Έχω προγραμματίσει (επιμελώς πάντα) να μείνω σπίτι το βράδυ και γι’ αυτό έχω κάνει και τη σχετική προετοιμασία. Πετάγομαι στην κάβα για να προμηθευτώ ξηρούς καρπούς κι ένα μπουκάλι ουίσκι καλύτερο από το καλό που έχω στη γνωστή καβάτζα του σπιτιού. Επιστρέφω και κάνω τον απαραίτητο έλεγχο της θερμοκρασίας του νερού για να πάρω το μπάνιο μου, μη τυχόν και με βρει η Κυριακή άπλυτο και πάει στραβά η υπόλοιπη εβδομάδα. Παίρνω το φορητό ραδιοcd στο μπάνιο και βάζω ν’ ακούσω Tom Waits του οποίου τη φωνή ξεχωρίζω εύκολα παρά τον τεράστιο όγκο των υδρατμών που δε μου επιτρέπουν να δω ούτε τη μύτη μου. Ίσως σε αυτό να συμβάλλει και η μυωπία μου αλλά είναι ένα ζήτημα το οποίο δεν έχω εξετάσει λεπτομερώς. Αφού μιξάρω Rain Dogs με τρίψιμο, σαπούνισμα και αδιάλειπτη ροή νερού έχω πέσει στην απόλυτη νιρβάνα και διώχνω τις κακές σκέψεις ταυτόχρονα με το άνοιγμα της τάπας στη μπανιέρα. Κατά πως φαίνεται το σιφόνι τα ρουφάει όλα κι έτσι εξέρχομαι του λουτρού εμφανώς πιο ανάλαφρος αν και η ζυγομέτρηση δε με επιβεβαιώνει για κάτι τέτοιο. Μπουρνουζαρισμένος καθώς είμαι, κάθομαι στην καρέκλα του γραφείου μου για να κόψω τα νύχια μου ώσπου την ιεροτελεστική αυτή στιγμή διακόπτει ο ήχος κλήσης του κινητού. Η οθόνη με ειδοποιεί για τον υπαρκτό κίνδυνο και έτσι το σηκώνω προετοιμασμένος για όλα, αφού η απόκρυψη δεν έδινε και πολλά περιθώρια μαντεψιάς. Με σταθερά λάγνα φωνή το σηκώνω και νεαρά καλλονή εξέχοντος στήθους μου ζητά αφοπλιστικά να της ορίσω τόπο συνάντησης. Η συνεννόηση μας περνά σε δεύτερο επίπεδο και συμφωνούμε τελικά να έρθει να με παραλάβει για να την οδηγήσω σε άγνωστο προς εκείνη τόπο. Σε πείσμα των καιρών μας καταφέρνω και να τη στήσω στο ραντεβού αφού έκτακτη φυσική ανάγκη με κάνει να χάσω πολύτιμα λεπτά. Μπαίνω στο ανάποδα παρκαρισμένο σε μονόδρομο αυτοκίνητο της και ζοχαδιασμένη καθώς είναι δεν παρατηρεί το πληθωρικό στήθος της που καταβάλλει φιλότιμες προσπάθειες να συγκρατηθεί πράγμα που εγώ σε καμία προσπάθεια δεν καταφέρνω, αφού δεν προσπαθώ καν. Οι δρόμοι έχουν όση κίνηση θα περίμενε κανείς κι έτσι δεν αργούμε να φτάσουμε στον προορισμό μας, ισοφαρίζοντας έτσι τη δική μου καθυστέρηση. Βρίσκουμε ένα κομμάτι πάγκου να καθίσουμε και μέσα απ’ τον καθρέφτη κοιτάμε τις κοπέλες δίπλα που έχουν ξεσηκωθεί από τη μουσική και χορεύουν καθισμένες στα σκαμπό τους. Αν με ρωτάτε θα προτιμούσα να τις δω να χορεύουν όρθιες πάνω στα σκαμπό αλλά θα σιχαινόμουν μετά να καθίσω οπότε καλύτερα που έγινε έτσι. Ήταν τέτοια δε η στάση τους που αποκάλυπτε στα ήδη