Sunday, December 04, 2005

Δε σε νοιάζει για μας...

Κοίταξα λίγο αγχωμένος το παράθυρο; Και τώρα τι κάνουμε σκέφτηκα; Ας ηρεμήσω για αρχή κι ας βάλω ένα μπέρμπον που θα έλεγε και ο Στηβ ο Γιατζόγλου, ο μεγάλος προπονητής του μπάσκετ. Και μετά; Ποια θα είναι η επόμενη κίνηση; Μα να βάλουμε ακόμη ένα μπέρμπον. Ναι αυτό έχει δηλώσει ο θεός σε συνέντευξη τύπου μετά από μια ήττα, στον Άρη νομίζω ήταν τότε και δε μπορώ να ξεχάσω τα κλασικά παιχνίδια μπάσκετ στην πλατεία που χωριζόμασταν σε Άρης-ΠΑΟΚ. Ολυμπιακός και Παναθηναϊκός τότε είχαν τόση σχέση με το μπάσκετ όση τα κουκουνάρια σαν συστατικό για τα σουβλάκια. Εδώ που τα λέμε παίζει σε καμία περίεργη σάλτσα να βρεις και κανένα κουκουνάρι. Λοιπόν με τα κουκουνάρια εμείς παίζαμε μπάλα στο δημοτικό. Με τα κουκουνάρια και με κάτι πλαστικά μπουκαλάκια πορτοκαλάδας, πως είναι αυτά της λουξ; Ε λίγο μεγαλύτερα αλλά μικρότερα από αυτό των 500ml που έχει η coca-cola. Ήταν κάτι πορτοκαλάδες που δε θυμάμαι καν τη μάρκα τους αλλά βάζαμε όλοι μαζί το χαρτζιλίκι μας για να ψωνίσουμε μία τέτοια μπάλα και να ευχαριστηθούμε παιχνίδι. Η μία και μοναδική του σχολείου ήταν προνόμιο μόνο της έκτης δημοτικού ή τη χαιρόμασταν όταν είχαμε γυμναστική. Τότε μπάσκετ δεν παίζαμε ακόμη, αλλά είχαμε μπάσκετ και ξεκινήσαμε κάποιες απόπειρες. Αργότερα αρχίσαμε και το μπάσκετ με τις δύο και μοναδικές ομάδες στην Ελλάδα και γενικά σε δουλειά να βρισκόμαστε, κάτι το 87 το γυρίσαμε για λίγο, μετά τα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα ήρθε ξανά η πτώση για το μπάσκετ, φέτος σαν κάτι να ξανάγινε, εμπόριο είναι αυτό πρέπει το χρήμα να κινείται στην αγορά με κάποιον τρόπο. Προχθές είχα πάει να ψωνίσω τηλεοράσεις. Γενικά μου αρέσει πολύ αυτό το σπορ και το κάνω όσο πιο συχνά μπορώ. Πηγαίνω στα μεγάλα πολυκαταστήματα και ψάχνω για τηλεοράσεις. Ζαλίζω τους πωλητές με ερωτήσεις. Τι τους ζαλίζω δηλαδή, τους πρήζω τ’αρχίδια κανονικά. Μπαίνω ευγενέστατος και με κοστούμι πάντα για να τους παραπλανήσω. Συνήθως νοικιάζω και μια Mercedes την οποία και αφήνω έξω από το κατάστημα για μόστρα με αναμμένα αλάρμ και οι τύποι νομίζουν πως θέλω να ψωνίσω πατ κιουτ και να φύγω. Αμ δε! Πονηρός ο βλάχος. Αρχίζω λοιπόν και λέω ότι έχω ένα παλιό video με μεγάλη συναισθηματική αξία και θα ήθελα να το συνδέσω σε αυτήν την υπερσύγχρονη τηλεόραση. Με βεβαιότητα μου απαντούν πως με το SCART θα γίνει η δουλειά μου. Τους λέω τότε ότι το video είναι τόσο παλιό που δεν έχει SCART κι επειδή σε αυτό είδα τις πρώτες βιντεοκασέτες του Τζαννετάκου θέλω να το διατηρήσω. Εκεί ο πιο έμπειρος πωλητής μου εξηγεί πως όπως και με την παλιά τηλεόραση έπαιρνα το βύσμα για την κεραία κι έκανα τις συνδέσεις με τον ίδιο ακριβώς τρόπο και σε αυτήν την τηλεόραση θα γίνει η