Tuesday, November 28, 2006

Γενέθλια

Είναι ωραίο να σου κάνουν πάρτυ έκπληξη στη δουλειά ακόμη κι αν το περιμένεις.

Monday, November 27, 2006

Αυτόματος Πωλητής String

Όποιος πάει να πιει μια μπυρίτσα στο "Έκκεντρο" σίγουρα θα πιει και μια δεύτερη. Επομένως για να πιει και την τρίτη θα πάει στην τουαλέτα για ένα κατούρημα. Εκεί θα δει αυτό το μηχάνημα με τα βρακιά. Και μετά θα δει την πρενσές. Για το φεστιβάλ.

Friday, November 24, 2006

Γιατί καλέ γειτόνισσα;

μου άφησες το string σου στο μπαλκόνι, μαζί με αποτσίγαρα και cosmopolitan; Αυτά τα σκουπίδια βρήκε προχθές ο φίλος που με φιλοξενεί κι έμεινε κυριολεκτικά μαλάκας. Οι δύο νεαρές κορασίδες του διπλανού διαμερίσματος νομίζω ότι άρχισαν να εκδηλώνουν τις προθέσεις τους. Σε δουλειά να βρισκόμαστε.

Τρομοκράτες





Απίστευτο τρέξιμο χθες στο αεροδρόμιο για να περάσω ένα άρωμα των 125ml. Αν ήταν 100ml δε θα είχα πρόβλημα αλλά με 25 παραπάνω μπορώ να φτιάξω άνετα μία βόμβα και να τα γαμήσω όλα. Ευτυχώς οι άνθρωποι της AEGEAN με εξυπηρέτησαν κι έτσι δε βρέθηκα στη δυσσάρεστη θέση να αδειάσω όλο το περιεχόμενο στην τουαλέτα (διότι δεν υπήρχε περίπτωση να τους την αφήσω πεσκέσι). Οπότε τελικά έφτασα στην αγαπημένη μου Θεσ/νικη αρωματούχος κι έτοιμος για γλέντι!

Saturday, November 18, 2006

Βαμπίρ

Η αλήθεια είναι ότι διψάμε για αίμα. Καθηλωνόμαστε μπροστά στις τηλεοράσεις και περιμένουμε να γίνουν επεισόδια στο πολυτεχνείο. Αν δε γίνουν βλέπεις στα πρόσωπα ζωγραφισμένη την απογοήτευση. Ο καθένας για το δικό του λόγο. Αν γίνουν ανάβουν τα αίματα και πάλι ο καθένας μας για το δικό του λόγο ζητάει εκδίκηση. Έχει καταντήσει η γιορτή του πολυτεχνείου χωρίς επεισόδια να είναι φαγητό χωρίς αλάτι. Άνοστη. Ο ένας θα χειροκροτήσει τους αναρχικούς που τα σπάνε, ο άλλος την αστυνομία που επεμβαίνει, θα υπάρχει γενικά μια κινητοποίηση, θα είμαστε σε εγρήγορση. Αλλιώς χασμουριέσαι μπροστά στην οθόνη και δε σε συγκινεί καμία ομιλία, καμία πορεία. Έτσι κι αλλιώς η δική σου είναι προδιαγεγραμμένη.

Friday, November 17, 2006

Ο Ι Σ Α Ρ Α Κ Α Τ Σ Α Ν Ο Ι
ΣΤΟ ΔΙΑΒΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ





