Saturday, March 24, 2007

Five to One

“Your ballroom days are over, baby / Night is drawing near” έλεγαν στο ομώνυμο τραγούδι οι Ντορς αν κι εγώ πάντα ήθελα ένα πιο ζόρικο ντουέτο, Ζώρζ Πιλαλί μαζί με Ρίτα Σακελλαρίου και να πάρει φωτιά το παλκοσένικο. Είχα ανοίξει τα παράθυρα στο αυτοκίνητο κι έμπαινε όλος ο ήλιος μέσα, μ’έκαιγε σχεδόν κι όμως αν κοίταζες το ημερολόγιο θα έλεγες ότι είναι χειμώνας ακόμη. Κανείς δε μπορούσε όμως να καταλάβει ότι ήταν χειμώνας. Έξω υπήρχε ο ήλιος, μέσα αυτή η σκληρή κρούστα που είχα αφήσει να σκεπάσει τις αισθήσεις και τις αλήθειες μου. Οδηγούσα αφηρημένος, κοίταζα τον ήλιο και πονούσαν τα μάτια μου, το λευκό το χρώμα έσβηνε το τοπίο μπροστά μου κι ύστερα σιγά σιγά το άσπρο γινότανε θαμπό και το θαμπό άνθρωποι, αυτοκίνητα και κτίρια. Σε μια τέτοια εναλλαγή άφησα το γκάζι και πάτησα απότομα το φρένο, τα λάστιχα άρχισαν να μυρίζουν και μια φωνή ακούστηκε μα δε μπόρεσα να καταλάβω τι είπε. Βγήκα έξω και την είδα να κλαίει καθισμένη στην άσφαλτο. Τη βοήθησα να σηκωθεί και την πήγα μέχρι το αυτοκίνητο. Μάζεψα τα πράγματα που της έπεσαν και τα έβαλα στα πίσω καθίσματα. Δε σταματούσε να κλαίει, πήγα να βρω περίπτερο για νερό και χαρτομάντιλα. Όταν γύρισα έκλαιγε ακόμη, τη σκούπισα και της έδωσα λίγο νερό. Την πονούσε ο αστράγαλος κι έβγαλε τις γόβες της. Μου ζήτησε συγγνώμη και γέλασα. Έφευγε από τη δουλειά της και πέρασε από το σούπερ μάρκετ που ήταν εκεί δίπλα να πάρει κάτι πραγματάκια. Επειδή δεν ήθελε να κουβαλάει πολλές σακούλες τα στρίμωξε όλα σε δύο και η μία κόπηκε την ώρα που περνούσε το δρόμο. Έσκυψε να τα μαζέψει κι όταν με είδε να πηγαίνω καταπάνω της έπεσε κάτω απ’ την τρομάρα της σίγουρη ότι θα πεθάνει. Είχα προλάβει να σταματήσω σχεδόν ένα μέτρο πριν το σώμα της κι όταν τη σήκωσα εκείνη νόμιζε ότι είχα ήδη περάσει από πάνω της. «Έχω γενέθλια αύριο, αυτή ήταν η πρώτη μου σκέψη. Ότι δε θα προλάβω να κλείσω τα 32». Την πήγα σπίτι της και με κάλεσε για καφέ. Ανεβήκαμε και αφού τακτοποίησε τα πράγματα στα ντουλάπια μου ζήτησε δέκα λεπτά για να κάνει ένα ντους. Προσφέρθηκα να φτιάξω τους καφέδες όσο εκείνη θα ήταν στο μπάνιο και μου έδειξε τα σύνεργα. Σέρβιρα στο τραπέζι της κουζίνας και πήγα μπροστά στη βιβλιοθήκη να χαζέψω ταινίες, σιντί και βιβλία. Ήρθε πίσω μου αθόρυβα καθώς διάβαζα όρθιος ένα μικρό και φθαρμένο βιβλιαράκι. «Ας καθίσουμε στο σαλόνι, είναι πιο άνετα», είπε και πιάσαμε από έναν καναπέ. Εγώ καθόμουν