Thursday, May 31, 2007

Η φωνή της Αθήνας - Η μαλακία του Έλληνα

Αυτήν την εξόχως τελομαγιάτικη ημέρα με την όχι και τόσο υψηλή θερμοκρασία αλλά την ιδανική θα λέγαμε για να πάρεις τον ηλεκτρικό για Πειραιά κι ας είναι να κατέβεις λίγες στάσεις πιο πριν βρέθηκα στο ίδιο βαγόνι με τα πιο πορτοκαλί βαμμένα νύχια που έχω δει στη ζωή μου και θεώρησα τουλάχιστον ανησυχητικό το γεγονός ότι κι εγώ φορούσα μια πορτοκαλί μπλούζα, την ίδια με χθες δηλαδή αφού όταν δεν κοιμάσαι σπίτι σου δεν έχεις και πολλά περιθώρια για γκαρνταρόμπες, ειδικά όταν όλα τα διαθέσιμα μπλουζάκια προορίζονται για ένα ιδανικό ντεκολτέ στήθους φυλακισμένου σε γνωστό αξεσουάρ μεγέθους τέσσερα και να λείπουν παρακαλώ οι όποιοι συνειρμοί με το γνωστό και μη εξαιρετέο πολιτισμικό κέντρο.

Είχα να διεκπεραιώσω μια δουλειά της οποίας η ουρά και η ταλαιπωρία φάνταζε ωσάν κάτι το τρομακτικό αλλά οπλισμένος με τ’ ακουστικά μου κι όλη τη δισκογραφία του Πασχάλη Τερζή πίστευα το δίχως άλλο πως δεν πάω ξυπόλυτος στο λάκκο με τ’ αγκάθια. Φτάνω λοιπόν στο βρόμικο κτίριο, βλέπω ότι το ένα ασανσέρ είναι χαλασμένο ενώ το άλλο δεν εξυπηρετεί τον όροφο που ήθελα διότι είχαν το σύστημα μονά - ζυγά, το χαλασμένο ασανσέρ πήγαινε 1ο - 3ο - 5ο και το καλό 2ο - 4ο - 6ο κι έτσι ακολούθησα το δύσκολο μονοπάτι της Αρετής, πήρα δηλαδή τις σκάλες για να βρεθώ στον πρώτο όροφο.

Κοιτάζω μία αίθουσα αναμονής και βλέπω μπόλικο κόσμο, δε μου άρεσε και πολύ το γεγονός αυτό αλλά δεν πτοήθηκα και προχώρησα στο πρώτο γραφείο, αυτό δηλαδή που είχε γραμμένο τον αριθμό ένα σε μια κόλλα Άλφα τέσσερα (καμία σχέση με το στήθος προηγούμενης παραγράφου) η οποία ήταν κολλημένη στην κάσα της πόρτας. Θυμήθηκα ότι και πριν δύο χρόνια που είχα ξαναπάει ήταν έτσι ακριβώς τα πράγματα και αυτό μου έδωσε την εντύπωση ότι πρόκειται για μια υπηρεσία το δίχως άλλο σταθερών αρχών και αντιλήψεων.

Προς μεγάλη μου έκπληξη έδωσα τα χαρτιά μου κι ενώ περίμενα ν’ ακούσω περιμένετε στην αίθουσα και θα σας φωνάξουμε άρχισα να τρίβω τ’ αυτιά μου διότι η κυρία απέναντι μου που μέχρι τότε δεν είχα αποφασίσει αν θα τη μισούσα ή όχι μου είπε να πάω στο καλό κι ότι όλα είναι εντάξει. Ρώτησα άλλη μία φορά για επιβεβαίωση, είπα μια γλυκιά καλημέρα και εξαφανίστηκα κάνοντας συνολικό χρόνο μέσα στο βρώμικο κτίριο μικρότερο από πέντε λεπτά. Αν φανταστείτε ότι μιλάμε για δημόσια υπηρεσία ήταν σίγουρα ένα θαύμα.

Για το γυρισμό τσιμπάω και μια άθενς βόις από κάτι Έβερεστ χωρίς όμως να δυσκολευτώ ιδιαίτερα στο ανέβασμα και πέφτω πάνω στο γράμμα της εβδομάδος, μια μεγαλούτσικη θα έλεγε κανείς επιστολή με τίτλο μην πας για διαβατήριο Παρασκευή κάτι που αρχικά μου έδωσε την εντύπωση πως πρόκειται για μια ιστορία με απίστευτη ταλαιπωρία και ουρές και άρχισα να φορτώνω έχοντας ως αντιπαράδειγμα την πολύ πρόσφατη αμεσότατη εξυπηρέτηση μου.

