καναπέ εκτεθειμένοι στ’αδηφάγα βλέμματα των γειτόνων. Τρεις μέρες αργότερα εντόπισε έναν καφέ λεκέ στα σεντόνια. Δε μπορούσε να είναι τίποτα άλλο παρά αίμα. Δεν ήξερε τι να περιμένει πάντως όταν του είπε για την αιμορραγία δεν εξεπλάγην. Κανόνισαν τις λεπτομέρειες και βρέθηκαν στο γυναικολόγο. Άδειο τι ιατρείο, εκείνη μέσα, εκείνος στην αίθουσα αναμονής παρατηρούσε έναν πίνακα με μια γυμνή γυναίκα και απορούσε με την αισθητική του γιατρού. Του φάνηκε κάπως σαν μπλακ χιούμορ. Η αίθουσα μακρόστενη το ένα σετ καναπέδων μαύρο, το άλλο εμπριμέ σαν καλοκαιρινό τραπεζομάντιλο, παλιό διαμέρισμα που θα μπορούσε να είχε διατηρηθεί λίγο καλύτερα. Δεν έμειναν πολύ εκεί, ο δρόμος της επιστροφής ήταν μια πορεία προς το οριστικό αντίο, ένα αντίο που το σχεδίαζε αλλιώς αλλά ξέχασε τ’αμύγδαλα σπίτι του φουριόζος καθώς ήταν για να φύγει. Πικρό αντίο ύστερα από την εσχάτη προδοσία του.

Τούτη την ώρα δε μου βγαίνει να πετάξω το μπαλάκι κάπου, ίσως το πράξω στο προσεχές μέλλον.

Wednesday, March 14, 2007

Ο κουρσάρος

- Έλα εδώ να μου πεις τη γνώμη σου γι’ αυτό.
- Ο Χρήστος θα σου πει, την ίδια έχει.

(πέντε λεπτά αργότερα ο Χρήστος έχει έρθει)

- Ποια η γνώμη σου ρε Χρήστο, έχεις κανένα παράπονο;
- Άλλο στυλ τελείως να το ξέρεις.
- Ε ναι, φαίνεται.
- Τώρα είσαι Ρίτα Σακελλαρίου, αυτός ο άνθρωπος αυτός που περπατάει πάντα σκυφτός και με το άλλο θα ‘σαι όρθιος.
- Τρως αέρα;
- Σε όλα αυτά τρως αέρα.
- Το μετάνιωσες που το πήρες;
- Ναι, τώρα βέβαια έχω βολευτεί, αλλά στην αρχή ήταν αλλιώς.
- Τα 200 τα πιάνει;
- Ε ναι, εκεί γύρω πάει.
- Καμία σχέση με τα 270!
- Μη νομίζεις κι εγώ αν ξαναγόραζα σαν το παλιό θα έπαιρνα.
- Ουφ, μπέρδεμα.
- Σκέψου το.

Monday, March 12, 2007

Το αβαντάζ

Άκουσα τον παρακάτω διάλογο σήμερα το πρωί και σας τον παραθέτω αυτούσιο:

- Να ξέρεις ότι εσύ είσαι υπεύθυνη που είμαι ακόμα με τον Γιάννη.
- Τι έκανα πάλι εγώ;
- Δε μου έχεις γνωρίσει κανέναν της προκοπής.
- Μα έχω και δε σου γνωρίζω; Τι να σου πω φτιάξ' τα με τον Αντώνη.
- Τον Αντώνη ε; Δεν είναι καθόλου κακός. Δε μου λες, μήπως μπορείς να μάθεις απ' την Σοφία για τα προσόντα του;
- Ποια προσόντα του;
- Πόσο τον έχει μωρή!

Δε μπόρεσα να πω τίποτα άλλο παρά "Ωραία Φέτα!".

ταξίδι στο κέντρο της γης

"ξέρω πως το πρώτο βράδυ που κοιμηθήκαμε μαζί εμένα με έπιασε κράμπα και στον ύπνο και στον πόνο μου σου φώναζα βοήθεια αγάπη μου και στο ύπνο και στην κούρασή σου μου έκλεινες το στόμα

ξέρω πως το πρώτο βράδυ που κοιμηθήκαμε μαζί στα παιχνίδια του πόνου που παίζουμε μεταξύ μας σε δάγκωσα κι εσύ με χτύπησες, με έβρισες και γύρισες πλευρό χωρίς καν μια καληνύχτα την οποία θεωρώ ιερή πριν κλείσω τα μάτια μου αλλά το πρωί παρόλ'αυτά σε αναζήτησα με λατρεία

δεν είναι ότι δεν καταλαβαίνω εσενα

εμένα δεν καταλαβαίνω."

