Sunday, December 11, 2005

Proceed with care ;-)

Αρχές της δεκαετίας του 70 και αποφασίσαμε με κάτι φίλους να φτιάξουμε μια ροκ μπάντα γιατί τότε δε μπορούσες να φτιάξεις και κάτι άλλο. Το παλκοσένικο δε μας χώραγε για μια λαϊκή κομπανία αν και γουστάραμε λίγο τα ρεμπέτικα γι’αυτό μείναμε πιστοί και στα ακούσματα μας και όπως κάθε σοβαρό συγκρότημα που σέβεται τον εαυτό του κάναμε και τα βαφτίσια του γκρουπ με κάθε επισημότητα σε μια σεμνή κατά τ’άλλα τελετή. Κουμπάρα και νονά ήταν η γκόμενα του Τάσου η οποία σε μία άκρως αποκαλυπτική προσωπική στιγμή σκαρφίστηκε το όνομα «Προικοθήρες». Ο Τάσος φοιτητής στο Μαθηματικό τότε, συνδικαλιστής με την ΟΛΜΕ σήμερα φώναζε τη Γιάννα Χριστίνα με κοροϊδευτικό πάντα χαρακτήρα. Γιατί Χριστίνα; Λόγω της κόρης του Ωνάση με αυτό το όνομα η οποία είχε μια τεράστια περιουσία. Για τα δικά μας δεδομένα έτσι ήταν και η Γιάννα. Πάντως σήμερα αν τη γκόμενα μου τη λέγανε Χριστίνα και είχε πολλά λεφτά θα την κορόιδευα Γιάννα από τη γνωστή φάρα των Δασκαλάκηδων-Αγγελοπουλαίων που στηρίζουν την αναδάσωση και γι’αυτό κάνουν πάρτυ που βάζουν φωτιά στα δεντράκια της Φιλοθέης. Και το πολύ πράσινο μερικές φορές κάνει κακό. Στα βαφτίσια λοιπόν η Γιάννα είχε έρθει μ’ένα πολύ αποκαλυπτικό μίνι κι έκανε δώρο στον Τάσο μια κιθάρα ενώ σε όλους τους υπόλοιπους βιβλία με παρτιτούρες για κιθάρα κι έτσι καταλάβαμε ποιος θα έπαιζε αυτό το όργανο στη μπάντα. Ένα μείζον πρόβλημα είναι πως κι εμείς έπρεπε να παίξουμε κάποιο όργανο εκτός από το πουλόφωνο και το κόντρα-φλαπούτσο στο οποίο είχαμε εξασκηθεί ιδιαιτέρως κατά τη διάρκεια της εφηβείας αλλά και μετέπειτα στη μεταπολίτευση, στο στρατό, στο μιλένιουμ και γενικά σε σοβαρές και μεγαλοπρεπέστατες κοινωνικές στιγμές που με τον έναν ή τον άλλον τρόπο μας στιγμάτισαν. Να φανταστείτε για τύμπανα είχαμε κάτι κατσαρόλια ίσα ίσα για να πιάνουμε το ρυθμό ενώ ένα παιδικό αρμόνιο πάσχιζε μάταια να προσδώσει λίγη ψυχεδέλεια στον ήχο μας. Ο Τάσος εντωμεταξύ πάσχιζε να μάθει πως κουρδίζουν μια κιθάρα κάτι το οποίο η Γιάννα δε μπορούσε να το αγοράσει αλλιώς θα ήταν το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο. Φυσικά το κόστος για έναν κουρδιστή κιθάρας ήταν απαγορευτικό ακόμη κι εκείνη την εποχή. Ο Κυριάκος πούλησε ένα μηχανάκι το οποίο με το ζόρι πήγαινε κι αγόρασε τα πρώτα μας ντραμς. Έκτοτε κυκλοφορούσε με μια μπαντάνα στο κεφάλι για τον ιδρώτα και καλά όλοι ξέραμε όμως ότι ήταν κυρίως για τη μόστρα διότι όπως συμβαίνει παντού στον κόσμο τα ντραμς όσο καλά κι αν ακούγονται έχουν τη χειρότερη θέση επί σκηνής κι έτσι αν δεν έχεις και κάτι για να ξεχωρίζεις σε τρώει η μαρμάγκα. Ίσως επί τούτου να ήταν πιο φρόνιμο να φόραγε κανένα ζευγάρι με κεραίες για να προσδίδει κάτι σε space στην όλη φάση αλλά μία φορά που του το πρότεινα μου ήρθαν οι μπαγκέτες στο κεφάλι κι έτσι στην επόμενη γιορτή του τσοντάραμε όλοι για να του αγοράσουμε μία μπαντάνα από μετάξι να έχει τουλάχιστον να καυχιέται για κάτι διότι ο ήχος του ήταν χειρότερος κι από τα κατσαρολικά που έπαιζε πιο πριν ο Μανώλης. Ο Μανώλης ψυχράνθηκε πολύ από τότε με τον Κυριάκο γιατί ήταν αυτός ο οποίος επιθυμούσε διακαώς να γίνει ντράμερ αλλά την κατάσταση έσωσε κάπως ο Γιάννης ο