Είχα πάει πριν δυο μήνες σχεδόν ένα ταξίδι κάπως απρογραμμάτιστο. Η συνοδηγός μου είχε στείλει την επόμενη μέρα το κείμενο που έγραψε παρακαλώντας με να το κρατήσω για τα μάτια μου μόνο. Χθες μου ζήτησε να το ανεβάσω οπότε είναι διαθέσιμο πλέον και στα δικά σας μάτια.
"Ακούω τον ήχο του κινητού μου. Δεν είναι ξυπνητήρι. Είναι εκείνος. 'Καλημέρα, σε δέκα λεπτά θα είμαι εκεί'.
Αυτή η φωνή λειτουργεί πιο αποτελεσματικά από δυνατό καφέ ή έναν κόκορα που κάνει ξημερώματα το καθήκον του μέσα στ' αυτιά μου.
Αυτή η αποφασιστική, γεμάτη αυτοπεποίθηση, ερωτική φωνή.
Χωρίς περιττά λόγια, ποτέ.
Πετάγομαι από το κρεβάτι το οποίο δεν εκμεταλλεύτηκα το βράδυ που πέρασε για να κοιμηθώ, ούτε ένα λεπτό. Παρά μόνο για να γίνουν ένα τα κορμιά μας.
Πρόστυχα, γλυκά, αγαπημένα, άγρια. Μετά από ένα τηλεφώνημα, πάλι. Λίγο μετά τις τρεις τα ξημερώματα.
'Δέχεσαι επισκέψεις;'
Την κατάφαση μου ακολούθησε η επίσκεψή του.
Κι έπειτα ήρθαν οι οργασμοί και η αϋπνία.
Μπαίνω στο αυτοκίνητό του. Μου ζητάει να βάλω ζώνη και να του δώσω οδηγίες για βενζινάδικο. Κοιτάζω με την άκρη του ματιού μου το ντεπόζιτο και είναι άδειο.
Είναι Κυριακή χαράματα, τα πρατήρια βενζίνης όλα κλειστά. Εκείνος δεν πτοείται κι ας έχουμε εκατοντάδες χιλιόμετρα να διανύσουμε μέχρι να φτάσουμε στον προορισμό μας.
Αυτή η σιγουριά, αυτή η απώλεια άγχους, ή τέλος πάντων αυτή η έκφραση ηρεμίας, άσχετα αν τελικά υποβόσκει ανησυχία ή πανικός, είναι αυτό που κατά τη γνώμη μου
καθιστά έναν άνθρωπο Άνδρα. Ο έλεγχος, η εξουσία, η αποφασιστικότητα.
Δεν υπάρχει τίποτα πιο ερωτικό για μένα, από το να βλέπω το αντικείμενο του πάθος μου να οδηγεί. Με την ίδια αυτοπεποίθηση που τον χαρακτηρίζει πάντα, κρατάει στα χέρια του το τιμόνι και αλλάζει ταχύτητες, κάνει προσπεράσεις και τρέχει με 140 χιλιόμετρα, παρκάρει ή αποφεύγει λακκούβες. Ενώ συζητάει μαζί μου, μιλάει στο κινητό, γελάει, εξιστορεί, ανακρίνει. Με άγει και με φέρει.
Η μέρα κυλάει, η κλεψύδρα αδειάζει. Όλα γίνονται γρήγορα. Η επίσκεψη, οι διάλογοι, οι εκμυστηρεύσεις. Τα χέρια μας ενώνονται. Συζητάμε για τους πάντες και τα πάντα μα το δεξί του χέρι σμίγει με το αριστερό μου χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε. Έχουν τη δική τους σχέση, τους δικούς τους κώδικες.
Στον δρόμο της επιστροφής τα μάτια μου καίνε. Η κούραση και η έλλειψη ύπνου απειλούν να μου στερήσουν τις λίγες στιγμές μαζί του.
Ακούγεται μουσική που με ταξιδεύει. Όπως εκείνος με τα μάτια του, όπως εκείνος με το Golf του.
Σε ένα parking στην Εθνική το αυτοκίνητο σταματάει. Νιώθω το χέρι του στο στήθος μου και τις ανάσες του να μου θυμίζουν το προηγούμενο βράδυ.
Με κλείνει στην αγκαλιά του και μου ψιθυρίζει 'λύτρωσέ τον' ενώ έχει ήδη φροντίσει να μου δείξει τον ερεθισμό του.
''Όχι' του απαντάω. 'Τι θες;' με ρωτάει με τα μάτια κλειστά ενώ τον φιλάω στο λαιμό του.
-'Τον βαθμό δυσκολίας'
-'Να σε γαμήσω θες;'
-'Ναι'.