με το αριστερό μου χέρι στο μπράτσο ελαφρά γερμένος κι εκείνη σχεδόν ξαπλωμένη με μια μαξιλάρα στην πλάτη της και τα πόδια της ν’ακουμπούν στο μπράτσο του άλλου καναπέ. Τα μάτια μου δε μπορούσαν να ξεκολλήσουν από τα κατακόκκινα νύχια της όσο εκείνη μου μιλούσε για τα περσινά της γενέθλια και τις ετοιμασίες που σκοπεύει να κάνει φέτος. Πήρα στα χέρια μου το δεξί της πόδι και πριν προλάβει να μιλήσει το έφερα στο στόμα μου κι άρχισα να γλείφω τα δάχτυλα της. Ακούμπησε το άλλο της πόδι στον ώμο μου κι έκλεισε τα μάτια της. Τράβηξα τη φόρμα της, δε φορούσε εσώρουχο, η γλώσσα μου πήγε πίσω απ’ τη γάμπα της κι ανέβηκε προς τα πάνω. Τα χέρια της πίεζαν τον πρόσωπο μου όταν κι οι δυο πεταχτήκαμε απότομα από το χτύπημα του κουδουνιού. Φόρεσε όπως όπως ξανά τη φόρμα της κι έτρεξε να δει πως είναι. Εγώ άρχισα τις βαθιές ανάσες και ξαναπήγα μπροστά στη βιβλιοθήκη. Είχε ξεχάσει ότι θα ερχόταν μια φίλη της να τη βοηθήσει με το σπίτι. Της διηγήθηκε την ιστορία και την τρομάρα που πήρε ενώ εγώ έγραφα το τηλέφωνο μου μ’ ένα μολύβι για τα μάτια που είχα βρει πρόχειρο, στο πρώτο βιβλίο που είχα ανοίξει. Την επόμενη το μεσημέρι μου τηλεφώνησε για να με καλέσει σπίτι της το βράδυ στο μικρό πάρτι που ετοίμαζε. Είχε champion’s league αλλά δέχτηκα και βγήκα το απόγευμα στα μαγαζιά για να της πάρω κάποιο δώρο. Σκέφτηκα ότι ένα κόσμημα θα ήταν ότι πρέπει για την περίσταση κι έτσι μπήκα στο πρώτο φαρμακείο που βρήκα για ν’αγοράσω το δαχτυλίδι της Durex. Αποφάσισα να της πάρω και μια ταινία και πήρα το «The French Connection» δίνοντας στον υπάλληλο και το κουτάκι με το δαχτυλίδι για να το τυλίξει στη συσκευασία του δώρου. Η βραδιά κύλησε ευχάριστα κι αισθανόμουν λες και είχα πάει σε συγκέντρωση με πρόσωπα οικεία από καιρό. Φεύγοντας μου έδωσε ένα πεταχτό φιλί στο μάγουλο και με το σημάδι απ’ το κραγιόν οδηγούσα μεθυσμένος απ’ το άρωμα και τη θύμηση της. Δεν είχα απομακρυνθεί πολύ όταν έφτασε ένα μήνυμα στο κινητό μου. «Τρύπωσες στη ζωή μου επικίνδυνα. Ήσουν ο αρουραίος που με τρόμαξες και γίνεσαι το χάμστερ που...
Τα φώτα από απέναντι με τρόμαξαν, πέταξα το τηλέφωνο και πάτησα την κόρνα μαζί με το φρένο. Κόκκινο πια στο μάγουλο μου δεν ήταν μόνο το σημάδι απ’ τα χείλη της.

Οι λέξεις που είχα απ' την τσέρι ήταν φαρμακείο, αρουραίος, γενέθλια, μολύβι ώμος και ακολούθησα την τακτική της για τη συγγραφή αυτού του κειμένου. Τα παιχνίδια άλλωστε πρέπει να παίζονται επί ίσοις όροις.