Tuesday, December 13, 2005

Ο Θου-Λου σε νέες περιπέτειες

Διάβασα πριν από λίγο ένα γαμάτο ποστ σχετικά με τον Θανάση Λάλα, το οποίο όταν είχα δει στο μόνιτορ δεν είχα πάρει χαμπάρι γιατί ο τίτλος του ήταν παραπλανητικός και δεν του έδωσα την πρέπουσα σημασία. Έχω κόψει και το ΒΗΜΑgazino όσο μπορώ με αποτέλεσμα οι λέξεις κλειδιά να μου ξεφεύγουν πιο εύκολα. Ενδιαφέρον λοιπόν έχει και η παρακάτω σύντομη ιστοριούλα η οποία δε θίγει υπολήψεις και συνειδήσεις αλλά ότι μπορεί κάνει. Ας αρχίσουμε πρώτα με το σκηνικό. Κοπή πίτας γύρω στο Φεβρουάριο όπως συνήθως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις. Το τμήμα δημοσίων σχέσεων κανονίζει τα καθέκαστα και μαζευόμαστε μια ωραία Κυριακή μεσημέρι για να φάμε και να πιούμε σ’ένα ωραίο εστιατόριο των Αθηνών. Αντιλαμβάνεστε ότι η άφιξη του αφεντικού θα σηματοδοτήσει και την έναρξη για το τρελό φαγοπότι και τα παρελκόμενα. Ως είθισται σε τέτοιες περιπτώσεις μια μικρή καθυστέρηση υπάρχει η οποία έναν εκνευρισμό τον προκαλεί και είμαστε όλοι έτοιμοι με τα πιρούνια και τα μαχαίρια ανα χείρας να αρχίσουμε το ταμπουρλέ-χτύπημα πιάτων σε ρυθμό «πεινάμε - βάλτε μας να φάμε». Εκεί λοιπόν που δεν έχει μείνει ούτε ψίχουλο από το ψωμί σκάει μύτη και ο αφεντικός συνοδευόμενος από το μεσιέ Θου-Λου. Χαιρέτισε; Όχι δε μας ήξερε και σίγουρα δεν ήμασταν υποψήφιοι για συνέντευξη. Σαν γνήσιο κυνηγετικό λαγωνικό ανίχνευσε το χώρο με τη μουσούδα του και βρήκε το κάθισμα του. Το οποίο βέβαια έγινε τότε κάθισμα του γιατί κανείς δεν ήξερε ότι θα έρθει. Ήταν αυτό που λέμε απρόσκλητος επισκέπτης. Θα μου πείτε μα για να έρθει κάποιος τον κάλεσε. Κι αυτός ήταν ο αφεντικός και μαγκιά του να καλέσει όποιον θέλει, αυτός πληρώνει, αυτός κερνάει αλλά αφού ο καλεσμένος είναι γκάου θα έπρεπε να τον πιάσει από το χεράκι και να του πει «Θανασάκη μου εκεί που θα πάμε, όταν θα μπούμε όλοι θα γυρίσουν προς το μέρος μας κι εμείς θα πούμε τις καθιερωμένες πια ευχές για καλή χρονιά, δεν κοστίζει τίποτα μην ανησυχείς». Ο Θανασάκης προφανώς τα ξέχασε όλα αυτά αλλά θυμήθηκε τους καλούς του τους τρόπους την αμέσως επόμενη στιγμή και για να μην κάθεται όρθιος πήγε και κάθισε όπου βρήκε αναγκάζοντας κάποιους να μετακινηθούν γιατί αφού κάθισε εκεί ο μεσιέ θα έπρεπε να καθίσει δίπλα του και ο αφεντικός κι επομένως μια αναστάτωση προκλήθηκε αλλά αυτή είναι ασήμαντη μπροστά στο επόμενο γεγονός. Ο μεσιέ λοιπόν σερβιρίστηκε πρώτος απ’όλους (αναμενόμενο και ουδεμία ένστασις επί του γεγονότος), ντερλίκωσε και έφυγε το ίδιο σιωπηρά κι αθόρυβα όσο ήρθε. Πόσο του πήρε να φάει ένα πιάτο φαΐ; 15; 20 λεπτά; Δεν κάθισε παραπάνω. Μπορεί να πήγαινε σε τίποτα εγκαίνια μετά ποτέ δε ξέρεις. Κι έλεγα γιατί έχει παχύνει αυτός ο άνθρωπος, αν σε καλούν συνέχεια τι να κάνεις; Να προσβάλεις τους φίλους σου;