Ξεκινάει πάλι με το αυτοκίνητο προς αναζήτηση άλλου χώρου, πιο διακριτικού και ερημικού. Σταματάει λίγο πιο κάτω, σε ένα parking που σε καμία περίπτωση δεν θα χαρακτήριζε κανείς απομονωμένο. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα με σταθερές και γρήγορες κινήσεις του χεριού του, ξεκουμπώνει το παντελόνι του, ρίχνει το κάθισμα προς τα πίσω και με φέρνει κοντά του.Αρχίζω να τον φιλάω παντού σαν διψασμένη χωρίς να με νοιάζει τίποτα άλλο. Ούτε ο κόσμος γύρω μας, ούτε το ότι έχουμε αργήσει και οι δύο για τις δουλειές που μας περιμένουν πίσω στην πρωτεύουσα.
Βγάζω το παντελόνι μου και το ένα μου παπούτσι. Παρακολουθώ ταχύρρυθμο σεμινάριο του πως φοριέται ένα προφυλακτικό. Ανεβαίνω πάνω του και τον νιώθω μέσα μου. Η αναπνοή μου του θολώνει τα γυαλιά, οι αναστεναγμοί μας φροντίζουν να θολώσουν και τα τζάμια, όπως ακριβώς και το μυαλό μου. Ακούω αυτοκίνητα να σταματούν, ανθρώπους να μιλάνε. Διακρίνω φιγούρες να περπατούν στο πλάι του οχήματος αλλά δεν με νοιάζει τίποτα άλλο, μόνο εκείνος και η λαχτάρα μου για αυτόν.
Χίλια λόγια λέω, αγάπης, έρωτα, παράδοσης και υποταγής. Ότι είμαι η πουτάνα του, ότι θα του ανήκω πάντα , ότι το κορμί μου τού ανήκει. Τον νιώθω μέσα μου και νιώθω γλυκό μεθύσι. Τον ακούω να λέει τη λέξη ' πάντα' και σπάω σε χίλια μικρά κομμάτια, σε δευτερόλεπτα φαντάζομαι χίλιους δυο μικρούς και μεγάλους οργασμούς, κερδισμένους στα γρήγορα και στα κρυφά σε παράδρομους στην Εθνικη ή στο κρεβάτι μου, οργασμούς δυνατούς που επιτυγχάνονται με το άκουσμα του ονόματός μου με τη δική του ερωτική φωνή, να συμπληρώνουν την πρόταση που δεν θ' ακούσω ποτέ από τα χείλη του με που τόσο ανάγκη έχω να μάθω, οι συλλαβές από τους αναστεναγμούς του. Να βασανίζομαι τι συμβαίνει στο μυαλό του, στην καρδιά του. Να ξαναγεννιέμαι και να πεθαίνω και τα μόνα σημαντικά για μένα να είναι η γεύση από τα φιλιά του, τα αχ του, τα όσα μου λέει με τη σιωπή του, η χορογραφία των κορμιών μας.
Τα γόνατά μου να ματώνουν στην τριβή με το κάθισμα, οι κραυγές μου να προδίδουν τη λύσσα μου, να νιώθω τα χέρια του δυνατά να με χτυπούν.
Θα ήθελα να βρισκόμασταν σε μία αμμουδιά και να είναι καλοκαίρι, να βρίσκεται μέσα μου ενώ νιώθουμε το κύμα να σκάει στα μπλεγμένα πόδια μας.
Το ίδιο ρίσκο ότι κάποιος θα μας δει, το ίδιο πάθος στη συνεύρεση, η ίδια ιερή μα και πρόστυχη ένωση.
Είμαστε όμως σε ένα αυτοκίνητο στη μέση του πουθενά, με ύποπτες σκιές να περιφέρονται, γίναμε νούμερο στα μάτια των εκφύλων. Αυτοί τη βρίσκουν με όσα βλέπουν αλλά χαίρονται όταν παθαίνεις μετατόπιση σπονδύλων.
Χάνω τον κόσμο, λέω το όνομά του δυνατά, νιώθω φωτιά μέσα μου, έξω μου, παντού , γεύομαι τον ιδρώτα του, γεύομαι τον ίδιο, με λούζει ο έρωτας του, με λούζει η επιθυμία του, τον νιώθω να σπαράζει, να σπαρταράει, να χάνεται, να τρέμει. Με κερνάει τον εαυτό του και τον πινω στην υγειά της παράξενής μας αγάπης, τον κάνω άρωμα και τον φοράω στο κορμί μου να τον κουβαλάω τις ώρες που θα είμαστε χώρια, όταν θα έχουμε φτάσει στον προορισμό μας αλλά παραδοξως το ταξίδι θα συνεχίζεται.
