Monday, December 26, 2005

Μέρες Αγρύπνιας...

Κάθε χρόνο αυτή η εποχή σηματοδοτούσε την έναρξη του μεγάλου καθισιού και της ατελείωτης κραιπάλης όπου τα κρέατα και τα κρασιά έκαναν παρέλαση απ’τα διάφορα τραπέζια και ως συνήθως υπήρχε και το γλυκό το οποίο βοηθούσε την όλη κατάσταση. Φέτος όμως τα πράγματα άλλαξαν και για να πω και την αλήθεια ζορίζομαι λιγάκι. Πρωτίστως οφείλω ν’απευθύνω θερμούς και αγωνιστικούς χαιρετισμούς σε όλους τους συνδαιτυμόνες του blog αυτού και γενικά δηλαδή και στους υπόλοιπους αλλά όπως και να το κάνουμε σε αυτούς που «ξέρεις» θέλεις να ευχηθείς λίγο πιο ιδιαίτερα. Πότε άρχισα να ζορίζομαι; Όχι δεν ήταν το πρωί μετά τον καφέ με γάλα, ούτε χθες μετά το τρίτο πιάτο γαλοπούλας. Ξεφόρτωσα τα πράγματα, μπήκα στο σπίτι όλα θεοσκότεινα κι εκεί άρχισε το δράμα. Άντε ν’ανοίξεις τις μπαλκονόπορτες και τα παράθυρα ν’αεριστεί το σπίτι, να βγάλεις τα πράγματα από τη βαλίτσα, να κουβαλήσεις ξύλα για το τζάκι, ν’ανάψεις το θερμοσίφωνα, να βάλεις τα κρέατα στην κατάψυξη και να μην ακούς μιλιά από πουθενά. Πάω ο καλός σου και στα υπόλοιπα δωμάτια, τίποτα, ούτε κρυμμένοι ήταν ούτε να εμφανιστούν υπήρχε περίπτωση. Τους είχα αφήσει όλους πίσω και γύρισα σπίτι γιατί αύριο δουλεύω. Κι όλη η εβδομάδα δηλαδή έτσι θα είναι. Θα γυρνάω σπίτι κι ούτε φωνή ούτε ακρόαση από κανέναν. Πρόβλημα. Και να φανταστείς κάποιοι είναι έτσι όλο το χρόνο. Έβαλα ήδη την πρώτη μπουγάδα και Bright Eyes στο στερεοφωνικό για να πέσει κι άλλο η διάθεση μου και να χορέψω κανένα βαλσάκι μόνος μου, μέρες που είναι να το γλεντήσω κι εγώ. Τι συνταρακτικό συνέβη τις μέρες που έλειψα; Εδώ στην Αθήνα μάλλον τίποτα θα το είχα μάθει άλλωστε, πρωτίστως από τις ειδήσεις, δευτερευόντως από κανένα φίλο, γενικά ψόφια πράγματα ακόμη και μία πατροπαράδοτη γιορτή στην οποία πήγαιναν όλοι κάθε χρόνο φέτος ήταν πιο υποτονική παρά ποτέ, ούτε χορός ούτε τίποτα. Είναι ο φίλος από το σχολείο που παντρεύτηκε, περιμένει παιδί η γυναίκα του η οποία και καπνίζει όπως έχουμε προαναφέρει οπότε με τόσες μαλακίες μαζεμένες που να βρεις διάθεση για γλέντι. Εγώ συνήθως λείπω στη γιορτή του αλλά όποτε έχει τύχει να μείνω στην Αθήνα (2-3 φορές όλες κι όλες) στο σπίτι του γινόταν το αδιαχώρητο και το γλέντι κρατούσε μέχρι πρωίας. Φέτος τίποτα. Η κίνηση στην εθνική οδό σήμερα ελαφρώς αυξημένη αλλά πουθενά δεν είχε μποτιλιάρισμα εκτός από τις Θερμοπύλες όπου ένας άρχισε να φωνάζει γιατί είδε έναν γυμνό μ’ένα κοντάρι. Αφού του εξήγησαν οι ψυχραιμότεροι ότι ήταν το άγαλμα του Λεωνίδα και δε θα τον εμβολίσει συνεχίσαμε την πορεία μας κανονικά, περάσαμε και τα Καμένα Βούρλα όπου είχα πετύχει εκείνο το καλοκαίρι τον παππού, γεγονός που δε με πτόησε, έκανα μία στάση και για ένα καφέ, μπήκα στον πειρασμό να πάρω και κάτι καραμέλες και σε 142 χιλιόμετρα δεν είχε μείνει ούτε μία. Ξεράθηκε ο λαιμός μου κι ας ήτανε και Halls που υποτίθεται ότι σε ξεφρακάρουνε, σε μαλακώνουν και σε γλυκαίνουν. Από γλύκα άλλο τίποτα, είμαι εντάξει για όλο το Γενάρη. Αυτό με τη γλύκα πάντως έχει αρχίσει και με ανησυχεί πάρα πολύ. Πάω την άλλη