Τα γεγονότα έχουν ως εξής: Η αναγνώστρια πήγε να βγάλει διαβατήριο, εκεί μέσα από τα αρχεία φάνηκε ότι είχε καταδικαστεί ερήμην για δυο παραβάσεις του ΚΟΚ. Αυτό συνέβη επειδή είχε μετακομίσει οπότε και οι ειδοποιήσεις πήγαν στο βρόντο. Έκπληκτη λοιπόν η φίλη μας βρέθηκε στο κρατητήριο, μεταγωγή σε άλλο τμήμα με γυναικεία κρατητήρια και διανυκτέρευση εκεί, μεταγωγή στην Ασφάλεια την επόμενη μέρα όπου στις 2 η ώρα το μεσημέρι τέλειωσε η περιπέτεια της. Διερωτάται η αναγνώστρια για ποιο λόγο μεταφέρθηκε η Διεύθυνση Διαβατηρίων, για την προστασία των προσωπικών και ατομικών δικαιωμάτων, ποιος διαχειρίζεται τις βάσεις δεδομένων, τι χωρίζει τις αρμοδιότητες Εφορίας και Αστυνομίας και τι σόι νόμος είναι αυτός που στέλνει όλους τους κατηγορούμενους στην Ασφάλεια Αττικής. Προηγουμένως αναφέρει ότι μέρος των οικονομικών αδιεξόδων της σημερινής κυβέρνησης λύνεται μέσω της είσπραξης των προστίμων αυτών και ότι τα σύγχρονα συστήματα παρακολούθησης και συγκέντρωσης προσωπικών δεδομένων χρησιμοποιούνται προς όφελος των εκάστοτε κυβερνήσεων και όχι προς όφελος της δημοκρατίας, της ισότητας και της ελευθερίας των πολιτών.

Να με συμπαθάει το λοιπόν η φίλη αλλά πραγματικά θέλει θράσος για να στείλεις αυτήν την επιστολή. Φυσικά και έχει απόλυτο δίκιο σε όσα γράφει σχετικά με την ταλαιπωρία των μετακινήσεων της και τις χειροπέδες που θέλησαν να της βάλουν, είναι τουλάχιστον γελοίο να σου φοράν χειροπέδες για μεταγωγή σε άλλο τμήμα επειδή χρωστάς δυο κλήσεις και είναι απαράδεκτο που όλες οι κλήσεις έχουν καθαρά εισπρακτικό χαρακτήρα γι’ αυτό άλλωστε και βλέπουμε σωρεία τέτοιων για παράνομη στάθμευση αλλά καμία για επικίνδυνη οδήγηση. Και τώρα με τα νέα πρόστιμα τα πράγματα είναι ακόμη χειρότερα διότι ο απλός υπάλληλος που παίρνει 700 ευρώ μισθό άπαξ και περάσει ένα κόκκινο τη γάμησε ενώ κάποιος που έχει 3-4 χιλιάδες δε θα το πολυσκεφτεί για να κάνει την παρανομία. Αν όμως ήξεραν και οι δυο ότι υπάρχει σωστό point system και με το κόκκινο αντίο δίπλωμα για ένα μήνα το εισόδημα τους δε θα άλλαζε την κατάσταση.

Θα πείτε τώρα ποια είναι η ένσταση μου. Οι κλήσεις που παίρνεις αν δεν έχεις μαζί σου το δίπλωμα ή την ασφάλεια του αυτοκινήτου, είναι κλήσεις που στις δίνει ο μπάτσος ιδιοχείρως την ώρα που κάνεις την παράβαση. Δεν είναι σαν τη στάθμευση όπου μπορείς να πεις ότι η κλήση χάθηκε από τον αέρα, τη βροχή ή ότι την πήρε ένας μανιακός και την πέταξε γι’ αυτό και δεν παίρνει προσαύξηση. Που σημαίνει ότι η φίλη αναγνώστρια ως ίση ανάμεσα στους πολίτες δεν πήγε να πληρώσει τις δύο κλήσεις αυτές. Και δε ξέρω εγώ για ποιο λόγο θεώρησε ότι δεν πληρώνω και όλα καλά οπότε και δεν αναρωτήθηκε ποτέ τι μπορεί να έγινε με εκείνη την οφειλή της. Δε γνωρίζω πως παραδίδονται τα ειδοποιητήρια για τα δικαστήρια σε περιπτώσεις παραβίασης του ΚΟΚ αλλά έχω την αίσθηση πως έρχεται μία ειδοποίηση από το ταχυδρομείο, εγώ πάντως ότι έρχεται προς το γείτονα του κάτω ορόφου που έχει φύγει και το βλέπω στο ταχυδρομικό κουτί του κάνω ένα τηλεφώνημα για να έρθει να το πάρει. Και μιλάμε για δύο κλήσεις και όχι μία. Αλλά επειδή ακριβώς δε γνωρίζω πως γίνεται η όλη διαδικασία δε μπορώ να ξέρω και ποιος έχει δίκιο ή άδικο. Σίγουρα όμως έχει άδικο η φίλη που διαμαρτύρεται για δύο οφειλές της που αγνόησε επειδή σχεδόν δέκα χρόνια μετά την τσιμπήσανε. Δεν αναφέρει κάτι για κακομεταχείριση ή παρανομία, οι άνθρωποι έκαναν απλώς τη δουλειά τους, αυτό που θα έπρεπε να κάνουν. Δεν παιζόμαστε ρε παιδιά, τα γράφουμε όλα στ’ αρχίδια μας, γίνεται ένα μπάχαλο εξαιτίας μας και ζητάμε έπειτα και τα ρέστα επειδή αποκαλύφθηκε η παρανομία μας. Κι έλεγα θα απολαύσω τη μέρα σήμερα. Συγχύστηκα πάλι.