Δείγμα ερωτικής γραφής βασισμένο σε μια παλιά ιστορία που είχε συμβεί στις 13 Φεβρουαρίου του 2002. Παραθέτω τους διαλόγους με τη σειρά που περίπου τους θυμάμαι.
Είμαι σπίτι από το πρωί κι έχω αποφασίσει ότι δε θα το κουνήσω ρούπι, το μεσημέρι περνάει ένας φίλος για καφέ και γύρω στις πέντε τηλεφωνεί μια φίλη που θέλει να περάσει να της δώσω κάτι βιβλία. Χωρίς ιδιαίτερο λόγο της λέω ότι είμαι διαθέσιμος από τις δέκα και μετά ενώ στην πραγματικότητα δεν είχα τίποτα απολύτως να κάνω. Πράγματι γύρω στις δέκα χτυπάει το κουδούνι και με το ουίσκι στο χέρι πάω ν’ανοίξω. Η φίλη μπαίνει φουριόζα, κάθεται στον καναπέ, ανάβει τσιγάρο και μου ζητάει να της βάλω ένα σαν το δικό μου με κόκα κόλα και το χαμόγελο απλώνεται στα χείλη μου διότι αντιλαμβάνομαι ότι δε θα είναι μια βραδιά σαν όλες τις άλλες. Δεν έπεσα έξω αφού ένας βαρβάτος τσακωμός με το γκόμενο της την είχε βγάλει από τα ρούχα της. Άρχισε να μου μιλάει για το περιστατικό αλλά την έκοψα γρήγορα λέγοντας της πως δεν είμαι σε φάση ψυχολογικής υποστήριξης αλλά αν γουστάρει μπορώ να κεράσω πίτσα και να βάλουμε καμία ταινία να δούμε. Σκέφτηκε ότι θα ήταν καλύτερα έτσι και πήγαμε με τα πόδια σε μια κοντινή πιτσαρία για να γυρίσουμε μισή ώρα αργότερα με κάτι υπέροχα κανελόνια και μία στρογγυλή θεά φουλ στο τυρί. Χωρίς να τη ρωτήσω έβαλα το «σεξ, ψέματα και βιντεοταινίες», μια επιλογή που τελικά αποδείχθηκε σοφή.
Εκείνη: Θέλω να μου κάνεις κι εσύ το ίδιο, σεξουαλική ανάκριση αρχίζοντας από πιο σκληρές ερωτήσεις.
Τσέλιγκας: Οκ, όποτε θες σταματάμε.
Εκείνη: Δε θα σταματήσεις αν δεν το θες ακόμη κι αν σου πω εγώ στοπ.
Τσέλιγκας: Σ'έχουν χύσει μέσα στον κώλο χωρίς προφυλακτικό;
Εκείνη: Ναι
Τσέλιγκας: Κι όταν στάζανε πως ένιωθες;
Εκείνη: Έχεις μεγάλη περιέργεια?
Τσέλιγκας: Με ενδιαφέρει να μάθω τι σκεφτόσουνα εκείνη τη στιγμή, ότι πέρναγε από το μυαλό σου, ότι ένιωθες.