...είπε εκείνη με τον πόνο ζωγραφισμένο στα μάτια της πιο έντονο από κάθε άλλη φορά.

Friday, March 09, 2007

Θάνατος

"Στάθηκα πίσω από ένα δέντρο, έκανα πως κρυβόμουν ή πως παρακολουθούσα κάποιον αλλά ήταν μέρα μεσημέρι και οι περαστικοί που με έβλεπαν σίγουρα με είχαν για κάποιο τρελό. Στιγμές καθόμουν με την πλάτη στον κορμό και κάπνιζα. Όσο κι αν άφηνα να πέφτουν τα τσιγάρα κάτω αναμμένα ο τόπος δεν έπιανε φωτιά κι αυτή που έκαιγε μέσα μου δεν έλεγε να σβύσει πράγμα που δημιουργούσε μια αντίφαση μα τι να έκανα κι εγώ, όσο κι αν προσπαθούσα λύση δεν έβρισκα στο πρόβλημα μου. Έβγαλα το σακάκι μου και το έστρωσα κάτω. Ξάπλωσα πάνω του και σταύρωσα τα μανίκια έτσι σαν να με αγκαλιάζει ένας αόρατος άνθρωπος. Ένιωσα κάπως σαν τον Βαραβά. Σύντομα θα άφηνα το σταυρό μου για μια καλύτερη θέση, για ένα αύριο υπέροχο. Έτσι το ήθελα να είναι. Υπέροχο. Να το λέω και να γεμίζει το στόμα μου, να μπουκώνει μέχρι να σκάσω, να βουτάω μέσα του με λαιμαργία, να γίνομαι βουλιμικός στο αύριο και να κουνάω το μαντήλι σε μια Μαρία Ελένη, ψάχνοντας τη σωτηρία μου κάπου εκεί στα μικρά στενά της Καλλιθέας. Έβαλα φωτιά στο σακάκι μου κι έλυσα τη γραβάτα αν και αρχικά σκόπευα να τη σφίξω λίγο περισσότερο απ' ότι συνήθως. Περπάτησα για απροσδιόριστη ώρα, ήταν μέρα κι έγινε νύχτα, έγινε ουρλιαχτό, έγινε σπαραγμός, έγινε θρήνος οδυρμός και ευτυχία. Μόνο εγώ δεν έγινα. Ακόμα."

Wednesday, March 07, 2007

Printer Support και σλάλομ στις λεωφόρους

Εάν έχεις τύχη διάβαινε που λέει και ο σοφός μας λαός. Έστω λοιπόν ότι έχεις δύο εκτυπωτές, έναν inkjet hp 880c κι έναν laser hp 5M. Παλιά μοντέλα θα συμφωνήσω μαζί σας αλλά σίγουρα έχουν κι αυτά το δικαίωμα κάποια στιγμή στη ζωή τους να παρουσιάσουν ένα πρόβλημα. Κι εσύ ως καταναλωτής σκέφτεσαι ότι θα τους πας από το χεράκι στην αντιπροσωπεία για να τους φτιάξουν χωρίς ν'αναγκαστείς ν'αγοράσεις καινούριους. Αμ δε! Η αντιπροσωπεία δεν τους παραλμβάνει καν αφού δεν υποστηρίζει πλέον τα συγκεκριμένα μοντέλα. Ω τι ωραία σκέφτεσαι και παίρνεις το δρόμο του γυρισμού μαζί με τον φιλόδοξο οδηγό που θέλει ν'αγοράσει αεροπλάνο και γενικά είναι φευγάτος από καιρό όπως έχεις ήδη ψυλλιαστεί από τη διαδρομή προς την αντιπροσωπεία. Σ' ένα φανάρι λοιπόν βλέπετε μία κυρία σ'ένα τογιώτα αβένσις να καπνίζει και σε ρωτάει ο οδηγός:
-Πόσα χρήματα πρέπει να μας δώσειγια να την πάρουμε;
-Μην το σκέφτεσαι, εγώ ούτε να της τον δείξω.
Και ο οδηγός κάνει την κίνηση ματ. Τραβάει χειρόφρενο και κατεβαίνει κάτω. Πάει δίπλα από την κυρία και την αρχίζει: "Γαμώ το χριστό σου μωρή μαλακισμένη, πόρνες είστε όλες, καριόλα, ξεφτιλισμένη...". Αφού ανάβει πράσινο ξαναμπαίνει στο εντελώς συμπτωματικά πράσινο όχημα και συνεχίζουμε το δρόμο μας. Που να δούλευε και στην HP η γυναίκα. Γιατί πρέπει πάντα σε εμένα να πέφτουν όλοι οι πυροβολημένοι;

