Thursday, November 24, 2005

Deeper Underground

Δοκίμασα να πιω τον καφέ μου πικρό έτσι γι’ αλλαγή. Το αποτέλεσμα ήταν φριχτό, άρχισα να ζαλίζομαι, να βγάζω σπυράκια, να μεγαλώνουν τ’αυτιά μου, να βγάζω τσιγκελωτή ουρά ένα πράγμα που άνετα θα το λέγαμε δαιμονισμό και που μ’έφερε στα πρόθυρα της λιποθυμίας όταν πήγα να κοιταχτώ στον καθρέφτη του ασανσέρ ο οποίος έχει εκείνες τις μαγικές ιδιότητες που δε σε παχαίνουν. Πάτησα αμέσως το ισόγειο κι έτρεξα να κρυφτώ μες στο υπόγειο μέχρι να καλυτερέψουν τα πράγματα αλλά προκοπή δεν έβλεπα. Να πάρω στο σεργιάνι τη γειτονιά δεν το έβρισκα και τόσο καλή ιδέα παρόλο που υπάρχουν αρκετοί φασαριόζικοι γείτονες οι οποίοι μια λαχτάρα τη χρειάζονται για να ηρεμήσουν. Όπως σε κάθε γειτονιά έτσι και στη δική μας υπάρχει η ζωηρή κι άταχτη ζουμερή σαρανταπεντάρα μην πω και πενηντάρα της οποίας το λέει η καρδούλα ή όπως σ’ένα φιλικό κύκλο θα λέγαμε τον παίρνει ασύστολα. Είναι ζήτημα ηθικής λοιπόν; Πρωτίστως είναι θέμα φασαρίας όταν ο κερατάς ενίσταται κι αγριεύει ή όταν ο εραστής ζηλεύει γιατί ναι συμβαίνει κι αυτό. Συνήθως και για τα μάτια του κόσμου η αναζήτηση της εξωσυζυγικής απασχόλησης γίνεται σε τόπο μακρινό κι ονειρεμένο μακριά από τα αδιάκριτα βλέμματα της γειτονιάς και φυσικά μακριά κι από τις γλώσσες τις κακές. Έλα ντε όμως που η μανταμίτσα αχόρταγη καθώς ήταν πήγε και τακίμιασε με τον άντρα της απέναντι με την οποία έπιναν καφέ σχεδόν καθημερινά και για τουλάχιστον δύο χρόνια όπου αυτές τον μοιραζότανε (τον του αντρός της απέναντι). Όταν βέβαια ξέσπασε η μπόρα και οι καβγάδες ήσαν στο φόρτε τους άκουγες σε ελεύθερη απόδοση Ρίτσο και Παλαμά:
-Έλα πάρε την πουτάνα σου κι άντε τράβα σπιτάκι σου.
-Μπορεί να είναι πουτάνα στο σώμα αλλά δεν είναι πουτάνα στην ψυχή σαν και σένα.
Διανθισμένα με χριστοπαναγίες και άλλα τέτοια κοσμητικά επίθετα. Ο χωρισμός ήταν λοιπόν γεγονός που ο κακομοίρης ο εραστής δε μπορούσε να χωνέψει με τίποτα. Η ξανθιά του είχε πάρει τα μυαλά κι αυτός το έριξε στο καραόκε. Θεού θέλοντας και καιρού επιτρέποντος έβγαινε στην αυλή του κι έβαζε Καζαντζίδη στο τέρμα ενώ μ’ένα μικρόφωνο έκανε κι αυτός τα διάφορα φωνητικά «Όσο η καρδιά κι αν λαχταραααααααααααααααααααααααα» κι άλλες αξέχαστες επιτυχίες του Στελλάρα που θα γιόρταζε την ημέρα της τσελιγκιάδας οπότε προβλέπω ο γείτονας έναν φόρο τιμής να τον αποτίσει. Εγώ θα του έλεγα βέβαια να το γυρίσει και σε λίγο Μητροπάνο αλλά και πάλι νομίζω ότι ο καημός θα μείνει. Έκτοτε όλες οι γυναίκες στη γειτονιά άρχισαν να κρύβουν τους άντρες τους. Εφημερίδες, τσιγάρα, πέταγμα σκουπιδιών και γενικότερα πάσης φύσεως εξωτερική εργασία έτρεχαν αυτές για να την κάνουν διότι η μανταμίτσα ήταν πλέον μόνη κι αυτές έπρεπε να διαφυλάξουν την τιμή τους. Με τον καιρό βέβαια τα πράγματα επανήλθαν στη φυσιολογική ροή τους, η τολμηρή γειτόνισσα βρήκε άλλον, ο πρώην εραστής παραμένει ερωτευμένος κι ο άντρας της αθεράπευτα μαλάκας αλλά τουλάχιστον έχει και το γνώθεισαυτόν (μία λέξη για συντομία) οπότε του βγάζεις το καπέλο ή για την ακρίβεια του το ξεκρεμάς τόσο ψηλά που έχει φτάσει το κέρατο. Μπορεί να λανσάρει και τον τάρανδο τώρα που πλησιάζουν και τα Χριστούγεννα διότι μια έλλειψη έχει παρατηρηθεί αυτό είναι γεγονός. Δύο και σήμερα λοιπόν, καλημέρα σας.