Εκείνη: Ήταν με τον Αντώνη, με εκείνον το σεξ ήταν ένα είδος τελετής, δεν ήταν ποτέ πρόχειρο, αδιάφορο, ασήμαντο, γι αυτό και άργησα να χωρίσω, ίσως γι αυτό κιόλας να μου στοίχισε τόσο, γιατί ταιριάζαμε πολύ, ήταν το μισό μου και δύσκολα θα βρω άλλον, ακόμη και στις πιο πρόστυχες περιπτύξεις, υπήρχε αγάπη, δέσιμο, συντονισμός, σαν χορογραφία ιερή, δεν είπαμε ποτέ λόγια άσχημα, που να θυμίζουν φτήνια, το σεξ, ο έρωτας ακόμη κι αν γινόταν με τρόπο που κάποιοι θεωρούν πρόστυχο και θυμίζει τσόντες φτηνές, ήταν ένωση, τότε λοιπόν, εκείνη τη φορά που θυμάμαι τώρα ήμουν αδιάθετη θυμάμαι να πονάω απίστευτα και να τον θέλω όσο δεν έχω ποθήσει ποτέ στη ζωή μου έλιωνε ο ένας μέσα στον άλλον δεν τον άφηνα να βγει αφού τελείωσε κι ας πονούσα ήταν τόσο δυνατό
Τσέλιγκας: Σε είχε στα τέσσερα;
Εκείνη: Όχι ήμουν ξαπλωμένη στο κρεβάτι μπρούμυτα την πρώτη φορά που έγινε τη θυμάμαι πολύ έντονα ήταν η πρώτη της ζωής μου ήμουν πάνω του και τον φιλούσα και ξαφνικά βγήκα κατέβηκα και τον γύρισα με δύναμη μπρούμυτα άρχισα να τον φιλάω παντού ξάπλωσα πάνω του και του τριβόμουν με λύσσα εκείνος μου τράβηξε τα μαλλιά με γύρισε μπρούμυτα μου είχε με το ένα του χέρι τα δύο μου χέρια δεμένα και με το άλλο κάτι έψαχνε ένιωσα να με χαϊδεύει και κάτι υγρό και μπήκε μέσα μου χωρίς προειδοποίηση κι εγώ στρίγγλισα έβαλα τα κλάματα από τον πόνο και μου έλεγε «σσσ χαλάρωσε» και εγώ ούρλιαζα και φώναξα βοήθεια βγήκε κι εγώ κυλίστηκα πάνω στο κρεβάτι και έπεσα στο πάτωμα πονούσα απίστευτα νόμιζα ότι θα πεθάνω πονούσε όλη η ραχοκοκαλιά μου δεν μπορούσα να ανασάνω ήρθε με σήκωσε με πήρε αγκαλιά με ξάπλωσε κι άρχισε να με φιλάει σε όλο μου το κορμί τη δεύτερη φορά είχα βγει από το μπάνιο είχα βάλει τις κρέμες μου και είχα ξαπλώσει μπρούμυτα στο κρεβάτι του κάτι διάβαζα ήρθε και άρχισε να με φιλάει στην πλάτη μου κατέβασε το εσώρουχο και με φιλούσε πίσω και εγώ ανταποκρινόμουν τον ένιωσα να με φτύνει και μετά να προσπαθεί να μπει μέσα μου στο δίπλα δωμάτιο ήταν ο αδερφός του με την κοπέλα του μου είχε κλείσει το στόμα και εγώ του δάγκωνα τα δάκτυλα όση ώρα κράτησε του δάγκωνα με όλη τη δύναμη το χέρι το άλλο του χέρι το είχε μπροστά και με χάιδευε τελειώσαμε μαζί την άλλη μέρα στη σχολή δεν μπορούσε να κουνήσει τα δάκτυλα του αριστερού του χεριού αισθανόμουν τύψεις ήταν γεμάτος σημάδια μου είπε ότι ήταν ο πιο δυνατός και ωραίος πόνος που είχε ζήσει σαν τον δικό μου.
Τσέλιγκας: Δε μου είπες όμως, όσα σκεφτόσουν και ένιωθες την ώρα που έσταζαν τα χύσια του από το κωλαράκι σου, δε σε ρώτησα πως το κάνατε.
Εκείνη: Ηδονή.
Τσέλιγκας: Την ώρα που τα ένιωθες να κυλάνε μέσα σου.
Εκείνη: Απίστευτη ηδονή δεν ήθελα να βγει του τριβόμουν να με ξαναθέλει να αρχίσει πάλι από την αρχή.
Τσέλιγκας: Δύο φορές έχει γίνει μόνο;
Εκείνη: μμμ μπορεί και τρεις, δεν ξέρω τρεισήμισι, η πρώτη δεν μετράει. Μου αρέσει πολύ η ιδέα του να τελειώνει ο άλλος μέσα μου, αλλά δεν έχει γίνει φυσικά μόνο με τον Αντώνη έτσι ή όταν περίμενα να αδιαθετήσω ή όσο ήμουν αδιάθετη.