Εγώ, αυτός και μια ζωή άγνωστη, γεμάτη κρυφές συναντήσεις, έρωτα, συζητήσεις, πάθος.
Εγώ, αυτός και το αύριο.
Ένα αύριο απόλυτα δικό μας."
"Ακούω τον ήχο του κινητού μου. Δεν είναι ξυπνητήρι. Είναι εκείνος. 'Καλημέρα, σε δέκα λεπτά θα είμαι εκεί'.
Αυτή η φωνή λειτουργεί πιο αποτελεσματικά από δυνατό καφέ ή έναν κόκορα που κάνει ξημερώματα το καθήκον του μέσα στ' αυτιά μου.
Αυτή η αποφασιστική, γεμάτη αυτοπεποίθηση, ερωτική φωνή.
Χωρίς περιττά λόγια, ποτέ.
Πετάγομαι από το κρεβάτι το οποίο δεν εκμεταλλεύτηκα το βράδυ που πέρασε για να κοιμηθώ, ούτε ένα λεπτό. Παρά μόνο για να γίνουν ένα τα κορμιά μας.
Πρόστυχα, γλυκά, αγαπημένα, άγρια. Μετά από ένα τηλεφώνημα, πάλι. Λίγο μετά τις τρεις τα ξημερώματα.
'Δέχεσαι επισκέψεις;'
Την κατάφαση μου ακολούθησε η επίσκεψή του.
Κι έπειτα ήρθαν οι οργασμοί και η αϋπνία.
Μπαίνω στο αυτοκίνητό του. Μου ζητάει να βάλω ζώνη και να του δώσω οδηγίες για βενζινάδικο. Κοιτάζω με την άκρη του ματιού μου το ντεπόζιτο και είναι άδειο.
Είναι Κυριακή χαράματα, τα πρατήρια βενζίνης όλα κλειστά. Εκείνος δεν πτοείται κι ας έχουμε εκατοντάδες χιλιόμετρα να διανύσουμε μέχρι να φτάσουμε στον προορισμό μας.
Αυτή η σιγουριά, αυτή η απώλεια άγχους, ή τέλος πάντων αυτή η έκφραση ηρεμίας, άσχετα αν τελικά υποβόσκει ανησυχία ή πανικός, είναι αυτό που κατά τη γνώμη μου
καθιστά έναν άνθρωπο Άνδρα. Ο έλεγχος, η εξουσία, η αποφασιστικότητα.
Δεν υπάρχει τίποτα πιο ερωτικό για μένα, από το να βλέπω το αντικείμενο του πάθος μου να οδηγεί. Με την ίδια αυτοπεποίθηση που τον χαρακτηρίζει πάντα, κρατάει στα χέρια του το τιμόνι και αλλάζει ταχύτητες, κάνει προσπεράσεις και τρέχει με 140 χιλιόμετρα, παρκάρει ή αποφεύγει λακκούβες. Ενώ συζητάει μαζί μου, μιλάει στο κινητό, γελάει, εξιστορεί, ανακρίνει. Με άγει και με φέρει.
Η μέρα κυλάει, η κλεψύδρα αδειάζει. Όλα γίνονται γρήγορα. Η επίσκεψη, οι διάλογοι, οι εκμυστηρεύσεις. Τα χέρια μας ενώνονται. Συζητάμε για τους πάντες και τα πάντα μα το δεξί του χέρι σμίγει με το αριστερό μου χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε. Έχουν τη δική τους σχέση, τους δικούς τους κώδικες.
Στον δρόμο της επιστροφής τα μάτια μου καίνε. Η κούραση και η έλλειψη ύπνου απειλούν να μου στερήσουν τις λίγες στιγμές μαζί του.
Ακούγεται μουσική που με ταξιδεύει. Όπως εκείνος με τα μάτια του, όπως εκείνος με το Golf του.
Σε ένα parking στην Εθνική το αυτοκίνητο σταματάει. Νιώθω το χέρι του στο στήθος μου και τις ανάσες του να μου θυμίζουν το προηγούμενο βράδυ.
Με κλείνει στην αγκαλιά του και μου ψιθυρίζει 'λύτρωσέ τον' ενώ έχει ήδη φροντίσει να μου δείξει τον ερεθισμό του.
''Όχι' του απαντάω. 'Τι θες;' με ρωτάει με τα μάτια κλειστά ενώ τον φιλάω στο λαιμό του.
-'Τον βαθμό δυσκολίας'
-'Να σε γαμήσω θες;'
-'Ναι'.
