Ή θα μπορούσε κάποιος να πει ότι έχουμε στα χέρια μας ένα προσχέδιο ή τη συνέχεια ή κάποιου είδους σενάριο τέλοσπάντων των μαύρων φεγγαριών του έρωτα με τη λέξη διαβολική σύμπτωση ν’αποκτά ειδικό χαρακτήρα κατά τη χθεσινή μας βραδιά και με τη λέξη εκδίκηση να πηγαίνει σε δεύτερο πλάνο, εξάλλου το αλκοόλ βοηθάει τους ανθρώπους να συσφίξουν τις σχέσεις τους (έστω και σε σημείο πνιγμού μερικές φορές) παρά να τις κάνουν τόσο εκδικητικές όσο θα μπορούσαν να γίνουν υπο ένα νηφάλιο καθεστώς. Είναι απόλυτο αυτό; Φυσικά και όχι αλλά θα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί και να διαχωρίσουμε λίγο τις θέσεις μας για να μην παρεξηγηθούμε αφενός, για να καταλάβει και ο έρμος ο αναγνώστης τι θέλουμε να πούμε αφετέρου. Χθες ο καιρός εδώ στη Θες/νικη ήταν αρκετά καλός με αποτέλεσμα να χρειάζεσαι μόνο ένα μπουφανάκι για να βγεις έξω στο δρόμο ενώ με ένα απλό κοντομάνικο από μέσα δεν είχες κανένα πρόβλημα και φυσικά πηγαίνοντας στο πρώτο μαγαζί πέταγες το πανωφόρι στην άκρη, έπιανες το πηλοφόρι το οποίο δεν έχει σχέση με την οικοδομή όπως λανθασμένα νομίζετε πολλοί από εσάς αλλά είναι ένα ειδικό βαυαρικό σκέυος το οποίο προορίζεται για την κατανάλωση ζύθου και μόνο σε ειδικές εορταστικές και επετειακές ενδεχομένως περιστάσεις. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή διότι η αρχή είναι το μισό του παντός κατά τη γνωστή λαϊκή ρήση. Το χθεσινό ταξίδι ξεκίνησε με τους καλύτερους οιωνούς. Σχεδόν πάντα πριν να βγω στην εθνική μου πετάγεται ένας ικανός οδηγός ο οποίος δοκιμάζει τ’αντανακλαστικά μου και εφόσον εγώ αποφύγω το τροχαίο παίρνω τα πάνω μου και συνεχίζω το δρόμο μου ακάθεκτος και χωρίς άγχος για το υπόλοιπο της διαδρομής. Γιατί ναι μεν το κακό μπορεί να τριτώσει και θα τριτώσει σύμφωνα με το νόμο του Μέρφυ αλλά αν δεν ξεκινήσει πρώτα πως θα φτάσουμε εκεί; Δεν φτάνουμε με αποτέλεσμα οι απαραίτητες στάσεις να μας φέρουν στη συμπρωτεύουσα νωρίς το απόγευμα όπου το παρκάρισμα στο κέντρο ήταν μια σχετικά εύκολη υπόθεση χωρίς ταλαιπωρία και λεωφορεία. Αφού άφησα τα συμπράγκαλα μου στο δωμάτιο που μου παραχώρησε ο καλός φίλος που θα με ανεχτεί για μία ακόμη ημέρα, επληροφορήθην ότι όλο το πρωί το ειδικό επιτελείο Φιλος - Φιλη του είχαν αναλάβει την εικαστική αναμόρφωση του χώρου στο τακτοποιημένο και καθαρό σπίτι που ήδη βρισκόμουν. Μπορεί να μην υπήρχε κόκκινο χαλί αλλά υπήρχαν υπέροχα μακαρόνια με κόκκινη σάλτσα μαγειρεμένα