Τσέλιγκας: Πες μου για το πρώτο σου τσιμπούκι
Εκείνη: Ήμουν 19 και δεν είχα ιδέα πως γίνεται και ακριβώς επειδή το λένε τσιμπούκι φαντάστηκα ότι γίνεται όπως όταν καπνίζεις το τσιμπούκι κάτι που όπως καταλαβαίνεις δεν μπορεί να ισχύει φαντάσου το όμως, ήταν πολύ γελοίο, ήταν ξαπλωμένος μπροστά μου κι εγώ ανάμεσα στα πόδια του και το είχα στο οπτικό μου πεδίο τεράστιο, σκληρό, μεγάλο, έτοιμο και μου είπε είναι δικός σου κάνε τον ότι θες, εγώ το πήρα τοις μετρητοίς και τον πήρα στα χέρια μου και τον έπιασα σαν να ήταν τζόιστικ και έκανα για πλάκα ότι πυροβολώ τον είχα όρθιο στα χέρια μου και με τον αντίχειρα τον πίεζα πάνω σαν να ήταν το κουμπί για τις βόμβες και το πήγαινα και πέρα δώθε και έκανα και ήχους σαν αυτούς που έβγαζε το ατάρι ξαφνικά το τζόιστικ χάθηκε έγινε μια μπάμια στα χέρια μου φυσικό άλλωστε, πολύ γέλιο σου λέω, όταν του εξήγησα ότι δεν έχω ιδέα πως γίνεται εκείνος μου μάζεψε τα μαλλιά μου τα έπιασε κοτσίδα με κάθισε κάτω στα γόνατα και άρχισε να μου λέει τι να κάνω βήμα βήμα ήταν παράξενη αίσθηση ήθελα να γελάω βασικά σαν να ήμουν ρομποτάκι αν σταματούσε να μιλάει σταματούσα κι εγώ μετά κατάλαβα τον ρυθμό και συνέχισα μόνη ώσπου ακούσαμε την εξώπορτα και σταματήσαμε γιατί είχε έρθει η μαμά του, αυτό ήταν.
Τσέλιγκας: Το πρώτο ολοκληρωμένο;
Εκείνη: μμ, με τον Αντώνη, όλα με αυτόν, πριν από αυτόν ήμουν πολύ ανέραστη νομίζω απορώ πως μου έλεγαν ότι είμαι ότι καλύτερο τους είχε τύχει που να με είχαν τώρα δηλαδή που έχω απελευθερωθεί τελείως και ξέρω τι θέλω και τι με χαλάει.
Σε αυτό το σημείο η ανάκριση διακόπηκε...
Είμαι σπίτι από το πρωί κι έχω αποφασίσει ότι δε θα το κουνήσω ρούπι, το μεσημέρι περνάει ένας φίλος για καφέ και γύρω στις πέντε τηλεφωνεί μια φίλη που θέλει να περάσει να της δώσω κάτι βιβλία. Χωρίς ιδιαίτερο λόγο της λέω ότι είμαι διαθέσιμος από τις δέκα και μετά ενώ στην πραγματικότητα δεν είχα τίποτα απολύτως να κάνω. Πράγματι γύρω στις δέκα χτυπάει το κουδούνι και με το ουίσκι στο χέρι πάω ν’ανοίξω. Η φίλη μπαίνει φουριόζα, κάθεται στον καναπέ, ανάβει τσιγάρο και μου ζητάει να της βάλω ένα σαν το δικό μου με κόκα κόλα και το χαμόγελο απλώνεται στα χείλη μου διότι αντιλαμβάνομαι ότι δε θα είναι μια βραδιά σαν όλες τις άλλες. Δεν έπεσα έξω αφού ένας βαρβάτος τσακωμός με το γκόμενο της την είχε βγάλει από τα ρούχα της. Άρχισε να μου μιλάει για το περιστατικό αλλά την έκοψα γρήγορα λέγοντας της πως δεν είμαι σε φάση ψυχολογικής υποστήριξης αλλά αν γουστάρει μπορώ να κεράσω πίτσα και να βάλουμε καμία ταινία να δούμε. Σκέφτηκε ότι θα ήταν καλύτερα έτσι και πήγαμε με τα πόδια σε μια κοντινή πιτσαρία για να γυρίσουμε μισή ώρα αργότερα με κάτι υπέροχα κανελόνια και μία στρογγυλή θεά φουλ στο τυρί. Χωρίς να τη ρωτήσω έβαλα το «σεξ, ψέματα και βιντεοταινίες», μια επιλογή που τελικά αποδείχθηκε σοφή.