Γράφει ο Νίκος Γ. Ζυγογιάννης
Οι Σαρακατσαναίοι είναι ένα πανάρχαιο πρωτοελληνικό φύλο. Νομάδες κτηνοτρόφοι, , ζούσαν στα βουνά το καλοκαίρι και το χειμώνα στα χειμαδιά διασκορπισμένοι σ’ ολόκληρη την ηπειρωτική Ελλάδα. Κοιτίδα των Σ. ήταν η οροσειρά της κεντρικής και νότιας Πίνδου και η Ρούμελη με επίκεντρο τα ΑΓΡΑΦΑ, χώρος που λόγω της γεωφυσικής του κατάστασης ήταν απάτητος, δεν ήταν γραμμένος πουθενά και γι’ αυτό κατοικούνταν από αυτόνομους και ελεύθερους ανθρώπους. Ο διασκορπισμός τους από την αρχική κοιτίδα τους προς την υπόλοιπη ηπειρωτική Ελλάδα έγινε επί Τουρκοκρατίας και κυρίως τον 18ο αιώνα, στα χρόνια του Αλή Πασά. Ως προς το όνομά τους υπάρχουν πολλές και διάφορες ετυμολογίες. Σύμφωνα με τη Σ. παράδοση πήραν το όνομά τους από τους Τούρκους. Όταν έγινε η άλωση της Κων/πολης, οι Σ. φόρεσαν μαύρα ρούχα, ως ένδειξη πένθους, και δεν υποτάχθηκαν στον κατακτητή. Οι Τούρκοι τους έβλεπαν στα μαύρα και ανυπότακτους να μετακινούνται συνεχώς. Γι’ αυτό τους ονόμασαν «Καρακατσάν» (καρά =μαύρος και κατσάν=φυγάς, ανυπότακτος ), δηλ. «μαύροι φυγάδες». Από το Καρακατσάν με παραφθορά προήλθε η λέξη «Σαρακατσάνος».Μια άλλη πιθανή ετυμολογία είναι από την τουρκική λέξη σαράν που σημαίνει «φορτώνειν» ή σιαρίκ(=κλέφτης) και την τουρκική μετοχή κατσάν=φυγάς,ανυπότακτος, (σαράν + κατσάν = Σαρακατσάνος) γιατί από καιρό σε καιρό φόρτωναν τα πράγματά τους και μετακινούνταν με τα κοπάδια τους και γι’ αυτό τους έδωσαν αυτό το όνομα οι Τούρκοι. Ανεξάρτητα από τις μετακινήσεις τους και τον εναλλασσόμενο τόπο διαμονής τους έχουν τα ίδια ήθη και έθιμα και κυρίως μιλούν την ίδια γλώσσα, την Ελληνική, απαλλαγμένη από ξένα στοιχεία, αναλλοίωτη, που φέρει τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της δωρικής διαλέκτου. Το ίδιο αναλλοίωτοι και αμόλυντοι από αλλόφυλες επιμειξίες παρέμειναν και οι Σ., οι «καταλαγαρώτεροι Έλληνες» όπως έγραψε ο Στέφανος Γρανίτσας. Διατήρησαν τα έθιμα, τις συνήθειες και τους κανόνες συμπεριφοράς και διαβίωσης κατά τρόπο πιστό και αυθεντικό. Στηρίχθηκαν στα παραδοσιακά τους έθιμα και στην ελληνική τους ταυτότητα και δεν επέτρεψαν στην περιβάλλουσα αλλοεθνή και ξενόγλωσση κοινωνία να εισβάλλει στη δική τους. Η οικονομική τους ευρωστία και αυτονομία και η διαβίωσή τους σε καλλίτερες υλικές συνθήκες τους οδήγησε, σε μια ουσιαστικά και τυπικά, εσωτερίκευση, τήρηση και εφαρμογή των εθιμικών κανόνων διαβίωσης και κοινωνικής συμπεριφοράς. Η χρήση μιας και μόνο γλώσσας, της Ελληνικής, αποδεικνύει ότι οι Σαρακατσιαναίοι είναι διαφορετικοί από τους Βλάχους,( Οι Βλάχοι της Ελλάδας γνωστοί και με άλλα ονόματα κατά περιοχές: Κουτσόβλαχοι, Αρβανιτόβλαχοι, κ.τ.λ .ενώ οι ίδιοι αυτοαποκαλούνται Βλαχόφωνοι Έλληνες) που μιλούσαν εκτός από τα Ελληνικά και τα Βλάχικα. Επειδή η λέξη βλάχος χρησιμοποιήθηκε για να δηλώσει τον άνθρωπο που έχει πρόβατα, τον κτηνοτρόφο, τον βοσκό και επειδή η κτηνοτροφική ζωή ήταν κοινό τους στοιχείο, επήλθε σύγχυση πότε ένας βλάχος (=αυτός που έχει πρόβατα, ο κτηνοτρόφος, ο βοσκός) είναι Σαρακατσιάνος και πότε Βλάχος (=Βλαχόφωνο ). Με τη διαφορά όμως ότι οι Σ. ήταν καθαροί νομάδες και δεν είχαν πουθενά χωριό, ενώ οι Βλάχοι ζούσαν νομαδικά και ημινομαδικά, ήταν πριν αιώνες εγκαταστημένοι σε χωριά και ασχολήθηκαν και με το εμπόριο, τις τέχνες και τα γράμματα, ενώ οι Σ. στα μέσα του προηγούμενου αιώνα εγκατέλειψαν το νομαδισμό. Αλλά και στην ενδυμασία, στα ήθη και έθιμα, στον τρόπο ζωής ξεχωρίζουν οι Σαρακατσαναίοι από τους Βλάχους, που δεν έρχονταν σε επιμειξία μεταξύ τους αλλά ούτε και επαγγελματικό αλισβερίσι είχαν.. Ο τρόπος ζωής τους ήταν οργανωμένος με ένα είδος ποιμενικής συνεργασίας, το «Τσελιγκάτο». Είτε βρίσκονταν στα βουνά για ξεκαλοκαιριό, είτε το χειμώνα στα χειμαδιά, αδέρφια, πρωτοξαδέρφια και δεύτερα ξαδέρφια έσμιγαν τα κοπάδια τους σε ένα είδος συνεταιρισμού, για την καλλίτερη παραγωγική συνεργασία και διάθεση των κτηνοτροφικών τους προϊόντων. Αρχηγός του «Τσελιγκάτου» ήταν ο τσέλιγκας ( αρχιποιμένας ), πλούσιος κτηνοτρόφος, με πολλά πρόβατα, που ξεχώριζε για τις ικανότητές του: έξυπνος, δυναμικός, κοινωνικός, ευέλικτος,τολμηρός, έντιμος και δίκαιος, ανοιχτοχέρης. Αυτός κανόνιζε σχεδόν τα πάντα που είχαν σχέση με το τσελιγκάτο ( ενοικίαση βοσκοτόπων, πώληση γάλακτος και τυροκομικών προϊόντων, αρνιών, μαλλιών κ.τ.λ.). Είχε όμως και κοινωνικό ρόλο στη στάνη: συμβούλευε- μαζί με τους γεροντότερους- και έλυνε διαφορές. Όλοι οι σμίχτες είχαν συμμετοχή στα κέρδη και τις ζημιές του κοπαδιού. Του Αγίου Δημητρίου για το καλοκαίρι και του Αγίου Γεωργίου για το χειμώνα έκαναν λογαριασμό και απολογισμό των εσόδων και εξόδων του τσελιγκάτου και πάντα κρατούσαν παραστατικά ( τεφτέρια ). Οι Τσοπαναραίοι ήταν αυτοί που είχαν λίγα ή καθόλου πρόβατα και δεν είχαν δικό τους τσελιγκάτο. Με τα πρόβατα αλλά και τα άλλα ζώα τους έδενε στενή σχέση. Τα φρόντιζαν και τα πρόσεχαν ιδιαίτερα, αφού ήταν γι’ αυτούς όλη τους η περιουσία. Το σπίτι των Σ. ( το κονάκι ), που το κατασκεύαζαν μόνοι τους, ήταν ένα καλύβι με σάλωμα και ήταν δυο τύπων: α) το ορθό κονάκι ( κωνοειδής καλύβα ), που κατέληγε στην κορυφή του σε σταυρό και είχε στο κέντρο την εστία ( φωτογώνι ) και γύρω-γύρω διασκευασμένους χώρους όπου τοποθετούσαν ρούχα, είδη μαγειρικής κ.