λαίμαργα μάτια μου το εσώρουχο της κορασίδος που καθόταν με πλάτη σε εμάς. Αντιλαμβάνεστε ότι εκτός από το εσώρουχο βλέπαμε και τον κώλο της τον οποίο ουδόλως κάλυπτε η συγκεκριμένη επιλογή της και μπορώ μετά βεβαιότητος να ισχυρισθώ ότι ήτο λευκός και απαλός λες και ήταν περιποιημένος με προδέρμ. Κι επειδή για πολλά πράγματα μπορεί να με κατηγορήσει κάποιος αλλά σε καμία περίπτωση δεν του επιτρέπω να μου αποδώσει το χαρακτηρισμό του μοναχοφάη, δε δίστασα από την πρώτη ματιά να ενημερώσω και τη συνοδό μου για το θέαμα αυτό το οποίο με ικανοποίηση αντιλήφθηκα ότι κι εκείνη απολάμβανε χωρίς όμως να καταφέρει με ασφάλεια να προσδιορίσει τη μάρκα του εσωρούχου. Η επιθυμία της για κόκα κόλα που πάει με όλα με ανάγκασε στην υποχρεωτική λήψη ενός λίτρου ζύθου τύπου βάις αφού σκεφτόμουν ότι το στήθος της είχε την ίδια χάρη με αυτήν την καραμελόχρωμη ουσία που δρόσιζε τον ουρανίσκο μου και γέμιζε την ουροδόχο κύστη μου ανάγκη την οποία εκτόνωσα αργότερα σε χώρο στάθμευσης πλησίον Ολυμπιακής εγκατάστασης στο Γαλάτσι. Αφού λοιπόν η ξεβράκωτη κορασίδα μετά της φίλης της εξήλθαν του καταστήματος με μια κίνηση ματ καταλάβαμε τα σκαμπό τους και καθισμένοι πια συζητούσαμε για έρωτες, ανθρώπους και καταστάσεις όχι απαραίτητα με την προαναφερθείσα σειρά. Το στήθος της είχε οδηγήσει τον ψυχισμό μου στ’ άκρα και η συσσώρευση της έντασης με έκανε να πληρώσω γρήγορα γρήγορα το λογαριασμό και λίγα λεπτά αργότερα χαριεντιζόμασταν έξω από το αυτοκίνητο της, πράγμα που μου φάνηκε κάπως επικίνδυνο διότι το δρομάκι ήταν στενό και τα διερχόμενα αυτοκίνητα σίγουρα θα έβρισκαν πάνω μας. Μπαίνουμε μέσα και βάζει μπρος για να ξεκινήσει. Αλλόφρων εγώ την αρπάζω απ’ όπου βρω και τη χεριάζω κοινώς κάτω απ’ τ’ αδιάκριτα βλέμματα των περαστικών. Με ελαφρά τραβηγμένο το κάθισμα του συνοδηγού προς τα πίσω εγώ, σε μια απροσδιόριστη στάση εκείνη και σίγουρα με το χειρόφρενο και το λεβιέ των ταχυτήτων σε διάφορες τρυφερές στιγμές με το σώμα της, οδηγήθηκε σ’ ένα εξίσου τρυφερό τετ-α-τετ με παραπλήσιο όργανο όχι του αυτοκινήτου αυτή τη φορά κι έτσι τελεσφόρησε η πράξη το κωδικό όνομα της οποίας είναι και συνώνυμο με το είδος καπνιστού που είχε στο στόμα του ο ηλικιωμένος κύριος που συνοδευόμενος από την κυρία του πέρναγε μπροστά από το αυτοκίνητο για να μπει στον προαύλιο χώρο της οικείας του. Δε θα μπορούσε να περάσει απαρατήρητος αυτός ο παραλληλισμός γεγονός που μ’ έκανε να ενθουσιαστώ ενώ την κρίσιμη στιγμή φάνηκε ότι η ζέβα κάνει τη διαφορά. Για τη ζέβρα πάλι εγώ δε ξέρω τίποτα.