Εκείνη: Θέλω να μου κάνεις κι εσύ το ίδιο, σεξουαλική ανάκριση αρχίζοντας από πιο σκληρές ερωτήσεις.
Τσέλιγκας: Οκ, όποτε θες σταματάμε.
Εκείνη: Δε θα σταματήσεις αν δεν το θες ακόμη κι αν σου πω εγώ στοπ.
Τσέλιγκας: Σ'έχουν χύσει μέσα στον κώλο χωρίς προφυλακτικό;
Εκείνη: Ναι
Τσέλιγκας: Κι όταν στάζανε πως ένιωθες;
Εκείνη: Έχεις μεγάλη περιέργεια?
Τσέλιγκας: Με ενδιαφέρει να μάθω τι σκεφτόσουνα εκείνη τη στιγμή, ότι πέρναγε από το μυαλό σου, ότι ένιωθες.
Εκείνη: Ήταν με τον Αντώνη, με εκείνον το σεξ ήταν ένα είδος τελετής, δεν ήταν ποτέ πρόχειρο, αδιάφορο, ασήμαντο, γι αυτό και άργησα να χωρίσω, ίσως γι αυτό κιόλας να μου στοίχισε τόσο, γιατί ταιριάζαμε πολύ, ήταν το μισό μου και δύσκολα θα βρω άλλον, ακόμη και στις πιο πρόστυχες περιπτύξεις, υπήρχε αγάπη, δέσιμο, συντονισμός, σαν χορογραφία ιερή, δεν είπαμε ποτέ λόγια άσχημα, που να θυμίζουν φτήνια, το σεξ, ο έρωτας ακόμη κι αν γινόταν με τρόπο που κάποιοι θεωρούν πρόστυχο και θυμίζει τσόντες φτηνές, ήταν ένωση, τότε λοιπόν, εκείνη τη φορά που θυμάμαι τώρα ήμουν αδιάθετη θυμάμαι να πονάω απίστευτα και να τον θέλω όσο δεν έχω ποθήσει ποτέ στη ζωή μου έλιωνε ο ένας μέσα στον άλλον δεν τον άφηνα να βγει αφού τελείωσε κι ας πονούσα ήταν τόσο δυνατό
Τσέλιγκας: Σε είχε στα τέσσερα;
Εκείνη: Όχι ήμουν ξαπλωμένη στο κρεβάτι μπρούμυτα την πρώτη φορά που έγινε τη θυμάμαι πολύ έντονα ήταν η πρώτη της ζωής μου ήμουν πάνω του και τον φιλούσα και ξαφνικά βγήκα κατέβηκα και τον γύρισα με δύναμη μπρούμυτα άρχισα να τον φιλάω παντού ξάπλωσα πάνω του και του τριβόμουν με λύσσα εκείνος μου τράβηξε τα μαλλιά με γύρισε μπρούμυτα μου είχε με το ένα του χέρι τα δύο μου χέρια δεμένα και με το άλλο κάτι έψαχνε ένιωσα να με χαϊδεύει και κάτι υγρό και μπήκε μέσα μου χωρίς προειδοποίηση κι εγώ στρίγγλισα έβαλα τα κλάματα από τον πόνο και μου έλεγε «σσσ χαλάρωσε» και εγώ ούρλιαζα και φώναξα βοήθεια βγήκε κι εγώ κυλίστηκα πάνω στο κρεβάτι και έπεσα στο πάτωμα πονούσα απίστευτα νόμιζα ότι θα πεθάνω πονούσε όλη η ραχοκοκαλιά μου δεν μπορούσα να ανασάνω ήρθε με σήκωσε με πήρε αγκαλιά με ξάπλωσε κι άρχισε να με φιλάει σε όλο μου το κορμί τη δεύτερη φορά είχα βγει από το μπάνιο είχα βάλει τις κρέμες μου και είχα ξαπλώσει μπρούμυτα στο κρεβάτι του κάτι διάβαζα ήρθε και άρχισε να με φιλάει στην πλάτη μου κατέβασε το εσώρουχο και με φιλούσε πίσω και εγώ ανταποκρινόμουν τον ένιωσα να με φτύνει και μετά να προσπαθεί να μπει μέσα μου στο δίπλα δωμάτιο ήταν ο αδερφός του με την κοπέλα του μου είχε κλείσει το στόμα και εγώ του δάγκωνα τα δάκτυλα όση ώρα κράτησε του δάγκωνα με όλη τη δύναμη το χέρι το άλλο του χέρι το είχε μπροστά και με χάιδευε τελειώσαμε μαζί την άλλη μέρα στη σχολή δεν μπορούσε να κουνήσει τα δάκτυλα του αριστερού του χεριού αισθανόμουν τύψεις ήταν γεμάτος σημάδια μου είπε ότι ήταν ο πιο δυνατός και ωραίος πόνος που είχε ζήσει σαν τον δικό μου.
