Friday, September 23, 2005

Φάτε μάτια ψάρια

Η καλή μέρα λένε από το πρωί φαίνεται. Τι λέτε μωρέ; Γιατί δηλαδή αν σκάσει μύτη το απογευματάκι εμείς θα τη διώξουμε; Όχι, δε γίνεται, δεν είναι δυνατόν. Έχουμε και λέμε. Σηκώνομαι το πρωί και αφού έψαξα στη ντουλάπα-δωμάτιο που έχω για το κατάλληλο ένδυμα αποφάσισα να βάλω τα ρούχα που ήταν ήδη έξω πεταμένα στην καρέκλα μου, τσαλακωμένα αλλά με είχαν ήδη συνηθίσει οπότε δε μπορούσα να τους το αρνηθώ κιόλας. Φτάνω στον ηλεκτρικό και βλέπω το σεκιουριτά να με κοιτάει στην αρχή, να χαμογελάει στη συνέχεια και τελικά να παίρνει το βλέμμα του "επ! τι γίνεται;". Εγώ σε όλη τη διάρκεια διατήρησα το προφίλ του απορημένου και πριν προλάβω να ρωτήσω "σ'έχω δει κάπου κάπου σε ξέρω;" μου λέει "δε ξέρω, γνωστή φυσιογνωμία, κάπου σ'έχω ξαναδεί". Δεν είχα λόγο να το κρύψω και του απαντάω "Penthouse, τεύχος Ιουλίου". Με κοίταξε περίεργα και μου είπε ότι δεν είχε αγοράσει το συγκεκριμένο τεύχος αλλά είχε δει το εξώφυλλο και ειδικά έτσι όπως ήμουν αξύριστος δεν έμοιαζα στη βελούδινη ύπαρξη που πονηρά του έκλεινε το μάτι και τον προκαλούσε να το αγοράσει. "Ένα άρθρο για τους σεκιουριτάδες στον ηλεκτρικό είχα γράψει", του είπα και το ζεστό μα και φιλικό χαμόγελο του εξαφανίστηκε. "Τέλοσπάντων, κάπου σ'έχω δει σίγουρα", μου ξαναείπε και με καλημέρισε. Ανταπόδωσα την ευχή και κατευθύνθηκα στην πλατφόρμα.

Λίγες στάσεις παρακάτω πέτυχα έναν τύπο ο οποίος πουλούσε χαρτομάνδηλα. Ήταν η δεύτερη φορά που τον πετυχαίνω και μπορώ να πω ότι αν μη τι άλλο είναι πρωτότυπος. Την πρώτη φορά λοιπόν μπήκαμε στην ίδια στάση αλλά το παρουσιαστικό του δεν πρόδιδε ότι δεν είναι απλός επιβάτης. Αφού ξεκινάει λοιπόν το τρένο αρχίζει: "Καταστροφή! Χάθηκαν όλα! Δεν έχει μείνει τίποτα! Πηγαίνω στην οικοδομή να βγάλω κανένα φράγκο για να κάνω κανένα μπάνιο. Τρέφομαι μόνο με κρουασάν από το περίπτερο, θα πάθω και κανένα ζάχαρο στο τέλος! Πουλάω αυτά τα χαρτομάνδηλα για να ζήσω". Η ατάκα με το ζάχαρο ήταν φονική. Και σήμερα όμως δεν πήγε πίσω: "Κυρίες και κύριοι αποφυλακίστηκα πριν από λίγο καιρό για οικονομικά χρέη. Ένα χρόνο φυλακή για οφειλές στο ΤΕΒΕ. Πρέπει να είμαι ο μοναδικός άνθρωπος παγκοσμίως που του συμβαίνει κάτι τέτοιο. Τι να πώ; Πουλάω αυτά τα χαρτομάνδηλα για να μπορέσω να βρω ένα δωμάτιο να νοικιάσω. Σας ευχαριστώ πάρα πολύ, ήσασταν όλοι γλυκύτατοι που με ακούσατε!". Εντάξει, αιώνιο respect. Μου θύμισε John Spencer Blues Explosion και το Lovin' Machine.

Στην υπόλοιπη διαδρομή σκεφτόμουν το πολιτισμικό ζήτημα. Πάμε κατα διαόλου αυτό είναι το μόνο σίγουρο. Έχω την αίσθηση ότι τελικά ο πολιτισμός είναι ένα σύννεφο καπνού που μπορεί να εξαφανιστεί ανά πάσα ώρα και στιγμή. Και τι εννοώ με αυτό. Όσο ο άνθρωπος έχει να φάει είναι καλός. Όταν δεν του λείπουν τα βασικά τότε μπορεί να προοδεύσει, να πάει και σε καμία συναυλία, να διαβάσει κανένα βιβλίο, να ξεσηκωθεί να πάει στο Φεστιβάλ της Δράμας που τελειώνει αύριο, να περάσει μια βόλτα κι από το φεστιβάλ βιβλίου, να πάει και στις νύχτες πρεμιέρας αλλά να πάει και στα μπουζούκια, να σπάσει τα πιάτα του, να πετάξει τα γαρύφαλλα του, να πάει και στο γήπεδο να βρίσει λίγο να εκτονωθεί, να κάνει τέλοσπάντων ότι γουστάρει ο καθένας. Αυτά αν έχει να φάει, διότι αλλιώς θα πέσει πάνω σου και θα σε φάει. Θα γίνουμε λίγο ζούγκλα με Μάκη και Κιμ στο προσκήνιο και τους κανίβαλλους να βάζουν φωτιά στα καζάνια και θα χαιρόμαστε όλοι μαζί. Θα βρέξει πάλι, βλέπω τον ουρανό με ορέξεις. Πάω ν'αγοράσω κάλτσες και ομπρέλα.

Το δίλλημα της ημέρας:
Σπουδές στο εκκλησιαστικό πανεπιστήμιο ή πιάτσα στη Συγγρού;