Monday, February 19, 2007

Σαν πας στην Καλαμάτα

Ήταν κυριολεκτικά μια απόφαση της τελευταίας στιγμής και όχι με τις καλύτερες συνθήκες, αφού είχα ήδη καταναλώσει αρκετή ποσότητα κρασιού και αν αναλογιστεί κανείς ότι ήταν ήδη μία μετά τα μεσάνυχτα και θα έπρεπε να σηκωθώ στις εφτά το πράγμα σίγουρα ζόριζε. Άρχισα τα sms μπας και βρω κανέναν διαθέσιμο αλλά τα άκυρα ερχόταν το ένα πίσω από το άλλο κι έτσι αποφάσισα να τροποποιήσω κάπως το μήνυμα: «Εσύ που δεν αντιστέκεσαι στη μαγεία του άγνωστου και του μοναδικού, που το ταξίδι είναι ο προορισμός σου, θα γίνεις αύριο συνοδηγός μου;». Φυσικά ούτε αυτό έπιασε κι έτσι σκέφτηκα ότι θα μπορούσα ίσως από κοντά να πείσω μια φίλη που έμενε κοντά στο μαγαζί που ήμουν. Μπαίνοντας στο αυτοκίνητο της τηλεφωνώ για να δω αν είναι ξύπνια. Πράγματι ήταν κι έτσι διακριτικά τη ρωτάω αν θα μπορούσα να τη δω για λίγο για ένα ζήτημα εξαιρετικά σημαντικό, δεν ήθελα να της κάνω και καμιά χαλαστική γι’ αυτό και ότι είπα ήταν διακριτικό και σύντομο. Δεν πέρασαν πέντε λεπτά και της χτυπούσα το κουδούνι, μπήκα σχεδόν συνωμοτικά και κάθισα στον καναπέ και πήρα το βλέμμα το καλό που πείθει και ελέφαντες για να τη ρίξω αφού πιο πριν με το sms δεν είχε βρει την πρόταση μου κατάλληλη για Κυριακή της Αποκριάς. Της ζήτησα ένα χυμό λάιφ καλημέρα και μου έφερε μια ολάκερη κανάτα για να σβήσω τη δίψα μου αλλά όπως κατάλαβα αργότερα που πήγα στην κουζίνα για να πάρω μια χαρτοπετσέτα ο χυμός είχε ήδη λήξει και προφανώς δεν τον είχε πετάξει. Σκέφτηκα ότι θα με πάει λουλάκι αλλά δεν έδωσα και ιδιαίτερη σημασία αφού και το γάλα πάντα το πίνω και την επομένη της λήξεως τους χωρίς να παθαίνω ζημιά. Με τα πολλά την έπεισα ότι είναι σημαντικό να έρθει μαζί μου στην Καλαμάτα όπου θα πήγαινα επισκεπτήριο σ’ ένα φίλο μου κάτι που κατάφερα όταν πια η ώρα είχε πάει τέσσερις παρά και της είπα «Μα καλά θα με αφήσεις να οδηγήσω με 3 ώρες ύπνο μόνο σ’ ένα δρόμο γεμάτο στροφές;». Αυτό πραγματικά ενεργοποίησε το φίλτρο της συμπόνιας και δίχως δεύτερη κουβέντα δέχτηκε. Έτσι σηκώθηκα κι έφυγα για να προλάβω να κοιμηθώ και να απολαύσω τις τρεις ώρες ύπνου μου. Το ξυπνητήρι φάνηκε βάρβαρο μαζί μου κι ας στριφογύρισα για λίγη ώρα ακόμη μπας και κερδίσω ελάχιστα λεπτά τα οποία δε θα άλλαζαν έτσι κι αλλιώς την κατάσταση. Πλένομαι και ντύνομαι γρήγορα γρήγορα και ξεκινώ για να φτάσω στο σπίτι της φίλης η οποία δεν ήταν έτοιμη αλλά δεν άργησε και πολύ και πήραμε το δρόμο το μακρύ για να φτάσουμε στην Καλαμάτα και το στρατόπεδο που ήταν ο φίλος μου. Εδώ τα πράγματα περιπλέκονται κάπως. Μέχρι την Τρίπολη όλα καλά. Από εκεί και πέρα όμως το χάος. Στροφές κακό και φάνηκε πως η επίδραση του χυμού αν και δεν έγινε άμεσα αντιληπτή μετά τα πρώτα 170 χιλιόμετρα ξεκίνησε να πιέζει καταστάσεις ενώ η φίλη πιο δίπλα είχε κρεμάσει το κεφάλι της έξω από το παράθυρο έτοιμη να βγάλει τα σωθικά της από τη ζαλάδα και με τα αυτιά της να βουίζουν και να την ταλαιπωρούν λόγω μιας ρήξης τυμπάνου. Φτάνοντας στο στρατόπεδο μετά το παρκάρισμα έτρεξα να βρω το φίλο ο οποίος με προμήθευσε με το απαραίτητο υλικό που οδήγησε τελικά στην πολυπόθητη λύτρωση. Η συνάντηση με το φίλο ήταν αρκετά συγκινητική, τα είπαμε και ο αποχαιρετισμός ήταν κάπως ζόρικος ενώ η επιστροφή συνοδεύτηκε από το συνεχόμενο ροχαλητό της συνοδηγού που πραγματικά έκανε τα τζάμια να τρίζουν και κρατούσε εμένα σε εγρήγορση. Οπότε φτάνοντας στο σπίτι μοιραία έριξα έναν υπνάκο για να ανακτήσω δυνάμεις έτσι ώστε να πετάξω με δύναμη τον αϊτό σήμερα. Ουφ, πάνε και οι Απόκριες.