Tuesday, September 27, 2005

Τίγρης και Δράκος...

...ή αν προτιμάτε Τίγρης εναντίον Δράκου σημειώσατε 2. Βέβαια αυτήν ήταν μόνο μία μάχη, ο πόλεμος δεν τελείωσε ακόμη αλλά η νίκη δεν παύει να είναι σημαντική έτσι κι αλλιώς. Για τον μεσιέ Δράκο έχουμε κάνεις τις αναφορές μας στο πρόσφατο παρελθόν. Δεν είναι άλλος από τον Παναγιώτη Γιαννάκη κι εδώ σε αυτό το σημείο καλούμαι να προβώ σε μια σημαντική αποκάλυψη. Είναι καλοκαιράκι κι ο Παναγιωτάκης, αμούστακο παλικάρι ακόμα αλλά με δύναμη και νεύρο γιατί μόλις έχει μπει στην εφηβεία, ακολουθεί τους γονείς του για τις πατροπαράδοτες οικογενειακές διακοπές. Εκείνη τη χρονιά ο προορισμός ήταν η Κύπρος. Οι γονείς του Παναγιώτη που δεν είχαν στον Ήλιο μοίρα, βρήκαν κάτι φτηνά εισιτήρια με την εταιρία Ήλιος κι αποφάσισαν να προσφέρουν στον Παναγιωτάκη ένα καυτό καλοκαίρι διότι ως γνωστόν στην Κύπρο το θερμόμετρο χτυπάει κόκκινο σε καθημερινή βάση. Βεβαίως το καλοκαίρι αυτό εκτυλίχθηκε καυτό από κάθε άποψη και σε αυτό θα αναφερθούμε στη συνέχεια. Με τα κουπόνια της εργατικής εστίας το Γιαννακέικο έκλεισε μια πολυτελή σουίτα στην Αγία Νάπα διότι ένας ψυχαναλυτής τους είχε προτείνει το συγκεκριμένο μέρος ως το μοναδικό αντίδοτο για να ξεπεράσει ο μικρός Παναγιωτάκης τη φοβία που είχε με τη λέξη μάπα. Συχνά πυκνά άκουγε από τα άλλα παιδάκια στο σχολείο εκφράσεις όπως: είσαι μάπας, μα τι μάπα είναι αυτή που έχεις, πάρτα όλα στη μάπα, θα φας μάπες κλπ κλπ. Εκεί λοιπόν ο Παναγιωτάκης ο οποίος είχε ήδη πάρει μπόι και γι’αυτό τον φωνάζανε και γουόντερ-μπόυ με αποτέλεσμα η Σέγκα αργότερα να τον κάνει βιντεοπαιχνίδι αλλά αυτός από τακτ ποτέ δεν διεκδίκησε τα πνευματικά του δικαιώματα. Εκεί λοιπόν (δις) γνώρισε μια φτωχή πλην τίμια καμαριέρα την οποία φανταζόταν γυμνή πάνω στη συρταριέρα. Ένα μοιραίο πρωινό που ο Παναγιωτάκης δεν είχε όρεξη για μπάνιο αποφάσισε να καθίσει στο δωμάτιο για να διαβάσει χαρούμενες διακοπές μη ξεχάσει κι όσα είχε μάθει την προηγούμενη χρονιά αλλά και για να προετοιμαστεί καταλλήλως για την επόμενη. Καθόταν ήσυχα ήσυχα λοιπόν και μελετούσε ώσπου άνοιξε αιφνιδίως η πόρτα και εμφανίσθει από το πουθενά η καμαριέρα για την καθημερινή της ρουτίνα, στρώσιμο κρεβατιών, άδειασμα στο καλαθάκι του μπάνιου, σκούπισμα, σφουγγάρισμα και γενική τακτοποίηση της σουίτας καθώς επίσης και ανατροφοδότηση του ψυγείου με σαμπάνιες, φράουλες και παγάκια. Εμφανώς ντροπιασμένη έσκυψε χαμηλά το κεφάλι της η καμαριέρα, κοκκίνησε σαν πατζάρι και άρχισε να στρώνει τα κρεβάτια με γρήγορες κι απότομες κινήσεις. Ο Παναγιωτάκης που κρυφά μέσα από τις χαρούμενες διακοπές διάβαζε Άρλεκιν ήταν προετοιμασμένος από καιρό γι’αυτή τη στιγμή.
-Θα σηκωθείτε σας παρακαλώ να στρώσω και το δικό σας κρεβάτι;
-Είναι απαραίτητο;
-Εμ είστε δύο μέτρα καλέ κύριε, δε μπορώ να το στρώσω με σας πάνω!
-Αν ανέβεις κι εσύ λες να είναι καλύτερα;
-Σας παρακαλώ! Τι είναι αυτά που μου λέτε;
-Έχεις ανάψει όσο κι εγώ;
-Όοοοχι!
-Και τότε γιατί είσαι κατακόκκινη σαν τον κώλο της μαιμούς;
-Γιααατί ντρέπομαι καλέ κύριε! Και θα μπορούσατε να πείτε σαν πατζάρι!
-Σιγά μην έλεγα και σαν παπάρι!
-Ο κύριος είναι πονηρός αν και μικρός.
Τότε με μια κίνηση πιβοτ και μια ριβερς ντρίμπλα ο Παναγιωτάκης βρέθηκε σφιχταγκαλιασμένος με την καμαριέρα να κουνιέται πάνω κάτω ώσπου αυτή του είπε ότι θα ήταν καλύτερα αν έβγαζε τη βερμούδα του κι αν την άφηνε κι εκείνη να βγάλει τα δικά της ρούχα. Ο Παναγιωτάκης που αυτό δεν το είχε διαβάσει αποφάσισε να γίνει πιο μελετηρός και πρόθυμα έκανε ότι του είπε η καμαριέρα. Υπο την καθοδήγηση της κατάφερε να της χαρίσει 6 ολόκληρα δευτερόλεπτα ηδονής γι’ αυτό έκτοτε διάλεξε και το συγκεκριμένο αριθμό για τη φανέλα του σ’ένα άθλημα που είχε σαφώς μεγαλύτερη διάρκεια. Η φτωχή πλην τίμια καμαριέρα από τακτ δεν ρώτησε τ’όνομα του Παναγιωτάκη αλλά έμαθε τα πάντα από τη ρεσεψιόν και της έκανε εντύπωση το επώνυμο Γιαννάκης. Το καλοκαιράκι πέρασε κι έφυγε μακριά να πάει στην Αυστραλία αλλά αυτός που ήρθε ήταν ο πελαργός γι’αυτό κι έγινε η μασκότ στο ευρωμπάσκετ 87. Ναι ήταν γεγονός, η φτωχή πλην τίμια καμαριέρα είχε μείνει έγκυος από τον μικρό αλλά νταβρατισμένο Παναγιωτάκη. Στο μαιευτήριο όπου τη ξεγεννήσαν η νοσοκόμα μόλις είδε το νεογέννητο αγοράκι φώναξε «Καλέ αυτό είναι μιαν οκκάν!». Και τότε η φτωχή πλην τίμια καμαριέρα φώναξε πιο δυνατά «Θέλω το παιδί μου να το βαφτίσω Γιαννάκη Οκκά κι ας πεθάνω!».
Σίγουρα ένα μεγάλο οικογενειακό δράμα όμως η τύχη τα έφερε από το σπέρμα ενός ευρωπαϊκού πρωταθλητή τόσο σε συλλογικό όσο και σε εθνικό επίπεδο να γεννηθεί ένας γεννημένος πρωταθλητής στο ποδόσφαιρο, εξ’ ου και μόλις πάτησε το πόδι του στο λιμάνι ο Ολυμπιακός πήρε νταμπλ παρόλο που έχουμε κυβέρνηση Νέας Δημοκρατίας. Ένα μαράζι τρώει τον πατέρα Γιαννάκη, που δεν έχει ένα διάδοχο ν’αφήσει εποχή, μία μαγιά για το επόμενο μουντομπάσκετ αλλά σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες αν ο Ολυμπιακός χάσει κι από τη Ρεάλ θα διαδεχτεί τον Σόλιντ στην τεχνική ηγεσία του Θρύλου Α.Ε για να σταθεί κοντά στο γιο του. Κάθε λιμάνι και καημός...