τ.λ., ενώ υπήρχε σταθερή θέση για το εικόνισμα β) ο πλάγιος τύπος με δίρριχτη στέγη που κατασκευαζόταν από κορμούς δέντρων, ξύλα ( πελεκούδια ) και κλαδιά ελάτων ( μπάτσες ). Τα «κονάκια», ο οικισμός δηλ. το σύνολο των νομαδικών οικογενειών αποτελούσε τη Στάνη. Στάνη και τσελιγκάτο δεν ταυτίζονταν. Μπορεί μια στάνη να είχε δυο ή περισσότερα τσελιγκάτα. Το αντίστροφο όχι. Η Σ. οικογένεια ήταν πατριαρχική. Αυστηρή πειθαρχία και άγραφοι απαρασάλευτοι νόμοι όριζαν τη συμπεριφορά του κάθε μέλους της. Αρχηγός της οικογένειας ήταν ο άνδρας, ο πατέρας. Στον πατέρα και τη μάνα υπήρχε απόλυτος σεβασμός. Το κορίτσι το χαρακτήριζε η ντροπαλοσύνη, η καλή ανατροφή και ο καλός ψυχικός κόσμος. Το αγόρι έπρεπε να ήταν σεμνό, συγκρατημένο στις πράξεις, τα λόγια και τους τρόπους του. Ο στυλοβάτης όμως της οικογένειας ήταν η γυναίκα, που σήκωνε όλο το βάρος των ευθυνών. Αυτή είχε καθημερινά αναλάβει όλες τις δουλειές του νοικοκυριού ( να φέρει ξύλα, ν’ ανάψει φωτιά, να φέρει νερό από τη βρύση με τη βαρέλα, να περιποιηθεί τα παιδιά, να κάμει το νοικοκυριό του κονακιού κ.τ.λ. ), αλλά και τις εξωτερικές δουλειές των προβάτων ( παραγωγή γαλακτοκομικών προϊόντων, κατασκευή, στρώσιμο, ξέστρωμα μαντριών κ.τ.λ. ).Η ρόκα, για το γνέσιμο του μαλλιού, ήταν η αχώριστη συντροφιά της. Όπου κι αν πήγαινε την είχε μαζί της. Το γνέσιμο του μαλλιού ήταν για τη Σ. ευχαρίστηση και «σκόλη». Εκείνο όμως που την κρατούσε «σκλαβωμένη» ήταν ο αργαλειός. Η Σ. ήταν μια αφανής ηρωίδα της καθημερινής ζωής. Έπρεπε να υπηρετεί την οικογένεια με θρησκευτική ευλάβεια και προσήλωση. Ενέπνεε όμως σεβασμό και έχαιρε εκτίμηση, ιδιαίτερα όταν γίνονταν μητέρα. Η παιδεία των Σ. ήταν σχεδόν ανύπαρκτη. Οι σκληρές συνθήκες ζωής και οι συνεχείς μετακινήσεις τους στις ορεινές περιοχές δεν επέτρεπαν τη μόρφωση των παιδιών τους σε σχολεία. Κάποια τσελιγκάτα, το καλοκαίρι, με δικά τους έξοδα μίσθωναν δάσκαλο, συνήθως συνταξιούχο, για να δώσει κάποιες γνώσεις στα παιδιά. Τα παιδιά παρακολουθούσαν τα μαθήματα σε μια ειδικά διαμορφωμένη καλύβα, το «δασκαλοκάλυβο». Είχαν όμως μια βαθιά αίσθηση του ελληνικού γλωσσικού οργάνου. Από τις αφηγήσεις τους διαπιστώνει κανείς μια λιτότητα και παραστατικότητα στην έκφραση, ενώ στα τραγούδια τους φαίνεται μια βαθιά αίσθηση του ρυθμού και του μέτρου. Οι Σ. ήταν πιστοί χριστιανοί, χωρίς μεγάλη θεωρητική κατάρτιση. Τελούσαν όμως τα θρησκευτικά τους καθήκοντα και ένιωθαν δέος για τα μυστήρια, ειδικά του γάμου και της βάπτισης. Τις μεγάλες γιορτές της Χριστιανοσύνης και τις ονομαστικές γιορτές τις γιόρταζαν με μεγαλοπρέπεια, όπου κι αν βρίσκονταν. Γλεντούσαν συχνά με χορό και τραγούδια. Τα τραγούδια, προϊόν ιστορικής και συναισθηματικής εσωτερίκευσης γεγονότων και καταστάσεων, κατατάσσονται σε τρεις ενότητες: στα κλέφτικα, στα ποιμενικά και της λεβεντιάς, της Χαράς ( γάμου ) και της αγάπης, και του χωρισμού και της ξενητειάς. Οι χοροί τους λεβέντικοι, έχουν την καταγωγή τους στον αρχαίο ελληνικό ρυθμό. Το παίξιμο της φλογέρας ? το κατεξοχήν μουσικό όργανο ? για το Σ. τσοπάνη ήταν μια ιεροτελεστία. Ιδιαίτερα γλεντούσαν, όταν γίνονταν κάποιος γάμος στο τσελιγκάτο. Ο γάμος μαζί με τη γέννηση των παιδιών αποτελούσε τους δυο κύριους πόλους της Σ. κοινωνίας. Ο γάμος ήταν ένα κοινωνικό φαινόμενο πολυδιάστατο, με ένα κύκλο πράξεων, στάσεων, συμβόλων και συμπεριφορών. Χαρακτηριστικό του ήταν η ενδογαμία. Κοινωνικός σκοπός του γάμου ήταν η αναπαραγωγή ( γέννηση και ανατροφή παιδιών ) και η κοινωνική κατανομή της εργασίας. Αλλά, και το θάνατο περιβάλουν με ένα κύκλο εκδηλώσεων και πράξεων που φανερώνει ότι ήταν προετοιμασμένοι για το αναπόφευκτο αυτό γεγονός. Στις μετακινήσεις τους, στο ξεκαλοκαιριό ή το χειμαδιό, είχαν πάντα μαζί τους τη νεκροαλλαξιά. Τα τσελιγκάτα συνέβαλαν αποφασιστικά στους αγώνες της ανεξαρτησίας. Στην επανάσταση του 1821 οι Σ. ήταν τα στηρίγματα της κλεφτουριάς ? όπως και όλοι οι άνθρωποι του βουνού ? και της εξασφάλιζαν τα απαραίτητα. Κάθε οικογένεια είχε δώσει κι από έναν κλέφτη. Πολλοί ήταν και οι επώνυμοι Σ. αγωνιστές ( αρματολοί και κλέφτες ) της προεπαναστατικής και της επαναστατικής περιόδου, όπως οι αρματολοί του Καρπενησίου Συκάδες, ο Β. Δίπλας, ο Χασιώτης και ο Λεπενιώτης ( αδέλφια του Κατσαντώνη ), ο Φαρμάκης, ο Γ. Τσόγκας, ο Αραπογιάννης, ο Λιάκος και κυρίως το καμάρι των Σ., ο Κατσαντώνης, ο πολεμιστής και καπετάνιος των Αγράφων και των Τζουμέρκων. Στον Μακεδονικό Αγώνα βοήθησαν τα ελληνικά αντάρτικα σώματα ως οδηγοί, αγγελιοφόροι, τροφοδότες και σύνδεσμοι. Περιέθαλψαν τραυματίες στις στάνες τους, διέθεσαν τρόφιμα, ιματισμό, μετέφεραν όπλα και συμμετείχαν οι ίδιοι στα αντάρτικα σώματα, όπως ο οπλαρχηγός Κ. Γαρέφης κ. α. Ο Παύλος Μελάς