Βλέποντας γι’ άλλη μία φορά το ελληνικό Braveheart, τους Σουλιώτες και ντιπάροντας κρακεράκια και φέτες μπακαλιάρου μέσα στη σκορδαλιά δε θα ήταν δυνατόν να μην ξυπνήσει το επαναστατικό πνεύμα μέσα μου και να μη φωνάξω «Γιούρια – Γιούρια στον ντορβά με τα κουλούρια», φράση που μεγάλωσε γενιές και γενιές όπως ακριβώς έκανε και το Γάλα Βλάχας ή ο Έλβις Πρίσλει. Δε ξέρω αν ένα ποτό θα επιβαρύνει ή θα σώσει την κατάσταση πάντως εγώ το χρειάζομαι τώρα και προσπαθώ να σκεφτώ τι θα ήθελα να συνδυάσω με μια γκαζόζα ΕΨΑ που έχω ανοίξει ήδη και είναι αμαρτία να την πιω σκέτη. Είναι οι ώρα αυτή που οι πνιχτές ανάσες, τα προδομένα φιλιά, οι τύψεις κι οι αμφιβολίες γίνονται ένα πάνω σ’ ένα κρεβάτι κάτω από κόκκινα φώτα, σχεδόν τόσο κόκκινα όσο το αίμα που όμως δεν εμπόδιζε αυτήν την ιερή στιγμή διότι μη ξεχνάμε είναι και ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου κι αυτό οπωσδήποτε έντυνε με το μανδύα του αυτό το απόγευμα, το πρώτο μεγαλύτερο αυτής της άνοιξης κι ας μένουν μόνο είκοσι λεπτά μέχρι το τέλος. Ή μήπως περισσότερα; Ο χρόνος ήταν πάντα ύπουλος και σίγουρα επαγγελματίας παίκτης στο μπλακ τζακ. Στην Κόρινθο αδερφές μου, στην Κόρινθο.
Υ.Γ.: Πόσες φορές θ'αλλάξεις τ' όνομα σου σε Πέτρος;
Υ.Γ.: Πόσες φορές θ'αλλάξεις τ' όνομα σου σε Πέτρος;