Υ.Γ. Ξεκίνησα να γράφω αυτό το ποστ με αφορμή τις δηλώσεις του Λιβέρη Ανδρίτσου ο οποίος έβαλε τις δύο καθοριστικές βολές με τις οποίες πήγε το παιχνίδι με τους Ρώσους στην παράταση. Ο άνθρωπος δήλωσε ότι πάλι καλά που τις έβαλα γιατί ακόμα θα με ρωτάγαν πως τις έχασα και γιατί. Βεβαίως στη συνέχεια τον ξεχάσαμε και θυμόμαστε μόνο τις δύο βολές του Καμπούρη αλλά ο Λιβέρης ήταν αυτός που θα βρίζαμε ακόμη αν είχε χάσει εκείνες της παράτασης. Ο Ζήσης που αποθεώνουμε θα ήταν εκείνος που θα βρίζαμε για την κακή επιλογή του στην τελευταία επίθεση με τη Γαλλία. Ο Διαμαντίδης που αποθεώνουμε θα ήταν εκείνος που θα βρίζαμε για το άστοχο τρίποντο στον ημιτελικό. Ο Γιαννάκης που αποθεώνουμε για το μαεστρικό του κοουτσάρισμα θα ήταν εκείνος που θα βρίζαμε για τις κακές επιλογές του, τις λάθος αλλαγές, τα τεράστια σφάλματα, τη μεγάλη ευθύνη για ένα παιχνίδι που στην πρεμιέρα κερδίσαμε με άνεση και στον ημιτελικό παραδοθήκαμε ανευ όρων. Αλλά όχι δε θα του περάσει, έχουμε και το μουντομπάσκετ για να τον στήσουμε στον τοίχο τον πούστη.