Wednesday, December 14, 2005

Μία ταινία και μία απεργία

Αλλάζει επιτέλους το ωράριο των δημοσίων υπαλλήλων και όλοι ανακουφισμένοι βγαίνουν στις σημερινές απεργιακές κινητοποιήσεις για να βροντοφωνάξουν ζήτω το νέο ωράριο, ζήτω. Οι δημόσιοι υπάλληλοι πρωτοπόροι και καινοτόμοι όπως πάντα άλλωστε έχουν ήδη ξεκινήσει την εφαρμογή του νέου ωραρίου εδώ και 15-20 χρόνια άσχετα αν αυτό επισήμως θα λανσαριστεί το ερχόμενο καλοκαιράκι που ως γνωστόν δεν εργάζεται κανείς οπότε θα μπορούμε να μιλήσουμε για μια ομαλή μετάβαση ακόμη και γι’ αυτούς που πεισματικά αρνούνται να τεμπελιάσουν και τηρούν ευλαβικά τα σημερινά, κρατικοκεντρικά και καταπιεστικά ωράρια εργασίας που μόνος του στόχος είναι να βεβηλώσουν την προσωπικότητα του ανθρώπου που ζητά μόνο ένα κομμάτι ψωμί για την οικογένεια του, ένα αυθαίρετο, σπίτι με δόσεις, αυτοκίνητο, κινητό και γλέντι μέχρι πρωίας στα μπουζούκια. Ειδικά για το τελευταίο σήμερα και ώρα τρεις το μεσημέρι οι απεργοί θα επιδοθούν στο πέταγμα χαρτοπετσέτας, κίνηση που θα έχει συμβολικό και διπλό μην πω και τρίδιπλο χαρακτήρα. Αφενός θα τονισθεί η οικολογική συνείδηση του δημοσίου υπαλλήλου αλλά και η προσοχή στον συνάνθρωπο καθώς θα απαγορεύονται αυστηρώς και δια ροπάλου τα πολύ επικίνδυνα πιάτα τα οποία εμπεριέχουν το ενδεχόμενο τραυματισμού και μάλιστα άσκοπου καθώς μιλάμε για γλέντι και όχι για πόλεμο. Αφετέρου με την επιλογή της συγκεκριμένης ώρας τονίζεται η έντονη διαμαρτυρία για το άλλο ωράριο που είχε θεσπίσει κάποια στιγμή ο γνωστός και από το ναυτικό Παπαθεμελής με το σύνθημα «Παπαθεμελή - Παπαθεμελή απόψε στο κορμί μου ένας ναύτης αμελεί», σύνθημα σταθμός στον κινηματογράφο καθώς από αυτό εμπνεύστηκε ο σκηνοθέτης και γύρισε τη μεγάλη του επιτυχία «Αμελί» η οποία έσπασε ταμεία όπου κι αν παίχτηκε με χαρακτηριστική σκηνή αυτή στο αυτόματο φωτογραφικό μηχάνημα η οποία γυρίστηκε στον σταθμό της Ομονοίας κι ας μη φαινόταν αφού ο σκηνογράφος έκανε καταπληκτική δουλειά. Η Ομόνοια επιλέχθηκε από εκατοντάδες άλλους υπόγειους σταθμούς διότι αφενός είναι το κέντρο της Αθήνας, αφετέρου το όνομα της και μόνο δείχνει μία από τις αρετές που πρεσβεύει η ταινία κι επομένως δε θα μπορούσε να υπάρξει καταλληλότερος σταθμός για μια ταινία σταθμό όπως αυτή. Τι είχε συνεπάρει το σκηνοθέτη που εκείνη την εποχή με τον Παπαθεμελή έκανε διακοπές στην Ελλάδα; Το σύστημα διασκέδασης που είχαν εφεύρει τα πολιτιστικά κέντρα (εδώ κάνω και μια αναφορά στον Ευάγγελο το Γιαννόπουλο) για να γλιτώσουν από την τσιμπίδα του νόμου. Έλεγε ο μεσιέ Στέλιος 3 η ώρα κλείνουν όλα, σταματάν μουσικές, ο κόσμος φεύγει, τα μαγαζιά αδειάζουν και κλειδαμπαρώνονται μέχρι την επόμενη βραδιά. Όντως λοιπόν εκεί γύρω στις τρεις όποιος ήθελε έφευγε σαν κύριος και γύριζε σπίτι του, το μαγαζί έκλεινε τα φώτα στη μαρκίζα και στους περιβάλλοντες χώρους, όλοι οι υπάλληλοι έμπαιναν μέσα, τα ρολά κατέβαιναν και το γλέντι μέσα συνεχιζόταν. Κάθε μισή ώρα άνοιγε η έξοδος κινδύνου που ήταν κάπου σε μια απίθανη γωνιά του μαγαζιού και όποιος ήθελε έφευγε τότε. Κι έτσι ήταν όλοι χαρούμενοι και τα μαγαζιά έκαναν και τρελό τζίρο γιατί όλοι τη γουστάρανε την παρανομία κι εκεί που ήταν να φύγουν στις τρεις κανονικά μένανε και μία ωρίτσα παραπάνω για να νιώσουν κι αυτοί υπεράνω του νόμου. Και ήρθε ο άλλος με τα δικά μας τα βιώματα για να κάνει διεθνή επιτυχία.