δουλειά μου κανονικά. Τότε όμως με πιάνει το υπαρξιακό μου για τις widescreen οθόνες και πως θα φαίνεται σε αυτές ο πολυαγαπημένος μου Αλέκος και ρίχνω και μερικά δάκρυα για να γίνω πιο πειστικός ενώ δεν παραλείπω να τονίζω πως δε μ’ενδιαφέρει το κόστος αρκεί να πετύχω την ποιότητα και ευκρίνεια που θέλω. Σκίζονται φυσικά όλοι για να με εξυπηρετήσουν και αρχίζω να ρωτάω για εγγυήσεις και τι θα γίνει αν πέσει η πορτοκαλάδα μου πάνω γιατί είμαι και λίγο ατσούμπαλος, κι αν μπορώ να συνδέσω πολλές τηλεοράσεις μαζί και πως θα μπορούσα να κάνω μια εγκατάσταση με μία τηλεόραση σε κάθε δωμάτιο συνδεδεμένες κεντρικά με το βίντεο έτσι ώστε να βλέπω κάθε ώρα και στιγμή Τζαννετάκο ενώ μια μέρα που ήμουν σ’ένα τέτοιο κατάστημα πετυχαίνω αυτόν τον τύπο τον 4x4 που είναι κι αυτός Τζαννετάκος αλλά στο πιο γελοίο από τον δικό μου και θυμάμαι που πήγε να τα βάλει με τη Φώφη, αυτή με το στραβό το στόμα αλλά δεν είναι αυτό το θέμα μας τώρα γιατί ο καημένος ο πωλητής έσκυψε εμπιστευτικά στο αυτί και μου λέει «Μα καλά τι θες να δεις από αυτόν όλη μέρα;» και τότε εγώ έβγαλα από την καπαρντίνα μου μια αφίσα του Αλέκου για να του εξηγήσω πως πρόκειται περί απλής συνωνυμίας αλλά ίσως να ήταν και μια καλή ιδέα να βάζω που και που τις διαφημίσεις αυτού του Τζαννετάκου έτσι για να σπάει η ανία και η ρουτίνα. Τα έχει αυτά η πολιτική. Μαθαίνω ότι στο δήμο Πειραιά το ΠΑΣΟΚ προτίθεται να κατεβάσει ως δήμαρχο τον Παναγιώτη Φασούλα. Εντάξει θα τα γαμήσει όλα αφού όλα τα στουρνάρια οι γαύροι θα πάνε να τον ψηφίσουν. Για αντίποινα η Ν.Δ θα κατεβάσει στη Θεσ/νίκη τον Μπάνε Πρέλεβιτς ο οποίος και θα επικρατήσει με σαρωτική διαφορά ενώ φήμες θέλουν να χαλάει το φερπλέι και να κατεβάζει στον Πειραιά τον Μπαμπαγκίντα. Τι συμπέρασμα βγάζουμε από αυτές τις πολιτικές αναμετρήσεις; Ότι οι εποχές του δημάρχου ζεν πρεμιέρ τύπου Αβραμόπουλου έχουν περάσει ανεπιστρεπτί. Πήγαινε ο Μητσάρας με τα σέα του και τα μέα του, έτρεχαν όλες οι μεγαλοκυρίες από το Κολωνάκι να του ρίξουν δαγκωτό το ψήφο ενώ η αλήθεια είναι ότι θα ήθελαν πολύ να τον κατασπαράξουν στα δαγκώματα γενικώς. Πάει όμως πέρασε η μπογιά του κι ο Κωστάκης τον έστειλε για τουρισμό. Τι άλλο να θελήσεις δηλαδή από τη ζωή σου; Εγκαινιάζεις ότι πάρκο, προτομή, κάγκελο, παγκάκι χτίζεται και το παρουσιάζεις σαν ένα έργο πνοής και μετά το παίζεις και φιλόξενος και λες περάστε κόσμε να χαρείτε. Αν δεν ήμουν ζεν πρεμιέρ θα κατέβαινα κι εγώ για δήμαρχος αλλά είπαμε ότι η περίοδος δεν είναι ευνοϊκή, μου το’χει πει και η Άση Μπήλιου στα ζώδια που τα δικά της βγαίνουν αλλά επειδή δε γουστάρω να βλέπω πρωινό κόσμο στο μέγκα βάζω άλλον να τα παρακολουθεί και να μου τα λέει. Κι επειδή και το Βήμα μου την έχει δώσει στα νεύρα και κάνω ένα μίνι-εμπάργκο στον ΔΟΛ ούτε από το ΒΗΜΑgazino τα διαβάζω αλλά πάω στο φίλο με το ψιλικατζίδικο και του λέω ν’ανοίξει στα κλεφτά την εφημερίδα και να μου βγάλει μια φωτοτυπία τη σχετική σελίδα. Όποτε δε μπορεί να γίνει αυτό, ανατρέχω στο αρχείο που έχω δημιουργήσει, τραβάω ένα φύλλο στην τύχη, διαβάζω τα ζώδια εκείνης της εβδομάδας που σημειωτέον μπορεί να είναι και προπέρσινα κι όμως βγαίνουν. Παράδειγμα. Χειμώνας 2004 τότε που έριξε το πολύ το χιόνι και μέναμε μέσα στο σπίτι σχεδόν αποκλεισμένοι με το τζάκι να καίει στο φουλ και τα λουκάνικα να πέφτουν στη θράκα λες και ήταν οβίδες κατά την επέλαση των Ρώσων στο Βερολίνο. Άντε να πας για εφημερίδα. Υπήρχε ένα ρίσκο. Πιάνω λοιπόν το σχετικό κλασέρ το οποίο το έχω ονομάσει και «Υπηρεσιακά Ζητήματα - Εμπιστευτικά» και διαλέγω μια σελίδα στην τύχη. Ο μήνας ήταν Ιούλιος του 2003, ένα εφτάμηνο πιο πριν δηλαδή, σιγά τη διαφορά. Έλεγε τότε η Άση. «Ο μίνι-καύσωνας που έρχεται θα επιδεινώσει την ήδη καυτή κατάσταση στα προσωπικά σας ζητήματα, ενώ στον επαγγελματικό τομέα θα πρέπει να φανείτε υπομονετικοί καθώς η περίοδος δεν ευνοεί ανοίγματα και συμφωνίες». Ε την επόμενη μέρα ανέβασα πυρετό ενώ ήδη είχα δέκατα. Όσο για τα επαγγελματικά, φαντάρος καθώς ήμουν τότε στο μέτωπο τι συμφωνίες και ανοίγματα να κάνω, άντε αντί για σκοπιά να πήγαινα περίπολο ή ΟΜΑΕ. Κολοκύθια τούμπανα δηλαδή. Άση Μπήλιου λοιπόν και με τη βούλα κι αφού είδα ότι η γυναίκα έχει άστρο το έριξα και στη Μπήλιω την Τσουκαλά γιατί λέω δε γίνεται όλο και κάποια σχέση θα έχουν αυτές οι δύο μεταξύ τους. Έχει στυλ αυτή η γυναίκα τη θαυμάζω, είναι η Σφίγγα της δημοσιογραφίας, τρέμω ότι θα πει κανένα αίνιγμα καμία μέρα και θα τρέχουμε όλοι. Την είχα στριμώξει άσχημα μια φορά σ’ένα κοκτέηλ πριβέ πάρτυ που βρεθήκαμε και λέω τώρα θα μου το πετάξει και θα με στείλει αλλά τελικά προτίμησε να μου χαμογελάσει με αυτόν τον ιδιαίτερο και μοναδικό της τρόπο που σε αφοπλίζει και σε κάνει να θες να φας κεφτεδάκια. Είπα κεφτεδάκια και θυμήθηκα την Κοτταρού, γνωστή ταβέρνα από αρχαιοτάτων χρόνων, έτρωγε κι ο Φυντανίδης κάποτε εκεί οπότε ίσως να έχει και δημοσιογραφικό ενδιαφέρον για το Μάκη. Είναι στον Κολωνό πίσω από το σταθμό Λαρίσης και φυσικά αν δεν το ξέρεις δεν καταλαβαίνεις ότι εκεί υπάρχει μαγαζί γιατί έχει κάτι πολύχρωμα σαν βιτρώ παράθυρα σε μια γωνία και εκεί ανοίγεις μια σιδερένια όχι ιδιαίτερα βαριά όμως πόρτα, κατεβαίνεις κάτι σκαλιά λες και πας σε καταφύγιο και βλέπεις τα βαρέλια από τη μία, τις κότες από την άλλη και στη μέση οι μεζέδες. Αντιλαμβάνεστε ότι δε μου ξεφεύγουν ποτέ. Λοιπόν χαιρετώ τώρα γιατί είμαι στο τραπέζι του γάμου της μαντάμ Αθηνάς Τιερί Ρουσέλ Ματμαζελ Ωνάση Ντε Λα Χορχες Δον Πακίτο Ες τα Ντόντο και περνάει με το γαμπρό (λεβεντόπαιδο) για τις χαιρετούρες.