Ορφανός

Είχε γίνει μούσκεμα και δεν έλεγε να στεγνώσει με τίποτα. Νευρικό γέλιο την έπιανε κάθε φορά που το σκεφτόταν μα η ανησυχία κρυβόταν πίσω απ' τα χείλη, το έβλεπε στα μάτια της, αυτά την πρόδιδαν πάντα. Κάθισε δίπλα της και περίμενε να στεγνώσει. Την πήρε ο ύπνος, μπέρδευε τα όνειρα με την πραγματικότητα, φωνές, λέξεις, επιθυμίες και σ'αγαπώ κάτω από κόκκινα φώτα. Κυοφορούσε τη σκέψη του σε κάθε της ανάσα, την ένιωθε να κλωτσάει και να προσπαθεί να βγει προς τα έξω. Μια διαμαρτυρία ήταν κι αυτή που όμως δεν ήταν σίγουρη ότι την άντεχε. Το τελεσίγραφο της έληγε την Παρασκευή. Μεγάλη μέρα για μεγάλες αποφάσεις. Σε κάθε περίπτωση ολοκλήρωνε έναν κύκλο. Ζούσε κι εκείνη τη Μεγάλη της Εβδομάδα και θα περίμενε το Σάββατο για ν' αναστηθεί. Ήταν καιρός πια ν'αφήσει πίσω το σταυρό της για ν'αφιερωθεί σε μία νέα ζωή.

Monday, March 05, 2007

Σκόρπια λόγια

βάζω ν'ακούσω rolling stones
κάτι απ' τα παλιά
τις εποχές που θυμάμαι
με κάποια έστω νοσταλγία
τότε που ανακάλυπτα μουσικές και τον κόσμο
κράτα αυτές τις λέξεις για το τέλος
κι εμένα πλάι σου
απ' τη μεριά του παραθύρου
κάτω απ' το κόκκινο φως
με το δεξί μου πόδι τεντωμένο
και το αριστερό λυγισμένο
το αριστερό χέρι πάνω στο αντίστοιχο γόνατο
το δεξί να σου χαϊδεύει το κεφάλι
ένα τασάκι δίπλα μου μ'ένα τσιγάρο που απλά παρατηρώ να σιγοκαίγεται
μια πόρτα μισάνοιχτη
και χρώματα μέσα στην ψυχή σου
όπως θ'ακούγεται το she's a rainbow
ενώ εσύ θα θες ν'ακούγεται το
let's spend the night together

Αύριο...

...κάποιος θα βρει το αυτοκίνητο του γρατσουνισμένο.
...κάποιος θα κλείσει καταλάθος το ξυπνητήρι και θ'αργήσει στη δουλειά.
...κάποιος θα πάει σε καινούρια δουλειά.
...κάποιος δε θα πάει καθόλου στη δουλειά (εγώ είμαι αυτός).
...κάποιος θ'ανυπομονεί να φύγει από τη δουλειά.
...κάποιος θα περιμένει έξω από μια δουλειά.
...κάποιος θα περιμένει για δουλειά.
...κάποιος θα περιμένει για πάντα.
...κάποιος θα υπάρχει για πάντα.

Και κάποιος θα περιμένει τον κοντό (με τη γραβάτα)

Στην υγειά σας ρε παιδιά!!!

Υπότιτλος: Δημήτρη μου, Δημήτρη μου, μου το'κλεισες το σπίτι μου!

Thursday, March 01, 2007

Επιστροφή από The Mall

Αγαπημένο μου ημερολόγιο,

Σήμερα αποφάσισα να σπάσω το εφηβικό μου ρεκόρ μαλακίας. Τα πήγαινα πολύ καλά μέχρι που εμφανίστηκε αστραπιαία και αιφνιδιαστικά η γιαγιά, παραπονούμενη ότι έχει πρόβλημα με το αναπνευστικό της. Τελικά την χάσαμε από καρδιά.