Ξεκινάει πάλι με το αυτοκίνητο προς αναζήτηση άλλου χώρου, πιο διακριτικού και ερημικού. Σταματάει λίγο πιο κάτω, σε ένα parking που σε καμία περίπτωση δεν θα χαρακτήριζε κανείς απομονωμένο. Μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα με σταθερές και γρήγορες κινήσεις του χεριού του, ξεκουμπώνει το παντελόνι του, ρίχνει το κάθισμα προς τα πίσω και με φέρνει κοντά του.Αρχίζω να τον φιλάω παντού σαν διψασμένη χωρίς να με νοιάζει τίποτα άλλο. Ούτε ο κόσμος γύρω μας, ούτε το ότι έχουμε αργήσει και οι δύο για τις δουλειές που μας περιμένουν πίσω στην πρωτεύουσα.
Βγάζω το παντελόνι μου και το ένα μου παπούτσι. Παρακολουθώ ταχύρρυθμο σεμινάριο του πως φοριέται ένα προφυλακτικό. Ανεβαίνω πάνω του και τον νιώθω μέσα μου. Η αναπνοή μου του θολώνει τα γυαλιά, οι αναστεναγμοί μας φροντίζουν να θολώσουν και τα τζάμια, όπως ακριβώς και το μυαλό μου. Ακούω αυτοκίνητα να σταματούν, ανθρώπους να μιλάνε. Διακρίνω φιγούρες να περπατούν στο πλάι του οχήματος αλλά δεν με νοιάζει τίποτα άλλο, μόνο εκείνος και η λαχτάρα μου για αυτόν.
Χίλια λόγια λέω, αγάπης, έρωτα, παράδοσης και υποταγής. Ότι είμαι η πουτάνα του, ότι θα του ανήκω πάντα , ότι το κορμί μου τού ανήκει. Τον νιώθω μέσα μου και νιώθω γλυκό μεθύσι. Τον ακούω να λέει τη λέξη ' πάντα' και σπάω σε χίλια μικρά κομμάτια, σε δευτερόλεπτα φαντάζομαι χίλιους δυο μικρούς και μεγάλους οργασμούς, κερδισμένους στα γρήγορα και στα κρυφά σε παράδρομους στην Εθνικη ή στο κρεβάτι μου, οργασμούς δυνατούς που επιτυγχάνονται με το άκουσμα του ονόματός μου με τη δική του ερωτική φωνή, να συμπληρώνουν την πρόταση που δεν θ' ακούσω ποτέ από τα χείλη του με που τόσο ανάγκη έχω να μάθω, οι συλλαβές από τους αναστεναγμούς του. Να βασανίζομαι τι συμβαίνει στο μυαλό του, στην καρδιά του. Να ξαναγεννιέμαι και να πεθαίνω και τα μόνα σημαντικά για μένα να είναι η γεύση από τα φιλιά του, τα αχ του, τα όσα μου λέει με τη σιωπή του, η χορογραφία των κορμιών μας.
Τα γόνατά μου να ματώνουν στην τριβή με το κάθισμα, οι κραυγές μου να προδίδουν τη λύσσα μου, να νιώθω τα χέρια του δυνατά να με χτυπούν.
Θα ήθελα να βρισκόμασταν σε μία αμμουδιά και να είναι καλοκαίρι, να βρίσκεται μέσα μου ενώ νιώθουμε το κύμα να σκάει στα μπλεγμένα πόδια μας.
Το ίδιο ρίσκο ότι κάποιος θα μας δει, το ίδιο πάθος στη συνεύρεση, η ίδια ιερή μα και πρόστυχη ένωση.
Είμαστε όμως σε ένα αυτοκίνητο στη μέση του πουθενά, με ύποπτες σκιές να περιφέρονται, γίναμε νούμερο στα μάτια των εκφύλων. Αυτοί τη βρίσκουν με όσα βλέπουν αλλά χαίρονται όταν παθαίνεις μετατόπιση σπονδύλων.
Χάνω τον κόσμο, λέω το όνομά του δυνατά, νιώθω φωτιά μέσα μου, έξω μου, παντού , γεύομαι τον ιδρώτα του, γεύομαι τον ίδιο, με λούζει ο έρωτας του, με λούζει η επιθυμία του, τον νιώθω να σπαράζει, να σπαρταράει, να χάνεται, να τρέμει. Με κερνάει τον εαυτό του και τον πινω στην υγειά της παράξενής μας αγάπης, τον κάνω άρωμα και τον φοράω στο κορμί μου να τον κουβαλάω τις ώρες που θα είμαστε χώρια, όταν θα έχουμε φτάσει στον προορισμό μας αλλά παραδοξως το ταξίδι θα συνεχίζεται.
Εγώ, αυτός και μια ζωή άγνωστη, γεμάτη κρυφές συναντήσεις, έρωτα, συζητήσεις, πάθος.
Εγώ, αυτός και το αύριο.
Ένα αύριο απόλυτα δικό μας."