συνεργάστηκε στενά με τους Σ. Ανώνυμοι αγωνιστές επίσης αντιστάθηκαν σ’ όλους τους κατακτητές? Αυτό που άφησαν πίσω τους ως κληρονομιά οι Σ. δεν είναι μαρμάρινα αγάλματα, πίνακες ζωγραφικής, βιβλία προγονικά, αλλά μας κληροδότησαν υπέροχα ξυλόγλυπτα και όμορφα υφαντά, αντικείμενα που φιλοτέχνησαν για να κάνουν τη ζωή τους ευκολότερη. Η γυναίκα έφτιαχνε μόνη της τις αντρικές και γυναικείες φορεσιές. Μετά τον κούρο, το ξάσιμο του μαλλιού, το γνέσιμο, η ύφανση, το ράψιμο ήταν δικιά της δουλειά. Οι Σ. δε φόρεσαν ποτέ άλλο ξενικό ύφασμα, παρά μονάχα υφάσματα δικής τους κατασκευής. Η χαρακτηριστική σοβαρότητα των σκούρων χρωμάτων στις φορεσιές, τα υπέροχα χρώματα και σχέδια στις «παναούλες», τις μικρές ποδιές από χοντρό μάλλινο ύφασμα, ο ολοκέντητος κόκκινος φλάμπουρας του γάμου με θέματα αυστηρής συμμετρίας ανάμεσα και γύρω από τις τέσσερις γωνίες του σταυρού είναι μερικά από τα στοιχεία της Σ. τέχνης. Σήμερα η ποιοτική μεταβολή και ο κοινωνικός μετασχηματισμός των Σ. είναι πραγματικότητα. Η κάθοδός τους από τα βουνά στις πεδιάδες, η εγκατάλειψη του πλάνητα βίου, η αγροτική διαβίωση ( ένα μικρό ποσοστό ασχολείται με την κτηνοτροφία ) αλλά και η ενασχόληση με ελεύθερα επαγγέλματα, η συμμετοχή τους στις μισθωτές υπηρεσίες, ιδιωτικές και δημόσιες, η ανάδειξή τους στην επιστήμη, τις τέχνες, τα γράμματα και την πολιτική διαμόρφωσαν μια Σ. κοινωνία που συνδυάζει την παράδοση με τον εκσυγχρονισμό. Ιδιαίτερα διέπρεψαν στις επιστήμες, αλλά δεν υπάρχει τομέας στον επαγγελματικό χώρο, στον οποίο να μην έχουν συμμετοχή οι Σ. Όμως οι αρχές τους και οι αξίες της ζωής δεν άλλαξαν. Φιλήσυχοι και φιλόξενοι, νομοταγείς, αξιοπρεπείς, εργατικοί και αξιόπιστοι διακρίνονται για το μαχητικό τους πνεύμα, το σφρίγος και την αγωνιστικότητά τους? Από το 1960 και μετά, που οι Σ. διασκορπίστηκαν στις πόλεις και τα χωριά, σαρανταπέντε πολιτιστικοί σύλλογοι και η Πανελλήνια Ομοσπονδία Συλλόγων Σαρακατσαναίων ( ΠΟΣΣ ) προσπαθούν να κρατήσουν και να συνεχίσουν τη Σ. παράδοση και να αντισταθούν στην αφομοιωτική και ισοπεδωτική τάση της εποχής μας, με το να συγκεντρώνουν και να καταγράφουν τα Σ. τραγούδια, να μαθαίνουν τους χορούς στους νέους, διατηρώντας δικά τους χορευτικά συγκροτήματα. Με τα τμήματα γερόντων αναπαράγουν το πλούσιο και ανεξάντλητο υλικό, αφού οι γέροντες είναι οι μοναδικοί αδιάψευστοι μάρτυρες της Σ. ιστορίας. Μεγάλη είναι η προσφορά στη διάδοση του Σ. τραγουδιού, των Σ. τραγουδιστών, επαγγελματιών και μη, που έχουν ηχογραφήσει σε δίσκους και κασέτες τα τραγούδια τους. Το Λαογραφικό Μουσείο Σ. στις Σέρρες, όπου εκτίθεται αυθεντικό υλικό απ’ όλες τις περιοχές της Ελλάδας που έχει σχέση με τη ζωή και τη λαϊκή τέχνη των Σ., έτυχε Ευρωπαϊκής αναγνώρισης και βραβεύτηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή Μουσείων. Υπάρχουν όμως μουσεία, μικρότερης ίσως εμβέλειας, και σε άλλες πόλεις της Ελλάδας με υλικό από τη λαϊκή τέχνη και τη ζωή των Σ. Υπαίθριοι παραδοσιακοί οικισμοί ( Στάνες ) σε διάφορα μέρη της χώρας κατασκευάστηκαν από συλλόγους και αναβιώνουν σκηνές από την καθημερινή ζωή των Σ. Έντυπο υλικό κυκλοφορεί για ενημέρωση των απανταχού Σ., όπως η «Σαρακατσαναϊικη Ηχώ» που εκδίδεται από την ΠΟΣΣ, το ετήσιο περιοδικό «Σαρακατσαναίοι» από την αδελφότητα Σ. Ηπείρου και το Ίδρυμα Σαρακ. Μελετών, το περιοδικό «Τα Δέοντα των Σαρακατσαναίων» από το Σύνδεσμο Σαρακ. Φθιώτιδας κ.ά. Σε συνέδρια πανελλήνια και ημερίδες με εισηγητές διάφορους επιστήμονες συζητούνται ποικίλα θέματα σχετικά με τους Σαρακατσαναίους. Το Πανελλήνιο Αντάμωμα στο Περτούλι Τρικάλων την τελευταία Κυριακή του Ιουνιου και άλλα τοπικά, σε θέσεις που συνήθως ξεκαλοκαίριαζαν οι Σ., που γίνονται κάθε χρόνο καθώς επίσης, συνεστιάσεις, συνάξεις και χοροεσπερίδες βοηθούν στη διατήρηση της παράδοσης αλλά και στη σύσφιξη των σχέσεων μεταξύ των Σ. Τέτοια τοπικά ανταμώματα οργανώνονται στο Βελούχι ( θέση Άγιοι Απόστολοι Μερκάδας ) την πρώτη Κυριακή του Ιουλίου από το Σύνδεσμο Σ. Φθιώτιδας, στην Πάρνηθα ( στη θέση Μόλα ) του Αγίου Πνεύματος από τους Συλλόγους Σ. Αττικής, στο Γυφτόκαμπο ( κεντρικό Ζαγόρι Ηπείρου ) την πρώτη Κυριακή του Αυγούστου από την Αδελφότητα Σ. Ηπείρου, στην Ελάτεια Δράμας ( θέση Μπουζάλα ) στις 20 Ιουλίου από τους Συλλόγους Σ. Μακεδονίας και Θράκης κ. α. Επίσης στη Βουλγαρία ( Σλίβεν ) από την Ομοσπονδία Σ. Σ., που έχουν μείνει εκεί μετά το κλείσιμο των συνόρων, αλλά διατηρούν τη γλώσσα, τα ήθη και τα έθιμα της Σ. παράδοσης? Πολλοί είναι εκείνοι, Έλληνες και ξένοι, ερευνητές, λαογράφοι, κοινωνιολόγοι, ιστορικοί που ασχολήθηκαν και ασχολούνται με τη ζωή και τον πολιτισμό των Σ., όπως οι λαογράφοι Αγγελική Χατζημιχάλη που μελέτησε τον ποιμενικό βίο των Σ., και ο Ε. Μακρής, ο ανθρωπολόγος διδάκτωρ Άρης Πουλιανός που έδωσε νέα διάσταση στο θέμα της προέλευσης των Σ., οι καθηγητές κοινωνιολογίας Γ. Καββαδίας, Δ. Μαυρόγιαννης, Gr. Hoeg, Glaube Fauriel κ.α?
ΝΙΚΟΛΑΟΣ Γ. ΖΥΓΟΓΙΑΝΝΗΣ Καθηγητής Πρ.Πρόεδρος Πανελλ. Σ. Σαρακατσαναίων