με τέτοιο τρόπο έτσι ώστε να διατηρηθούν ζεστά ως την ώρα της άφιξης μου κάτι το οποίο ήταν ιδιαίτερα συγκινητικό διότι όταν ξεκωλώνεσαι να κάνεις φασίνα και περιμένεις τον μακρινό ταξιδιώτη να φτάσει για να φας ενώ σίγουρα έχεις ξελιγωθεί, αν μη τι άλλο δείχνει ευγενή άμιλλα και αληθινή φιλία. Το κερασάκι στην τούρτα ήταν το αγαπημένο μου γλυκό το οποίο με περίμενε καρτερικά να το καταβροχθίσω πράγμα που έκανα πριν ακριβώς τον καφέ που ακολούθησε και που τώρα που το σκέφτομαι δεν έχω πιει ακόμα και είναι κάτι για το οποίο θα πρέπει να μεριμνήσω άμεσα. Ενώ απολάμβανα τον καφέ μου χτύπησε το τηλέφωνο και δεν ήταν αυτό που λέμε ευπρόσδεκτη κλήση. Τύπος ο οποίος είχε μυριστεί την άφιξη μου και που η φράση στοιχειώδεις κανόνες καλής συμπεριφοράς δεν του λέει απολύτως τίποτα. Δεν το σηκώνω. Επιμένει. Υποτίθεται ότι πέφτω για ύπνο και θα αναβληθεί για κάποια στιγμή αργότερα ο καφές που θα απολαύσουμε μαζί και θεωρώ το ζήτημα λήξαν. Σε λιγάκι αναπάντεχη κλήση από άγνωστο αριθμό. Αναπάντεχη βεβαίως έγινε εκ των υστέρων διότι ευθύς εξαρχής ήταν από ένα νούμερο το οποίο εγώ δεν γνώριζα. Ως είθισται σε τέτοιες περιπτώσεις ξεκίνησε το παιχνίδι των ερωτήσεων:
-Έλα ρε Ηλία τι κάνεις;
-Καλά είμαι εσύ; (ενδόμυχη σκέψη: και ποιος είσαι διάολε;)
-Καλά κι εγώ, δε με κατάλαβες ε;
-Να πω την αλήθεια όχι.
-Θεσσαλόνικη;
(Μα τι στο διάολο σκέφτηκα, δελτίο τύπου βγήκε ότι ανεβαίνω στη Θεσσαλονίκη;)
-Εχμ, ναι...
-Ακόμα δεν κατάλαβες;
-Ε, όχι.
-Λαρισαίος φοιτητής στη Θεσσαλονίκη;
(προφανώς το πρώτο Θεσσαλονίκη δεν αναφερόταν στο ότι εγώ ήμουν εδώ αλλά αυτός)
-Για βοήθησε με λίγο ακόμα.
-Το επώνυμο ξεκινάει από Μ.
-Από Μ; (όπως λέμε Μαλάκας;)
-Σε βοηθάω λίγο ακόμα, Μπο.
-Έλα ρε Βασίλη τι κάνεις;
Λοιπόν ο Βασίλης είναι ο τύπος ο οποίος μου είχε παραχωρήσει τη στέγη του ουκ ολίγες φορές όπως αναφέρω άλλωστε και σε σχετικά ποστ του παρελθόντος καθώς επίσης θα πρέπει να αναφέρω ότι στο δικό του σπίτι διαδραματίστηκε εκείνη η μοιραία μπιρίμπα με τον «καληνυχτάκια». Ο Βασίλης ήρθε για κάποια δουλειά στην Αθήνα και θα μείνει εδώ τέσσερις μήνες. Του λέω ότι εγώ είμαι Θεσ/νικη και ανανεώνουμε το ραντεβού μας για την Αθήνα. Τον παρεξήγησα στην αρχή η αλήθεια είναι αλλά στη συνέχεια μόλις κατάλαβα ποιος είναι χάρηκα διότι ως γνωστόν οι φίλοι είναι εδώ για τις δύσκολες ώρες. Αφού χαζέψαμε λίγο εντός των τοιχών έπεσαν τα σχετικά τηλεφωνήματα και κατά τις 8 ξεκίνηση η νυχτερινή