Tuesday, December 20, 2005

Τρελαμένος

Ενδεχομένως όχι στο βαθμό που καταδεικνύει το γνωστό άσμα του τρισμέγιστου Τόλη Τσιμογιάννη ο οποίος γράφει τα τραγούδια του για τους νέους. Εμπνέεται από αυτούς ο άνθρωπος και νομίζω ότι ήρθε η στιγμή η αλήθεια να λάμψει όπως και η γνωστή σειρά του Νίκο Φώσκωλου η οποία βρήκε τραγικό τέλος μια δροσερή ημέρα του Ιούλη, Παρασκευή ήταν θαρρώ ανάμεσα απ' του Αη Λιος και της Αγίας Παρασκευής και όσοι περνάτε από τα Τέμπη μη διστάσετε να κάνετε μία στάση εκεί, έχει και μια ωραία κρεμαστή γέφυρα γενικά αν είσαι εφοδιασμένος κάνεις ένα σούπερ πικ νικ. Για τους πιο τολμηρούς θα πρότεινα να εξοπλιστούν με σούβλες, φούρκες και τ’ανάλογα κλίματα έτσι ώστε να ρίξουν στη φωτιά τ’αρνιά και τα κοκορέτσια και να γίνει εκεί Πάσχα κανονικό. Άτιμο πράγμα η έμπνευση σου έρχεται εκεί που δεν την περιμένεις. Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν ότι είναι ύπουλη, σαν το μάγο το Χουντίνι σε υπνωτίζει πρώτα, εσύ δε χαμπαριάζεις τίποτα και πετάγεται σαν τη κόμπρα ή την οχιά (ανάλογα τα γούστα) σου τραβάει και μια δαγκωνιά και μην τον είδατε τον Παναή. Σε αφήνει εκεί να παιδεύεσαι μετά μερόνυχτα σαν την άδικη την κατάρα. Σκούζεις εσύ, φωνάζεις, βρίζεις, χειρονομείς, το ρίχνεις στο ποτό και το τσιγάρο εκεί αυτή επιμένει. Έχει κάτσει και δε φεύγει. Το χειρότερο βέβαια όλων είναι να σε βρει η έμπνευση στην τουαλέτα, καλά εκεί δεν το συζητώ γεννάται μεγάλο πρόβλημα οι στατιστικές όμως αναφέρουν ότι η βρωμιάρα η έμπνευση χτυπάει κι εκεί. Πόσοι μαθητές δε λύσανε εκεί τις δύσκολες ασκήσεις της χημείας, των μαθηματικών και της φυσικής; Να δεις ολοκληρώματα στο κωλόχαρτο να πάθει το μάτι σου. Κόρακας Κοράκου μάτι βγάζει; Κάπως έτσι βλέπω εγώ όλη αυτήν την κόντρα μεταξύ Μάκη και Ελευθεροτυπίας. Δηλαδή το πρόβλημα είναι ποιος είναι πιο βρώμικος; Στο τέλος θα βάλουν και το γνωστό άσμα «Παντρεμένοι κι οι δυο γύρνα σε παρακαλώ» και θα τα βρουν σα δυο καλά φιλαράκια. Αφού έτσι γίνεται στην τηλεόραση δε θα γίνει και στην πραγματική ζωή; Αφού εκεί από τη ζωή είναι όλα βγαλμένα μη λέμε κι ότι θέλουμε. Σήμερα θα προοδεύσουμε. Ο μεσιέ χερ προφεσόρ ντε λα προχεσόρ θέλει να δει την πρόοδο μας μ’ένα μιντ-τέρμ στην οποία θα εξεταστούμε σε πράγματα που ποτέ δε διδαχθήκαμε και με βάση τρία ερευνητικά paper θα γίνουμε και γαμώ τους project managers. Κούνια που σε κούναγε ρε φαφλατά, θα γελάσει και το παρδαλό κατσίκι πάλι όπως τότε που τρελαμένος καθώς ήμουνα από τη δουλειά, γυρνάω σπίτι δε βλέπω κανέναν και θυμάμαι ότι έχουν φύγει για διακοπές. Ανοίγω την τηλεόραση και δε βρίσκω τίποτα ενδιαφέρον οπότε αποφασίζω να φωνάξω μια πουτάνα σπίτι έτσι για να περάσει η ώρα, να χαλαρώσω κι εγώ λιγάκι αφού με είχαν γαμήσει δύο ολόκληρες εβδομάδες και κατά πως φαινόταν το πράγμα άδεια δε θα έπαιζε ε ας έριχνα κι εγώ έναν να λέω ότι κάτι έκανα ένα καλοκαίρι ολόκληρο. Τηλεφωνώ σ’ένα νούμερο που μας είχαν δώσει από τη δουλειά για τις