Monday, November 13, 2006

Λάδωμα

Όταν ήταν να δώσω τα σήματα της μηχανής προέκυψε ένα επαγγελματικό ταξίδι κι έτσι έπρεπε σύμφωνα με το νόμο να τα ξαναδώσω έπειτα από 15 μέρες. Τώρα που ήρθε η σειρά της οδήγησης μου λέει ο δάσκαλος να μην κλείσουμε ημερομηνία αν δε μπορώ 100% γιατί μετά θα πρέπει να περιμένω 2 μήνες! Ούτε ν' αρρωστήσεις δε μπορείς του λέω και μου αποκάλυψε την τραγική αλήθεια. Επειδή πολλοί πάνε και θέλουν να λαδώσουν, αν δουν επιτροπή που δεν τα παίρνει σηκώνονται και φεύγουν. Οπότε με αυτήν την καθυστέρηση στην επανεξέταση προσπαθούν να μειώσουν το φαινόμενο αυτό. Αντί να φροντίσει ο νομοθέτης να τιμωρήσει αυτόν που τα παίρνει, "τιμωρεί" αυτόν που πάει να τα δώσει και μαζί και όλους όσους έχουν την ατυχία να μη μπορούν να προβλέψουν τι θα τους τύχει 4 μέρες μετά. Είμαστε ωραίοι!