Τσέλιγκας: Δε μου είπες όμως, όσα σκεφτόσουν και ένιωθες την ώρα που έσταζαν τα χύσια του από το κωλαράκι σου, δε σε ρώτησα πως το κάνατε.
Εκείνη: Ηδονή.
Τσέλιγκας: Την ώρα που τα ένιωθες να κυλάνε μέσα σου.
Εκείνη: Απίστευτη ηδονή δεν ήθελα να βγει του τριβόμουν να με ξαναθέλει να αρχίσει πάλι από την αρχή.
Τσέλιγκας: Δύο φορές έχει γίνει μόνο;
Εκείνη: μμμ μπορεί και τρεις, δεν ξέρω τρεισήμισι, η πρώτη δεν μετράει. Μου αρέσει πολύ η ιδέα του να τελειώνει ο άλλος μέσα μου, αλλά δεν έχει γίνει φυσικά μόνο με τον Αντώνη έτσι ή όταν περίμενα να αδιαθετήσω ή όσο ήμουν αδιάθετη.
Τσέλιγκας: Πες μου για το πρώτο σου τσιμπούκι
Εκείνη: Ήμουν 19 και δεν είχα ιδέα πως γίνεται και ακριβώς επειδή το λένε τσιμπούκι φαντάστηκα ότι γίνεται όπως όταν καπνίζεις το τσιμπούκι κάτι που όπως καταλαβαίνεις δεν μπορεί να ισχύει φαντάσου το όμως, ήταν πολύ γελοίο, ήταν ξαπλωμένος μπροστά μου κι εγώ ανάμεσα στα πόδια του και το είχα στο οπτικό μου πεδίο τεράστιο, σκληρό, μεγάλο, έτοιμο και μου είπε είναι δικός σου κάνε τον ότι θες, εγώ το πήρα τοις μετρητοίς και τον πήρα στα χέρια μου και τον έπιασα σαν να ήταν τζόιστικ και έκανα για πλάκα ότι πυροβολώ τον είχα όρθιο στα χέρια μου και με τον αντίχειρα τον πίεζα πάνω σαν να ήταν το κουμπί για τις βόμβες και το πήγαινα και πέρα δώθε και έκανα και ήχους σαν αυτούς που έβγαζε το ατάρι ξαφνικά το τζόιστικ χάθηκε έγινε μια μπάμια στα χέρια μου φυσικό άλλωστε, πολύ γέλιο σου λέω, όταν του εξήγησα ότι δεν έχω ιδέα πως γίνεται εκείνος μου μάζεψε τα μαλλιά μου τα έπιασε κοτσίδα με κάθισε κάτω στα γόνατα και άρχισε να μου λέει τι να κάνω βήμα βήμα ήταν παράξενη αίσθηση ήθελα να γελάω βασικά σαν να ήμουν ρομποτάκι αν σταματούσε να μιλάει σταματούσα κι εγώ μετά κατάλαβα τον ρυθμό και συνέχισα μόνη ώσπου ακούσαμε την εξώπορτα και σταματήσαμε γιατί είχε έρθει η μαμά του, αυτό ήταν.
Τσέλιγκας: Το πρώτο ολοκληρωμένο;
Εκείνη: μμ, με τον Αντώνη, όλα με αυτόν, πριν από αυτόν ήμουν πολύ ανέραστη νομίζω απορώ πως μου έλεγαν ότι είμαι ότι καλύτερο τους είχε τύχει που να με είχαν τώρα δηλαδή που έχω απελευθερωθεί τελείως και ξέρω τι θέλω και τι με χαλάει.
Σε αυτό το σημείο η ανάκριση διακόπηκε...