Ήτανε πρωί, αυτό το θυμάμαι σίγουρα. Κοίταξα γύρω μου, τίποτα γνωστό, έψαξα για τα σημάδια που θα με προσδιορίζαν, κάθισα ανακούρκουδα στο κρεβάτι μου κι άρχισα να συζητάω με το ταβάνι, κάποιος θα μπορούσε να πει ότι μιλάω με το Θεό αλλά ήταν πρωί και το πρωί δε μιλάω ποτέ με το Θεό, προτιμώ το βράδυ που η ατμόσφαιρα είναι πιο κατανυκτική και στο φιλμνετ δείχνει και ωραίες αισθησιακές ταινίες οι οποίες με βοηθούν να γίνω καλύτερος άνθρωπος και χειρότερος εραστής. Στο κομοδίνο μια εφημερίδα, την ανοίγω σε μια σελίδα τυχαία και αρχίζω να διαβάζω, είναι η διαφήμιση ενός αυτοκινήτου και σκέφτομαι ότι πρέπει να πάω το δικό μου για σέρβις, ψάχνω το τηλέφωνο κάπου εκεί είναι παρατημένο, το βρίσκω τελικά και σχηματίζω τον αριθμό, ναι γεια σας, για ένα σερβις των 20000 χιλιομέτρων, ναι το σύνολο είναι 80000, να περάσω; Ωραία, ευχαριστώ σε μισή ώρα θα είμαι εκεί, πήγα την επόμενη μέρα στη μιάμιση το μεσημέρι, ο τύπος γκρίνιαξε, έχω προβλήματα του είπα και κατάλαβε, πήγα με τα πόδια στη δουλειά, έφτασα έπειτα από δύο ώρες αλλά δεν ήθελα να μπω σε κανένα λεωφορείο, τα έβλεπα σαν μεγάλα κονσερβοκούτια χωρίς σαρδέλες μέσα, ο κόσμος ήταν λιγοστός, έχουν αγοράσει όλοι αυτοκίνητα και βγαίνουν στους δρόμους, που να πάρεις λεωφορείο τη σήμερον ημέρα είναι μια σκέτη καταστροφή, σαν εκείνη που είχε γίνει στη Σμύρνη το 1922 και μάλιστα χωρίς να έχουν και λεωφορεία αστικά αλλά για υπεραστικά δε ξέρω αυτά που εμείς σήμερα τα λέμε κτελ και που εκτελούν δρομολόγια σε όλη την αθάνατη ελληνική επικράτεια, έσκυψα κάτω να σηκώσω ένα πεταμένο κουτάκι από μια κόκα κόλα, το πέταξα σ’έναν κάδο αλλά μετάνιωσα που το αποχωρίστηκα τόσο νωρίς, δεν πρέπει να αφήνω τα πράγματα να φεύγουν από κοντά μου τόσο νωρίς, δεν πρέπει ν’αφήνω τα πράγματα να έρχονται τόσο κοντά μου ο αποχωρισμός γίνεται πάντα δύσκολος κι όταν δεν έχεις έναν ώμο να κλάψεις αλληθωρίζεις από τον ωμό αυτό κόσμο, τρομάζεις μερικές φορές, γελάς τις υπόλοιπες, η πιο καλή ιδέα είναι αυτή, να γελάσεις, να πετάξεις, φεύγεις; Κι ύστερα που πηγαίνεις; Νομίζεις πως θα βρεις καλύτερα; Γελιέσαι φίλε μου, σταμάτα να ξοδεύεις άδικα την ενέργεια σου, δεν υπάρχει λόγος, εν αρχή ην ο λόγος, δεν υπάρχει ούτε αρχή λοιπόν, δεν υπάρχει τίποτα, τίποτα που θα μπορούσες να σταθείς, τίποτα που θα μπορούσες να κοιτάξεις, να γελάσεις, να κλάψεις να ευχαριστηθείς. Κι όλα μαζί το συνθέτουν αυτό, τι ωραίο τοπίο θεε μου, κοντεύω να εκραγώ από ευτυχία θάβοντας τη δυστυχία.