Saturday, November 11, 2006

Ζώα

Ανοίξανε (και δε μας περιμένουν) το αυτοκίνητο ενός φίλου χθες το βράδυ κάπου στην Καλλιθέα και αφού δε μπορούσαν να κλέψουν τίποτα (μιλάμε για το κλασικό σαραβαλάκι που αφήνει προίκα ο πατέρας στον γιο όταν αγοράζει καινούριο) έχεσαν και κατούρησαν μέσα στο αυτοκίνητο! Έχω ακούσει για τσιγγάνους που όταν κλέβουν ένα σπίτι συνηθίζουν να χέζουν πριν φύγουν αλλά με αυτοκίνητο πρώτη φορά. Είμαστε άρρωστοι έτσι, δεν είναι δυνατόν να συμβαίνουν αυτά τα πράγματα.

Tuesday, November 07, 2006

Ταγάρι πήρατε;

Σίγουρα δεν ήταν η ερώτηση που θα περίμενα ν’ακούσω στο Χίλτον και μάλιστα χωρίς να έχω προλάβει να πιω ακόμη τον καφέ μου αφού προς στιγμήν μπερδεύτηκα και νόμισα ότι έχω έρθει σε λάθος μέρος. Βέβαια δεν πτοήθηκα και γρήγορα απάντησα στην αγενέστατη κυρία με τον εξής τρόπο: «Κοτζάμ τσέλιγκας είναι δυνατόν να έχω έρθει χωρίς ταγάρι;». Με κοίταζε εμβρόντητη ενώ εγώ χάιδευα αργά, σαδιστικά σχεδόν, το μούσι μου. Μου είπε ότι δεν κατάλαβε ακριβώς τι εννοούσα και μετάνιωσα που δεν είχα την γκλίτσα μαζί μου έτσι ώστε να γίνομαι πιο πειστικός. Της έδωσα ραντεβού την ώρα του μπουφέ που όλοι θα έπεφταν με τα μούτρα στη μάσα, στο Galaxy για τις περαιτέρω διευκρινίσεις. Μου έκλεισε το μάτι λέγοντας μου «εγώ θα είμαι εκεί, φροντίστε εσείς να μην αργήσετε κύριε τσέλιγκα, δε θα μπορώ να λείψω για πολύ» κι έσκυψε στα χαρτιά της. Έβγαλα το μπουφάν μου γιατί είχα αρχίσει να σκάω και πήγα στην είσοδο του συνεδρίου. Όπως ήταν χαμηλωμένα τα φώτα κόντεψε να με πάρει ο ύπνος αφού είχα κοιμηθεί μόλις τρεις ώρες και δεν είχα προλάβει να πιω καφέ. Πήρα λοιπόν το σχετικό ύφους του σκεπτόμενου όπου κάθεσαι σταυροπόδι με το αριστερό πόδι να είναι πάνω από το δεξί και στη συνέχεια τοποθετείς τον δεξί σου αγκώνα πάνω στο αριστερό σου γόνατο και ανοίγεις έτσι την παλάμη σου έτσι ώστε να δημιουργήσει μια υποδοχή για το σαγόνι σου όπου ο αντίχειρας πιέζει το δεξί σου μάγουλο και τα υπόλοιπα δάχτυλα εφάπτονται στο αριστερό κι έτσι δίνεις την εντύπωση του απορροφημένου από την ομιλία ακροατή. Η αλήθεια είναι ότι ήμουν απορροφημένος στο όνειρο που μόλις είχα ξεκινήσει να βλέπω. Φρόντισα να ζητήσω όσο πιο ευγενικά στη νεαρά που καθόταν δίπλα μου να με σκουντήσει αν τυχόν και αρχίσω να ροχαλίζω και σε κάθε περίπτωση λίγο πριν τελειώσει η παρουσίαση να με ξυπνήσει για να χειροκροτήσω, αφού αυτή είναι η αγαπημένη μου στιγμή σε κάθε συνέδριο. Ίσως γι’ αυτό και το χειροκρότημα της Πρωτοψάλτη να είναι το αγαπημένο μου τραγούδι. Ποιος ξέρει. Πράγματι λίγο πριν αρχίσουν τα παλαμάκια ένιωσα ένα σκούντημα στον δεξιό ώμο μου και ταραγμένος γυρνάω και της αστράφτω ένα χαστούκι το οποίο σίγουρα η καημένη η κοπελίτσα θα θυμάται για πολύ καιρό. Της ζήτησα ευγενικά συγγνώμη και προσφέρθηκα να την κεράσω ένα καφέ από αυτούς που δωρεάν μπορούσες να πάρεις και να πιεις και που λαχταρούσα από την πρώτη στιγμή που πάτησα το πόδι μου εκεί αλλά ο χρόνος με πίεζε πάρα πολύ κι έτσι σκέφτηκα ότι θα την παλέψω μέχρι το πρώτο κόφι μπρέικ αν και κάτι τέτοιο ποτέ δε συνέβη. Το να την παλέψω εννοώ γιατί το κόφι μπρέικ μια χαρά έγινε. Ζαλωμένος με ταγάρι και μπουφάν φτάνω στον καφέ μπουφέ και ζητάω δύο καφεδάκια, ενώ έβαλα και ένα χυμό, τσίμπησα και κάτι κουλούρια, ένα κομμάτι κέικ, ένα ποτήρι νερό και της τα πήγα για να επανορθώσω. Την είδα να βάζει γρήγορα γρήγορα ένα καθρεφτάκι στην τσάντα της όταν με είδε να πλησιάζω και σκέφτηκα ότι το είχε βγάλει για να μου κάνει κάποιο σινιάλο το οποίο όμως ποτέ δεν έλαβα. Αφού ήπιε το χυμό της άρχισε να πίνει τον καφέ της πράγμα που άρχισα να κάνω κι εγώ, όχι το δικό της φυσικά αλλά τον δικό μου και της είπα να βουτήξει και κανένα κουλουράκι μέσα αφού τελικά όλοι από χωριό είμαστε και ήμουν σίγουρος ότι και σπίτι της θα έκανε το ίδιο πράγμα. Άρχισε να μου λέει για τη ζωή της την ώρα που εγώ ένιωθα την κύστη μου να φουσκώνει αφού ο γαμημένος ο καφές ήτο διουρητικός και όχι διορατικός. Ευτυχώς σε λίγα λεπτά τελείωσε το κόφι μπρέικ κι έτσι θα μπορούσα να ξεγλιστρήσω εύκολα αφού θα πήγαινα σε διαφορετική αίθουσα. Της ζήτησα το e-mail της με τον πλέον ευγενικό τρόπο και αφού με ασπάστηκε τρεις φορές ωσάν να ήταν Σέρβα χαιρετηθήκαμε εκφράζοντας τις πιο θερμές ευχές μας για κάποια μελλοντική συνάντηση εντός ή εκτός συνεδρίου. Έσπευσα στην τουαλέτα και μετά στην επόμενη αίθουσα που ήθελα να πάω αν και παίζει να έγιναν και αντίστροφα αυτά τα δύο. Τελικά είχε αργήσει και η μαντάμ που θα μιλούσε οπότε δεν εκτέθηκα γι’ άλλη μία φορά. Κατάφερα αυτή τη φορά να μην κοιμηθώ ενώ έβλεπα ότι η παρουσίαση θα τελείωνε κανένα δεκάλεπτο νωρίτερα απ’ την προγραμματισμένη διάρκεια κι επομένως θα μπορούσα να φτάσω πρώτος στο Galaxy και να περιμένω την κυρία της υποδοχής.