μας περιήγηση. Συναντήσαμε κάποια παιδιά σ’ένα συμπαθητικό καφέ, μειωθήκαμε κατα ένας και συνεχίσαμε σ’ένα άλλο συμπαθητικό μαγαζί το οποίο βρισκόταν δίπλα από μια πολυκατοικία στην είσοδο της οποίας υπήρχε αναρτημένο χαρτί με την πληροφορία «το πάρτυ γίνεται στον 6ο». Αν κρίνω από το πλήθος του κόσμου που πήγε, από την ποιότητα του κόσμου που πήγε και από το πλήθος των γυναικών που πέρασαν από μπροστά μας το πάρτυ ήταν σίγουρα πετυχημένο και μάλλον κάναμε βλακεία που δεν ανεβήκαμε κι εμείς πάνω. Αποφασίζουμε να συνεχίσουμε σε διαφορετικό μέρος τη νυχτερινή μας διασκέδαση με αποτέλεσμα με μια απώλεια τριών ατόμων αυτή τη φορά που όμως η Θεά Τύχη θέλησε να αναπληρώσουμε σχεδόν αμέσως. Κι ενώ βαδίζουμε προς άγνωστη κατεύθυνση και έχουν αρχίσει οι διαβουλεύσεις για τις επιλογές μας η φωνή του τύπου που άκομψα απέφυγα το απόγευμα ήχησε πίσω από την πλάτη μας. Ο φίλος μου, ο οποίος με την άκρη του γερακίσιου οπως και να το πεις ματιού του, τους είχε δει και ήταν βέβαιος πως κι εκείνοι τον είχαν δει. Εκείνοι ήταν Αυτός, Αυτή κι ο Γερμανός. Στο κείμενο μας τους λέμε η σάρα, η μάρα και το κακό συναπάντημα χωρίς όμως να προσωποποιούμε κάποια από αυτές τις λέξεις. Δηλαδή Αυτός δεν είναι απαραίτητα η σάρα. Μπορεί κάλλιστα να είναι και η μάρα ή ακόμα ακόμα και το κακό συναπάντημα. Γενικα όλοι οι χαρακτηρισμοί ταιριάζουν και σε αυτόν και σε αυτήν και στο γερμανό (που αν χάσει σήμερα από τη Δανία μάλλον την έχει άσχημα). Η ιστορία έχει γράψει ότι ορισμένες συνθέσεις παρέας δεν είναι δόκιμες και όμως κάποιοι άνθρωποι επιμένουν να δοκιμάζουν επικίνδυνες αλχημείες, αμφιβόλου αποτελέσματος. Η λογική τελικά πρυτάνευσε και καταφέραμε να διασκεδάσουμε όλοι μαζί χωρίς ιδιαίτερα μειδιάσματα αλλά μια Μήδεια εκεί θα έκανε δουλειά, όχι αστεία. Τα ξημερώματα βρήκαν μια εκλεκτή τριμελή σύνθεση να υποδέχεται σε οικείο χώρο τη νέα ημέρα η οποία μόλις τώρα ξεκινά!
-Έλα ρε Ηλία τι κάνεις;
-Καλά είμαι εσύ; (ενδόμυχη σκέψη: και ποιος είσαι διάολε;)
-Καλά κι εγώ, δε με κατάλαβες ε;
-Να πω την αλήθεια όχι.
-Θεσσαλόνικη;
(Μα τι στο διάολο σκέφτηκα, δελτίο τύπου βγήκε ότι ανεβαίνω στη Θεσσαλονίκη;)
-Εχμ, ναι...
-Ακόμα δεν κατάλαβες;
-Ε, όχι.
-Λαρισαίος φοιτητής στη Θεσσαλονίκη;
(προφανώς το πρώτο Θεσσαλονίκη δεν αναφερόταν στο ότι εγώ ήμουν εδώ αλλά αυτός)
-Για βοήθησε με λίγο ακόμα.
-Το επώνυμο ξεκινάει από Μ.
-Από Μ; (όπως λέμε Μαλάκας;)
-Σε βοηθάω λίγο ακόμα, Μπο.