φορά για καφέ με το φίλο μου το Βαγγέλη, παραγγέλνει ένα φραπέ και διευκρινίζει στη σερβιτόρα «Να είναι γλυκός όπως το παλικάρι από εδώ παρακαλώ», χαμογελάει εκείνη κι αυτός επιμένει «Κοίταξε τον σε παρακαλώ πιο προσεκτικά, έτσι μπράβο, τόσο γλυκό τον θέλω με λίγο γάλα», ξαναχαμογέλασε εκείνη για περισσότερη ώρα αυτή τη φορά κι έτσι πήρα θάρρος εγώ, αρπάζω την πετσέτα που είχε για να σκουπίζει τα τραπέζια κι αρχίζω να σέρνω το χορό ενώ ο Βαγγέλης τραγουδούσε πρίμο σεγκόντο το Γλύκα-Γλύκα της Έφης Θώδη, η οποία όπου να’ναι βγάζει καινούριο δίσκο τον εκατοστό έκτο με τα ίδια τραγούδια, στις ίδιες αγαπημένες εκτελέσεις και την ίδια φωτογραφία στο εξώφυλλο την οποία είχε βγάλει όταν ήταν δεκαοχτώ χρονών κοριτσάκι και την οποία έχει κρεμάσει και σε όλους τους καθρέφτες στο σπίτι της για να κοιτιέται και να λέει φτου σου κοριτσάρα μου, να χαρώ τα νιάτα μου καλέ μία μέθοδος η οποία πιάνει, είναι άκρως αποτελεσματική αφού ακόμα και οι τηλεοπτικοί παραγωγοί μπερδεύονται καμια φορά και λένε να καλέσουμε κι αυτή τη νεαρή την Έφη που έχει βγάλει και νέο δίσκο. Τι έπαθε μια φορά η καημένη δε λέγεται. Βασικά έχει ατζέντη ο οποίος έχει και φωτογραφίες από τα δεκάξι της ακόμη που ήταν πιο νέα, δεν είχε και ακμή, τώρα την έβγαλε στα 65 της, είναι κι αυτό ένα σπάνιο ιατρικό φαινόμενο αλλά με τον πόνο του άλλου δεν πρέπει να γελάμε. Παίρνουν λοιπόν από γνωστό κανάλι την Έφη και τους λέει ότι θα πρέπει να μιλήσουν με τον ατζέντη της. Αυτοί παίρνουν στο 11 8 88, μαθαίνουν το νούμερο του τύπου και κανονίζουν τη συμφωνία για μια ζωντανή εμφάνιση με play back στα φωνητικά, το κλαρίνο και τα κρουστά. Πάει λοιπόν μετά από έξι μέρες η Εφούλα να κάνει την εμφάνιση της, λέει στην είσοδο του στούντιο ότι είναι καλεσμένη, ζητάει το γραφείο του υπεύθυνου παραγωγής και πάει να τον βρει. Εκείνος είχε πάει για καφέ όταν η Έφη έφτασε στο γραφείο κι έτσι εκείνη κάθισε σε μια αναπαυτική πολυθρόνα και ενημέρωσε το μάνατζερ της ότι έφτασε κι όλα καλά. Δύο λεπτά αργότερα έρχεται κι ο υπεύθυνος τη βλέπει και παθαίνει από καρδιά. Τον πλακώνει η Έφη στα φιλιά της ζωής και τις μαλάξεις και αρχίζει να καλεί σε βοήθεια. Πλακώνουν μέσα κάτι τύποι, τεχνικοί ήτανε και τη βλέπουν από πάνω του να τον έχει καβαλήσει να τον φιλάει και να φωνάζει βοήθεια. Ήξεραν ότι ο υπεύθυνος την είχε μεγάλη αλλά δε μπορούσαν να φανταστούν ότι θα έφερνε μια γυναίκα σε τέτοια κατάσταση παραφροσύνης. «Σαβουρογάμης ο προϊστάμενος», είπε ο καμεραμάν στον ηχολήπτη και γελώντας έκλεισαν την πόρτα, κρέμασαν και τη σχετική ταμπέλα με το «Μην Ενοχλείτε» κι άρχισαν τα τηλέφωνα στην Τατιάνα και τη Λαμπίρη για να ενημερώσουν τις δημοσιογραφικές αυτές εκπομπές που μας χαρίζουν ενημέρωση κάθε μεσημέρι. Τελικά υπεύθυνος συνήλθε, το πρωινάδικο ξεκίνησε κανονικά αλλά εκείνο το κανάλι την Εφούλα δεν την ξανακάλεσε κι αυτό θέλω να το καταγγείλω γιατί χρονιάρες μέρες που είναι θα έπρεπε να την είχαν φωνάξει γιατί κι εμείς που καθόμαστε μόνοι στο σπίτι τι περιμένουμε; Την Εφούλα στην Τιβί κι ένα πιάτο με φακή. Άντε και του χρόνου με περισσότερη άδεια!