Συνεχίζεται...

Monday, November 06, 2006

Mystify

Τότε:
Η Κυβέλη, ένα νεαρό κορίτσι γεμάτο ενθουσιασμό και τάση για ανατροπή του συστήματος, τρέχει, οργανώνει, έχει το δικό της ανεξάρτητο πολιτικό σχήμα, χωρίς χρηματοδοτήσεις και τα σχετικά, με κοιτάει δειλά και με προσφωνεί στις φίλες της ο κύριος τάδε και μου μιλάει στον πληθυντικό.
Τώρα:
Η Κυβέλη μόλις έχει επιστρέψει από το κομμωτήριο, κάθεται δύο ώρες στον καθρέφτη για να ντυθεί και να βαφτεί και κάνει πρόβες με τις καινούριες δωδεκάποντες γόβες της που ακόμη δεν έχει συνηθίσει να φοράει. Συναντιόμαστε στον κινηματογράφο και νομίζω ότι θέλει να φανεί πιο εντυπωσιακή κι από τις ηρωίδες του Αλμοδοβάρ που θα περάσουν σε λίγο μπροστά απ' την οθόνη.

Κι έχει περάσει μόλις ένας χρόνος.

Sunday, November 05, 2006

Ταπεινά Ένστικτα

Ε ε ε / ο ο ο / πούτσα και στο μπάσκετ / πούτσα και εδώ

Υ.Γ.: Επιτέλους Ανάσταση, χαλάλι η φωνή η κλεισμένη.

Saturday, November 04, 2006

Παθέτικ

Αντιγράφω από το μπλογκ του μανιφέστου:

"...στη συνέχεια κάνει μια προσωπική επίθεση στον "δημοσιογράφο του Βήματος Δ. Γαλάνη" αναφέροντας ότι τον αποκάλεσε "τσόκαρο και ρουφιάνο"

επειδή αυτοί οι χαρακτηρισμοί μου ανήκουν πρέπει εδώ να δηλώσω πως εγώ τα έγραψα αυτά και όχι ο κ Γαλάνης

δεν γνωρίζω τι προτίθεται να κάνει ο δημοσιογράφος του Βήματος και δεν με αφορά

αλλά η επίθεση αυτή στην μπλογκόσφαιρα είναι απίστευτα άκαιρη..."

Μα κανένας στον τόπο αυτό δεν έχει τ' αρχίδια να αναλάβει τις ευθύνες του;

Κι έπεφτεν το ξύλο το πολύ

Εξομολογείται ο «Τζι-Αι-Τζο»

Είχα φτιάξει μια καλή ομάδα μ’ ένα φίλο μου που κάναμε μαζί μαχητική πάλη, πήρα και κάτι ειδικούς φρουρούς και κάθε βράδυ πλακωνόμασταν. Με όλες τις φυλές. Αλβανούς, Ρώσσους, Κούρδους, αυτούς μην τους βλέπεις έτσι κακομοίρηδες, φέρνουν όλη την πρέζα, Έλληνες, Γεωργιανούς, αναρχικούς, τα πάντα. Δεν είχα πάρει ούτε ένα ρεπό. Πήγαινα με σπασμένα πλευρά και ξέρεις τα σπασμένα πλευρά πρέπει να τα αφήσεις να θρέψουν, δενόμουν εγώ και πήγαινα, βάλτε με να δουλέψω τους έλεγα δε με νοιάζει το χτύπημα. Είχα πιάσει και δύο παπατζήδες ε, τότε στην πλατεία Βάθης, ήμουνα με το παπί και έπεφτα πάνω τους, πλάγιαζα το μηχανάκι κι άντε να ξεφύγουν μετά. Τζι αι τζο με φωνάζανε τότε. Δε μ’ένοιαζε, αφού κάθε μέρα σου λέω έκανα προπόνηση για την πάλη, εκεί να δεις ξύλο που έτρωγα, τι θα με πείραζε αν έτρωγα και το βράδυ δυο τρεις ακόμα; Αφού το γούσταρα το ξύλο. Είχε καθαρίσει ο τόπος όμως έτσι; Δεν καταλάβαινα τίποτα.