-Έλα ρε Βασίλη τι κάνεις;
Λοιπόν ο Βασίλης είναι ο τύπος ο οποίος μου είχε παραχωρήσει τη στέγη του ουκ ολίγες φορές όπως αναφέρω άλλωστε και σε σχετικά ποστ του παρελθόντος καθώς επίσης θα πρέπει να αναφέρω ότι στο δικό του σπίτι διαδραματίστηκε εκείνη η μοιραία μπιρίμπα με τον «καληνυχτάκια». Ο Βασίλης ήρθε για κάποια δουλειά στην Αθήνα και θα μείνει εδώ τέσσερις μήνες. Του λέω ότι εγώ είμαι Θεσ/νικη και ανανεώνουμε το ραντεβού μας για την Αθήνα. Τον παρεξήγησα στην αρχή η αλήθεια είναι αλλά στη συνέχεια μόλις κατάλαβα ποιος είναι χάρηκα διότι ως γνωστόν οι φίλοι είναι εδώ για τις δύσκολες ώρες. Αφού χαζέψαμε λίγο εντός των τοιχών έπεσαν τα σχετικά τηλεφωνήματα και κατά τις 8 ξεκίνηση η νυχτερινή μας περιήγηση. Συναντήσαμε κάποια παιδιά σ’ένα συμπαθητικό καφέ, μειωθήκαμε κατα ένας και συνεχίσαμε σ’ένα άλλο συμπαθητικό μαγαζί το οποίο βρισκόταν δίπλα από μια πολυκατοικία στην είσοδο της οποίας υπήρχε αναρτημένο χαρτί με την πληροφορία «το πάρτυ γίνεται στον 6ο». Αν κρίνω από το πλήθος του κόσμου που πήγε, από την ποιότητα του κόσμου που πήγε και από το πλήθος των γυναικών που πέρασαν από μπροστά μας το πάρτυ ήταν σίγουρα πετυχημένο και μάλλον κάναμε βλακεία που δεν ανεβήκαμε κι εμείς πάνω. Αποφασίζουμε να συνεχίσουμε σε διαφορετικό μέρος τη νυχτερινή μας διασκέδαση με αποτέλεσμα με μια απώλεια τριών ατόμων αυτή τη φορά που όμως η Θεά Τύχη θέλησε να αναπληρώσουμε σχεδόν αμέσως. Κι ενώ βαδίζουμε προς άγνωστη κατεύθυνση και έχουν αρχίσει οι διαβουλεύσεις για τις επιλογές μας η φωνή του τύπου που άκομψα απέφυγα το απόγευμα ήχησε πίσω από την πλάτη μας. Ο φίλος μου, ο οποίος με την άκρη του γερακίσιου οπως και να το πεις ματιού του, τους είχε δει και ήταν βέβαιος πως κι εκείνοι τον είχαν δει. Εκείνοι ήταν Αυτός, Αυτή κι ο Γερμανός. Στο κείμενο μας τους λέμε η σάρα, η μάρα και το κακό συναπάντημα χωρίς όμως να προσωποποιούμε κάποια από αυτές τις λέξεις. Δηλαδή Αυτός δεν είναι απαραίτητα η σάρα. Μπορεί κάλλιστα να είναι και η μάρα ή ακόμα ακόμα και το κακό συναπάντημα. Γενικα όλοι οι χαρακτηρισμοί ταιριάζουν και σε αυτόν και σε αυτήν και στο γερμανό (που αν χάσει σήμερα από τη Δανία μάλλον την έχει άσχημα). Η ιστορία έχει γράψει ότι ορισμένες συνθέσεις παρέας δεν είναι δόκιμες και όμως κάποιοι άνθρωποι επιμένουν να δοκιμάζουν επικίνδυνες αλχημείες, αμφιβόλου αποτελέσματος. Η λογική τελικά πρυτάνευσε και καταφέραμε να διασκεδάσουμε όλοι μαζί χωρίς ιδιαίτερα μειδιάσματα αλλά μια Μήδεια εκεί θα έκανε δουλειά, όχι αστεία. Τα ξημερώματα βρήκαν μια εκλεκτή τριμελή σύνθεση να υποδέχεται σε οικείο χώρο τη νέα ημέρα η οποία μόλις τώρα ξεκινά!