Γιοκαρίνης με το αξεπέραστο άσμα «κιθαρίστας ή ντράμερ;» κι έτσι ο Μανώλης με τα λεφτά που είχε ξεκινήσει να μαζεύει αγόρασε την κιθάρα του κι έτσι είχαμε δυο κιθαρίστες κι έναν ντράμερ επομένως μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι ο κορμός είχε σχηματιστεί. Σε κάτι μικρές αγγελίες βρήκα ένα μπάσο μεταχειρισμένο κι αποφάσισα να το αγοράσω γιατί ακόμη κι εγώ να μην έπαιζα έναν μπασίστα τον χρειαζόμασταν και θα ήταν οπωσδήποτε μια πρόοδος ένα τέτοιο βήμα. Ο Γιάννης που πάλευε με το μικρό αρμόνιο όταν είδε το μπάσο ξετρελάθηκε κι έτσι αποφάσισα να το χορηγήσω στην μπάντα χωρίς να έχω σκεφτεί κάποιο αντάλλαγμα αν και δεν το κρύβω πως μου πέρναγε από το μυαλό να διεκδικήσω τη θέση του frontman αφού έγραφα έτσι κι αλλιώς πιασάρικα στιχάκια τα οποία θα μπορούσαν να παιχτούν και σε εκτέλεση ραπ κάτι πολύ μοντέρνο για την εποχή εκείνη. Ακόμα μετανιώνω που δεν προώθησα ένα σπουδαίο τραγούδι με το παρακάτω ρεφρέν: «Έβαλα στ’αμάξι μου πινακίδες ΡΙΤ / κι όλοι μες στη Λάρισα με φωνάζουν ΚΙΤ». Τελικά επειδή δε θέλαμε να μας μπερδέψουν με τους doors και τους hawkwind αποφασίσαμε να μην βάλουμε συνθεσάιζερ στο κόλπο αλλά να το προσθέταμε σε τρία τέσσερα χρονάκια για να κάναμε και μια στροφή στο ρεπερτόριο μας καθώς θα σηματοδοτούσε και το τέλος των σπουδών μας που καλώς εχόντων των πραγμάτων θα είχε πραγματοποιηθεί σ’ένα τέτοιο χρονικό διάστημα συνυπολογίζοντας βέβαια και το χρόνο που θα χάναμε με τα γνωστά γεγονότα του Πολυτεχνείου το 1973 κάτι που βέβαια δεν ήταν δυνατό να το γνωρίζουμε από το 71, είχαμε προγραμματίσει όμως τον εξωτερικό παράγοντα της αβεβαιότητας που θα είχε ως αποτέλεσμα μια μικρή σχεδόν ανεπαίσθητη (μπορεί και αναίσθητη) καθυστέρηση στις σπουδές μας. Αναγκαστικά λοιπόν έγινα ο τραγουδιστής του συγκροτήματος γι’αυτό αρκεστήκαμε κυρίως σε ορχηστρικά κομμάτια όπου είχα το διπλωματικό ρόλο ή αυτό του διασκεδαστή αν προτιμάτε. Έπαιζα με τις αέρινες κιθάρες που είναι αόρατες και δεν έχεις πρόβλημα με το βάρος τους, κουνιόμουν πέρα δώθε, έβγαζα και κάτι κραυγές σαν τον Γκίλαν κι όλα αυτά σ’ένα τοπικό φεστιβάλ του Παπάγου όπου όλοι οι στρατηγοί δεν έβλεπαν με καλό μάτι τις συναυλίες μας διότι μας θεωρούσαν κακοποιά και ταραχοποιά στοιχεία επικίνδυνα για την αποπλάνηση των κορασίδων τους και φυσικά το τραύμα της διακόρρευσης και άντε να βγάλεις σεντόνι με σφαγμένο κόκορα μετά, κάνει μπαμ από πενήντα μέτρα. Εγώ πάντως σε μια συναυλία κι εκεί που πήγα να πηδήξω από τη σκηνή μπερδεύτηκα με τα καλώδια έφαγα τα μούτρα μου και ήρθε να με βοηθήσει μια φοιτήτρια της Ιατρικής κόρη αξιωματικού κι αυτή αλλά ευτυχώς όταν ήρθε ο πατέρας της στο νοσοκομείο να την πάρει εμένα μου είχαν κουρέψει τα μαλλιά λόγω του τραύματος κι έτσι με συμπάθησε γιατί ούτε και μούσια είχα εκείνο τον καιρό λόγω μιας δερματίτιδας που με ταλαιπωρούσε. Με βοήθησε ο άνθρωπος και με το στρατιωτικό μου δε μπορώ να πω, έβγαλα θητεία ζάχαρη αφού με είχε κάνει οδηγό του, στο Πολυτεχνείο μόνο τα είχαμε χαλάσει για λίγο αλλά όταν το πράγμα σοβάρεψε για λίγο τα ξεχάσαμε κι αυτά. Τι απέμεινε απ’όλα αυτά; Μια αγγελία για ένα μεταχειρισμένο συνθεσάιζερ που δεν αγοράστηκε ποτέ και βρήκα σήμερα ξεσκονίζοντας τα συρτάρια μου.