δύσκολες ώρες και ζητάω τη Φανή έτσι ώστε όπως έλεγε και ο Καζούλης να την ξεχάσω μετά να γράψω και κανένα τραγούδι από την καψούρα, να γίνει ένας τζερτζελές τελοσπάντων. Φανή δεν είχαν εκεί αλλά μου είπαν ότι αν εγώ θέλω να τη φωνάζω Φανή δε θα υπάρχει κανένα πρόβλημα κι έτσι έγινε. Μπήκα να κάνω ένα μπανάκι και λίγα λεπτά αφότου είχα ντυθεί χτυπούσε το κουδούνι μου. Εγώ είχα φορέσει κάτι σέξυ καλοκαιρινές πιτζάμες με αρκουδάκια που είχα από το δημοτικό χρώματος μπλε με κίτρινα και κόκκινα ζωάκια τα οποία κρατούσαν και μπαλόνια ή γλειφιτζούρια και ήμουν σίγουρος πως ειδικά με το τελευταίο θα έπιανε το νόημα για τις ιδιαίτερες προτιμήσεις μου. Άνοιξα την πόρτα και είδα μια φυσική ξανθιά η οποία ήταν Ελληνίδα μάλλον από Καλαμάτα αν κρίνω από το λιιι και το νιιι της.
-Γεια σου Φανή.
-Γεια σου μωρό μου.
(Με είδε κι έπαθε την πλάκα της)
-Τι κάνεις;
-Καλά είμαι, εσύ;
(Ενδιαφέρεται για μένα!)
-Καλά κι εγώ, θα ήθελες ένα νερό, ένα καφέ, ένα ποτό;
-Όχι να’σαι καλά.
(Δε θέλει να με βάλει σε κόπο κι έξοδα, τι γυναίκα!)
-...
-Εδώ θα μείνουμε;
(Σίγουρα ήρθε αγχωμένη)
-Ε στην κρεβατοκάμαρα θα ήταν καλύτερα πιστεύω.
-Ε τότε πάμε εκεί.
(Ξέρει τι θέλει και πως να το διεκδικήσει)
-Στο τέρμα του διαδρόμου αριστερά.
Καθώς γδυνόταν αποκαλύφθηκε μια μεγάλη ελιά στο αριστερό της μπούτι από την εξωτερική μεριά. Κατάλαβα ότι αυτή η γκόμενα θα μου έβγαζε το λάδι. Εγώ έμεινα μ’ένα μποξεράκι το οποίο είχε κάτι χριστουγεννιάτικα αγγελούδια, ήταν το μόνο καθαρό και δε μπορούσα να την υποδεχτώ ξεβράκωτος.
-Έλα βγάλτο κι αυτό, μη ντρέπεσαι.
(Είναι και λυσσάρα!)
Τότε άρχισε το κόλπο με το γλειφιτζούρι ώσπου ξάπλωσε με ανοιχτά τα πόδια της και όπως αντελήφθην μετά από 5 λεπτά περίμενε εμένα. Δεν έχασα την ευκαιρία και της όρμησα. Είχα πιάσει ένα φρενήρη ρυθμό κι εκείνη είχε όρεξη για κουβέντα.
-Πω πω, πολύ τριχωτός είσαι.
(Με παρατήρησε από την κορφή ως τα νύχια)
-Ε τι να κάνω δεν το διάλεξα.
-Καλά δε σκας το καλοκαίρι;
(Από ενδιαφέρον ρωτάει)
-Εντάξει δεν είναι και καμία βελέντζα.
-Θα πρέπει να ζεσταίνεσαι πολύ με τον καύσωνα.
(Η καημένη νοιάζεται για μένα)
-Άσε δεν έχω και κλιματιστικό.
-Α να βάλεις, είναι πολύ φτηνά τώρα.
(Και επιχειρηματικό μυαλό, πέτυχα διάνα μου φαίνεται)
-Είναι στα άμεσα σχέδια μου.
-Τελείωσες;
(Αυτό κι αν είναι ενδιαφέρον)
-Τσουκ.
-Τσουκ.
(Της άρεσε!)
-Να πιάσω το στήθος σου;
-Ναι, φαίνεσαι καλό παιδί.
(Έχει σοβαρό σκοπό)
Μερικά έξτρα αγκομαχητά και ένα θριαμβευτικό «Τελείωσα!».
-Ωραία, εγώ πάω να κάνω ένα ντουζάκι, όποτε θες ξαναπαίρνεις, θα μου φέρεις μία πετσέτα;
-Έχει καθαρή στο μπάνιο.
(Ψέματα είπα την ίδια είχα χρησιμοποιήσει κι εγώ αλλά ήθελα να μοιραστούμε και κάτι άλλο εκτός από το κρεβάτι)
-Ήρθε η ώρα να φύγω, πέρασες καλά;
-Ναι ευχαριστώ πολύ.
-Φιλάκια μωρό μου.
-Αντίο.

Αυτό ήταν. Ήξερα ότι δε θα τη ξανάβλεπα ποτέ. Έτσι ξαφνικά όπως ήρθε στη ζωή μου έφυγε μέσα σ’ένα Ρενώ Κλιό, αμάξι που ορκίστηκα να μην αγοράσω ποτέ.