Η συνέχεια; Θλιβερή.

Friday, November 03, 2006

Χάσμα Γενεών

Κάποτε στα σχολεία κυνηγούσαν τους μαθητές για το τσιγάρο, τώρα για τα τσιμπούκια. Κατά πως φαίνεται πηδήξαμε τα πούρα.

Τα σύνορα


Μία χοντρή μύγα έχει εγκλωβιστεί ανάμεσα στο τζάμι και το παντζούρι. Σκέφτομαι ότι αν πέρναγε μέσα στο δωμάτιο θα είχε χέσει τον τόπο όλο. Ή μήπως έχει στερηθεί την έξοδο της εκεί έξω στα σκατά; Έχει βρωμίσει από καιρό ο τόπος κι αναρωτιέμαι ποιο θα είναι το επόμενο στάδιο.

Thursday, November 02, 2006

«...άλλα λόγια δε ρωτώ...»

Η 16χρονη αποβλήθηκε επειδή ακολούθησε το φίλο της στις τουαλέτες ή μήπως επειδή στο κοντινό δεν έγραφε τόσο καλά; Η μαθήτρια που τράβηξε το επίμαχο βίντεο ανήκει στο γυμνάσιο οπότε δε μπορούν οι καθηγητάδες να αποφανθούν. Είναι του λυκείου βλέπετε αυτοί. Και αυτή. Εγώ λέω ότι θα έπρεπε να αθωώσουν τα τέσσερα παιδιά και να την αποβάλλουν δια παντός. Τα μαλλιά της ήταν προκλητικά χτενισμένα και στην ουσία αυτή είναι που παρέσυρε τους νεαρούς μαθητές. Αυτοί μιλάν κι όμως κοιμούνται τον ύπνο του δικαίου.

Wednesday, November 01, 2006

Just A Little Heat

Σηκώθηκα από το κρεβάτι έντονα πιασμένος και με διάθεση να μην κάνω απολύτως τίποτα όμως μια μαγική δύναμη με έσπρωξε στην κουζίνα όπου έφτιαξα ένα καφέ αν και δεν τον χρειαζόμουν πραγματικά αφού έπειτα από 3 ώρες μεσημεριανού ύπνου αρκεί ένας κουβάς νερό για ν’ανοίξει το μάτι και όχι η ίδια ποσότητα σε καφέ που συνήθως είναι απαραίτητη κάποια πρωινά που χρειάζεσαι μανταλάκια για να κρατήσεις τα βλέφαρα σου στην ίδια θέση. Ένα ήταν σίγουρο, με τέτοιο ύπνο, το βράδυ στη Μεγάλη Βρεταννία θα είμαι ο πιο φρέσκος με μάγουλο βερίκοκο κι ας έχω να ξυριστώ σχεδόν 20 μέρες. Πρέπει να βρω και αυτό το αναθεματισμένο το παπιγιόν ενώ θα έλεγα ότι είναι εξαιρετικά εκνευριστικό να σου τηλεφωνούν όταν ακούς μουσική και δε θέλεις να σε ενοχλεί κανένας αφού έτσι αναγκάζεσαι να χαμηλώσεις την ένταση, να χάσεις το τραγούδι το καλό και γενικότερα να χάσεις τα αυγά και τα πασχάλια και ποτέ δε ξέρεις αν θα χάσει ή αν θα κερδίσει σήμερα η ΑΕΚ. Πάντως έχω κάνει μερικούς μαγικούς συνδυασμούς που ακόμη και ο Κόπερφιλντ ο οποίος θαρρώ ότι ήρθε να μας εξαφανίσει δε θα μπορεί να φανταστεί. Σίγουρα το να πάει μερικούς από εμάς κάπου μακριά δε θα ήταν καθόλου άσχημη ιδέα. Αν μάλιστα μπορούσε να πάρει και τα αυτοκίνητα όλων αυτών θα του ήμουν προσωπικά ευγνώμων. Ακόμη και με 500.000 λιγότερους θα συμβιβαζόμουν. Ε κι αν βλέπαμε ότι θέλουμε λίγο ξαλάφρωμα ακόμη, τον φωνάζουμε και του χρόνου για άλλη μία γενική. Ακούμε Σοφία Αρβανίτη στο Μπλέχτηκα και γουστάρουμε αγρίως ενώ θα πρέπει να αναφέρουμε ότι όποιος Αργύρης γιορτάζει σήμερα να στείλει γλυκά στη γνωστή πια διεύθυνση διότι έχει τσάμπιονς λιγκ λέμε και δεν είμαστε να τρέχουμε σε γιορτές. Μια κοινωνική υποχρέωση θα πάμε να βγάλουμε κι αυτή σε μέρος που διαθέτει τελεβίζιον αρκεί να πιάσεις τη στρατηγική τη θέση για να μη γίνεις ρεζίλι λοξοκοιτάζοντας παράλληλα με τη βρώση του μπον φιλέ σου. Και για επιδόρπιο πανακότα μέσα σε μια τερακότα. Ουφ, τι κουραστική μέρα και η σημερινή. Πάω να πάρω έναν υπνάκο.